Κατά μήκος ατέλειωτων δρόμων χωρίς όνομα, συναντώ μονίμως στη μνήμη μου τα πρώτα δέντρα που αντίκρυσα στη ζωή μου. Τα "Jacaranda's", όπως τα λέγαμε. Δέντρα που ευδοκιμούν ιδιαίτερα στη Νότια Αμερική, στην Καραϊβική, στη νότια Αφρική, στην Αυστραλία και στην Νέα Ζηλανδία.
Τα δέντρα αυτά, που ανήκουν στην οικογένεια της Μπιγκόνιας και ξεκίνησαν τη ζωή τους ως θαμνώδη φυτά, αποτελούσαν, θυμάμαι, το ομορφότερο μπουκέτο του Σόλσμπερι, όπως λεγόταν τότε η πρωτεύουσα της Ροδεσίας - σήμερα "Ζιμπάμπουε", και η πόλις "Χαράρε". (Ευτυχώς, αυτά τα δέντρα, δεν τα εκτέλεσε ο δικτάτορας Μουγκάμπε που κυβερνά τη χώρα από την ημέρα της ανεξαρτησίας τους από τους Αγγλους αποικιοκράτες).
Αλλά και η Πρετόρια, πρωτεύουσα της Νότιας Αφρικής (που, μολονότι σκληρότερο ρατιστικό καθεστώς είχε από την Ροδεσία, ωστόσο ευτύχησε να διαθέτει ηγέτη του αναστήματος ενός Μαντέλα, και όχι του βάθους ενός θλιβερού Μουγκάμπε), είναι γνωστή ανά τον κόσμο ως η Πόλη των Τζακαράντα. Οι δρόμοι, τα πάρκα και οι δημόσιοι κήποι της πόλης, είναι γεμάτοι από τα δέντρα αυτά. δεί την πόλη ντυμένο στο μωβ και μπλέ.
Τα Τζακαράντα ανθίζουν την περίοδο που, στην Πρετόρια, συμπίπτει με τις τελικές εξετάσεις των φοιτητών στο Πανεπιστήμιο της Πόλης. Και υπάρχει και ένας μύθος που λέει ότι εάν ένα άνθος από το δέντρο πέσει επάνω στο κεφάλι σουπεράσεις με άριστα όλα σου τα μαθήματα.
Στο Σόλσμπερι ευδοκιμούσε ιδιαίτερα και το λεγόμενο Flamboyant Tree (σε ελεύθερη μετάφραση του Επιδεικτικό Δέντρο), αν και εμείς, με την αφέλεια και την "σοφία" που διακρίνει τις αθώες παιδικές ψυχές, τα λέγαμε δέντρα της φωτιάς, λόγω του κόκκινου χρώματος των ανθέων τους.
Τ' αγαπούσα πολύ και αυτά τα δέντρα που, παραδόξως πως, δεν μπλέκονταν ποτέ με τις Τζακαράντες! Όταν τέλειωνε η μωβ ανθοφορία, άρχιζε η κατακόκκινη.
Όλοι, όμως, είχαμε τις προτιμήσεις μας. Εγώ, φερ ειπείν, ήμουνα της Τζακαράντας. Και ίσω σε αυτό να έπαιξε ρόλο ότι φοιτούσα σ' ένα δημόσιο, αγγλικό σχολείο που λεγόταν "Sir Winston Churchill", και είχε χρώμα του το γκρί και το μωβ. Γκρί ηταν τα παντελόνια που φορούσαμε, λευκό το πουκάμισο, μώβ το μπλέϊζερ, και γκρι με μωβ ρίγες η γραβάτα.
Οι κτιριακές εγκαταστάσεις στο Σόσμπερι ηταν πνιγμένες στις Τζακαράντες.
Οι μεγάλοι αντίπαλοί μας, ήταν εκείνοι που φοιτούσαν στο άλλο μεγάλο δημόσιο σχολείο της πόλης, το Prince Edward Highschool, που είχε ως χρώματά του το πράσινο και το κόκκινο, και που περιβαλλόταν ολάκερο από τα flamboyant trees - αυτές τις υπέροχες, κατακόκκινες "ομπρέλλες" που απαθανάτισε στη φωτογραφία, κατα μήκος της Blakiston Street, στη Χαράρε, το 1975, ο Graham Bould.
