Sunday, October 10, 2010

Ας μιλήσουμε για νόμους (όχι για το ... κάπνισμα)

ΕΡ.: Είναι άδικος ο τελευταίος αντικαπνιστικός νόμος;

ΑΠ.: Ναι, είναι. Μία διευκρίνιση, όμως, πρώτα: Είμαι από εκείνους που επιθυμούν ολική και χωρίς εξαιρέσεις απαγόρευση του καπνίσματος σε όλους τους δημόσιους χώρους – για να είμαι πιο σαφής, οπουδήποτε εκτός από τον ιδιωτικό χώρο του καθένα: το σπίτι του, και το προσωπικό του γραφείο, εφ΄όσον εκεί δεν επηρεάζονται άλλοι άνθρωποι από το τσιγάρο του. Είναι άδικος, επομένως, ο νόμος αυτός γιατί έχει δώσει «περίοδο προσαρμογής» σε μερικούς επαγγελματίες, δηλαδή ιδιοκτήτες νυχτερινών κέντρων, ενώ θεωρώ ότι αρκετή «περίοδο χάριτος» έχει απολαύσει το τσιγάρο στον τόπο μας, και δεν χρειάζεται άλλη. Εφ’ όσον, λοιπόν, αποφάσισαν να εφαρμόσουν με δρακόντειο τρόπο τον αντικαπνιστικό νόμο, έπρεπε να το κάνουν για όλους, ισότιμα.



ΕΡ.: Εάν ήσασταν εσείς ο νομοθέτης, και σας επέτρεπαν μόνο μία εξαίρεση, θα την κάνατε, και για ποιους;

ΑΠ.: Θα σκεφτόμουν πολύ αν έπρεπε να την κάνω. Εάν, όμως, επέλεγα «μία εξαίρεση», και μιλάμε πάντα για χώρους δημόσιας συνάθροισης ανθρώπων, θα την έκανα μόνο για τα παραδοσιακά καφενεία στις συνοικίες, κυρίως τις υποβαθμισμένες, της Αθήνας, και της περιφέρειας. Οι χώροι αυτοί είναι χώροι συνάντησης ηλικιωμένων, ως επί το πλείστον, ανθρώπων. Θα πάνε εκεί μία δύο φορές την ημέρα, να πιούν το καφέ η το ποτό τους, να βρουν φίλους, να πουν τα νέα τους, να μάθουν τα νέα των άλλων, να συζητήσουν και να σχολιάσουν, να παίξουν κανά τάβλι, καμιά πρέφα, και, να κάνουν τα τσιγαράκι τους. Ναι, αντί να εξαιρέσω από τον «Αντικαπνιστικό Νόμο» τα «σκυλάδικα» και τα διάφορα night clubs, (όπου, στη ζούλα, ως και σε ανήλικα παιδιά επιτρέπουν την είσοδο και την κατανάλωση καπνού και αλκοόλ), θα άφηνα ανοικτό το παράθυρο μόνο για τα παραδοσιακά καφενεδάκια. Αλλά – προσέξτε! – μόνο υπό τον όρον ότι θα παρέμεναν παραδοσιακά, ότι δεν θα γίνονταν καφέ-μπαρ για να διευρύνουν την πελατεία τους, γιατί στη χώρα που ζούμε άξιους μας έχουμε ένα παραδοσιακά καφενεδάκι σε κάποιο χωριό ή σε κάποια συνοικία των μεγάλων πόλεων να το μετατρέψουμε σε ό,τιδήποτε άλλο που θα εξυπηρετήσει την τσέπη μας, και θα εξοστρακίσει τους γνήσιους και κανονικούς πελάτες – εκείνους που θέλουν το καφενείο μέρος συνάθροισης και επικοινωνίας και όχι «κωλάδικο».