Αυτά τα δύο δέντρα, όπως και τα Μασάσα, που ήταν το σήμα-κατατεθέν της African bushland, όπως τη λέγαμε, και που ένα από αυτά βλέπετε στη φωτογραφία, ήταν για μας, τους πιστιρικάδες των άγουρων χρόνων της πρώιμης εφηβείας μας, ήταν "η εικόνα και το χρώμα" της Αφρικής που είχαμε βαθιά μεσα στη καρδιά μας.
Μιας Αφρικής που δεν προλάβαμε να γνωρίσουμε καλά, αλλά και που δεν θα μπορέσουμε ποτέ να βγάλουμε από μέσα μας. Όλα τα χρώματα, όλα τα πρόσωπα, όλα τα αισθήματα, είχαν ένα, βασικό, κοινό χαρακτηριστικό: την ένταση!
Το κόκκινο των Flamboyant Trees δεν το ξανάδα πουθενά, παρά μόνο στα πυρακτωμένα ηλιοβασιλέματα του Mount Darwin.
Το μωβ από τις συστοιχίες των Τζακαράντα, το θυμάμαι όποτε ανασύρω στη μνήμη μου τη λέξη brightness - "φωτεινότητα". Όμοιά της, έχω αντικρύσει μόνο μεταξύ ουρανού και θάλασσας στην Ελλάδα, αλλά αυτό πάλι, έχει ένα δικό του στοιχείο που έλειπε από το τοπίο της Αφρικής: ευλογία!
Και το απλωμένο, πράσινο "στέγαστρο" των Μασάσα, ήταν η "προσωποποίηση" αυτού που μάθαμε ως land. Δηλαδή, γή. Και χώμα. Και τόπος. Ήταν ο "ενδιάμεσος" σταθμός ανάμεσα στη ζούγκλα και στη πόλη. Εκεί που σταματούσαν τα πουλιά για να αναπνεύσουν. Να σωθούν, ή να επιτεθούν. Ήταν το καταφύγιό μας, τις ώρες της άγριας καταιγίδας. Η σκιά, από τον ήλιο που έκαιγε. Το, κάποτε φοβερό, μα και κάποτε μαγικό συναίσθημα, ότι κάτω από ένα τέτοιο δέντρο, μπορούμε να υπάρξουμε όλοι...
Τα δέντρα αυτά, που ανήκουν στην οικογένεια της Μπιγκόνιας και ξεκίνησαν τη ζωή τους ως θαμνώδη φυτά, αποτελούσαν, θυμάμαι, το ομορφότερο μπουκέτο του Σόλσμπερι, όπως λεγόταν τότε η πρωτεύουσα της Ροδεσίας - σήμερα "Ζιμπάμπουε", και η πόλις "Χαράρε". (Ευτυχώς, αυτά τα δέντρα, δεν τα εκτέλεσε ο δικτάτορας Μουγκάμπε που κυβερνά τη χώρα από την ημέρα της ανεξαρτησίας τους από τους Αγγλους αποικιοκράτες).
Αλλά και η Πρετόρια, πρωτεύουσα της Νότιας Αφρικής (που, μολονότι σκληρότερο ρατιστικό καθεστώς είχε από την Ροδεσία, ωστόσο ευτύχησε να διαθέτει ηγέτη του αναστήματος ενός Μαντέλα, και όχι του βάθους ενός θλιβερού Μουγκάμπε), είναι γνωστή ανά τον κόσμο ως η Πόλη των Τζακαράντα. Οι δρόμοι, τα πάρκα και οι δημόσιοι κήποι της πόλης, είναι γεμάτοι από τα δέντρα αυτά. δεί την πόλη ντυμένο στο μωβ και μπλέ.
Τα Τζακαράντα ανθίζουν την περίοδο που, στην Πρετόρια, συμπίπτει με τις τελικές εξετάσεις των φοιτητών στο Πανεπιστήμιο της Πόλης. Και υπάρχει και ένας μύθος που λέει ότι εάν ένα άνθος από το δέντρο πέσει επάνω στο κεφάλι σουπεράσεις με άριστα όλα σου τα μαθήματα.
Στο Σόλσμπερι ευδοκιμούσε ιδιαίτερα και το λεγόμενο Flamboyant Tree (σε ελεύθερη μετάφραση του Επιδεικτικό Δέντρο), αν και εμείς, με την αφέλεια και την "σοφία" που διακρίνει τις αθώες παιδικές ψυχές, τα λέγαμε δέντρα της φωτιάς, λόγω του κόκκινου χρώματος των ανθέων τους.
Τ' αγαπούσα πολύ και αυτά τα δέντρα που, παραδόξως πως, δεν μπλέκονταν ποτέ με τις Τζακαράντες! Όταν τέλειωνε η μωβ ανθοφορία, άρχιζε η κατακόκκινη.
Όλοι, όμως, είχαμε τις προτιμήσεις μας. Εγώ, φερ ειπείν, ήμουνα της Τζακαράντας. Και ίσω σε αυτό να έπαιξε ρόλο ότι φοιτούσα σ' ένα δημόσιο, αγγλικό σχολείο που λεγόταν "Sir Winston Churchill", και είχε χρώμα του το γκρί και το μωβ. Γκρί ηταν τα παντελόνια που φορούσαμε, λευκό το πουκάμισο, μώβ το μπλέϊζερ, και γκρι με μωβ ρίγες η γραβάτα.
Οι κτιριακές εγκαταστάσεις στο Σόσμπερι ηταν πνιγμένες στις Τζακαράντες.
Οι μεγάλοι αντίπαλοί μας, ήταν εκείνοι που φοιτούσαν στο άλλο μεγάλο δημόσιο σχολείο της πόλης, το Prince Edward Highschool, που είχε ως χρώματά του το πράσινο και το κόκκινο, και που περιβαλλόταν ολάκερο από τα flamboyant trees - αυτές τις υπέροχες, κατακόκκινες "ομπρέλλες" που απαθανάτισε στη φωτογραφία, κατα μήκος της Blakiston Street, στη Χαράρε, το 1975, ο Graham Bould.
Μιας Αφρικής που δεν προλάβαμε να γνωρίσουμε καλά, αλλά και που δεν θα μπορέσουμε ποτέ να βγάλουμε από μέσα μας. Όλα τα χρώματα, όλα τα πρόσωπα, όλα τα αισθήματα, είχαν ένα, βασικό, κοινό χαρακτηριστικό: την ένταση!
Το κόκκινο των Flamboyant Trees δεν το ξανάδα πουθενά, παρά μόνο στα πυρακτωμένα ηλιοβασιλέματα του Mount Darwin.
Το μωβ από τις συστοιχίες των Τζακαράντα, το θυμάμαι όποτε ανασύρω στη μνήμη μου τη λέξη brightness - "φωτεινότητα". Όμοιά της, έχω αντικρύσει μόνο μεταξύ ουρανού και θάλασσας στην Ελλάδα, αλλά αυτό πάλι, έχει ένα δικό του στοιχείο που έλειπε από το τοπίο της Αφρικής: ευλογία!
Και το απλωμένο, πράσινο "στέγαστρο" των Μασάσα, ήταν η "προσωποποίηση" αυτού που μάθαμε ως land. Δηλαδή, γή. Και χώμα. Και τόπος. Ήταν ο "ενδιάμεσος" σταθμός ανάμεσα στη ζούγκλα και στη πόλη. Εκεί που σταματούσαν τα πουλιά για να αναπνεύσουν. Να σωθούν, ή να επιτεθούν. Ήταν το καταφύγιό μας, τις ώρες της άγριας καταιγίδας. Η σκιά, από τον ήλιο που έκαιγε. Το, κάποτε φοβερό, μα και κάποτε μαγικό συναίσθημα, ότι κάτω από ένα τέτοιο δέντρο, μπορούμε να υπάρξουμε όλοι...
No comments:
Post a Comment