ΕΡ.: Τι άλλο δεν σας αρέσει σ’ αυτόν τον Νόμο;

Απ.: ‘Ότι άργησε πολλά χρόνια, και ότι ήρθε τώρα στην πιο ακατάλληλη στιγμή. Ως πρώην καπνιστής (και μάλιστα μανιώδης) γνωρίζω ότι παίζει πολύ σημαντικό ρόλο στην απόφαση ενός ανθρώπου να απαλλαγεί από αυτόν τον καρκίνο (σ.σ.: όλοι οι σημερινοί φανατικοί καπνιστές που κάνουν και τους «αντάρτες», όταν βρεθούν μπροστά στον γιατρό που θα τους πει τα άσχημα μαντάτα, όλοι, κανενός εξαιρουμένου, λένε «τι ηλίθιος που ήμουνα»), ο παράγοντας «ψυχολογία». Θέλεις μια ηρεμία για να το κόψεις το ρημάδι. Μια νότα αισιοδοξίας για να συνοδεύει την δύσκολη απόφασή σου και να την κάνει λιγότερο … επώδυνη. Αυτήν την στιγμή, ο ελληνικός λαός περνάει χοντρό ζόρι. Ιδίως ο φτωχός άνθρωπος που έμαθε (κακώς, βέβαια, αλλά δεν είναι της στιγμής) να θεωρεί το τσιγάρο ως παρηγοριά για τις στεναχώριες και τα βάσανά του. Δεν είναι, λοιπόν, τώρα η κατάλληλη στιγμή να το κόψει – εκτός και εάν συνειδητοποιήσει μιαν άλλην, ενδιαφέρουσα πραγματικότητα: το οικονομικό όφελος που θα έχει εάν απαλλαγεί από αυτό το δηλητήριο. Εγώ, όταν το’κοψα (πάνε κιόλας 10 χρόνια), κάθε μέρα έβαζα σε κουμπαρά τα χρήματα που δαπανούσα για το τσιγάρο – 2 πακέτο σε νορμάλ ημέρα, 3 εάν είχα έξοδο και γλέντι. Στο τέλος του πρώτου χρόνου, πήγαμε με τη γυναίκα μου Παρασκευοσαββατοκύριακο στη Ρώμη, όλα τα έξοδα (αεροπορικά, ξενοδοχεία και φαγητά εκεί) πληρωμένα από τον κουμπαρά!

EΡ.: Η μέχρι στιγμής εμπειρία σας από την εφαρμογή του Νόμου;

ΑΠ.: Ότι δεν εφαρμόζεται. Πήγα χθές, Σάββατο, σε ένα bar-restaurant στους Αμπελοκήπους, που τόχουν φίλοι. Κάπνιζαν σχεδόν όλοι μέσα στο μαγαζί, και η ατμόσφαιρα ηταν αποπνηκτική. Ζήτησα από τους διπλανούς μου τουλάχιστον να φυσουν αλλου τον καπνό, και περίπου με χλεύασαν. Τότε φώναξε μία γκαρσόνα και της ζήτησα να πεί του αφεντικού της να εφαρμόσει τον νόμο. Και πάλι αποδείχτηκα εγω ο γραφικός. Στεναχωρέθηκα. Γιατί, καα τα άλλα, όλοι, ακόμα και οι φίλοι μου, ιδιοκτήτες του μαγαζιού, παραπονιούμαστε ότι «τίποτα δεν πάει καλά σ’ αυτόν τον τόπο», και όλοι τα βάζουμε με τη Δικαιοσύνη «που δεν εφαρμόζεται». Πράγματι δεν εφαρμόζεται. Γιατί, διαφορετικά, των φίλων μου θα τους είχαν κιόλας αφαιρέσει την άδεια.

Πρόσφατα βρέθηκα στη Βοστωνη, όπου άρχισε τις σπουδές του ο γιος μου. Πήγαμε ένα βράδυ σε ιταλικό εστιατόριο, και ρώτησα εάν, παρά τον Νόμο που απαγορεύει κατανάλωση αλκοόλ σε όλους κάτω των 21 ετών, θα μπορούσα «να δώσω μια γουλιά στον νεαρό»; Η Ιταλίδα ιδιοκτήτρια έδειξε συμπόνια στην αρχή, και μούδωσε ελπίδες. «Το ξέρω», είπε, «ότι ο νόμος είναι σκληρός, ίσως και άδικος, και πολύ θα ήθελα να σας έκανα το χατίρι. Άλλωστε, όσο περισσότερη η κατανάλωση, τόσο μεγαλύτερη και η δική μου είσπραξη». Όμως;

«Όμως – συνέχισε – εάν σας το κάνω, και μας δει κάποιος και μας καταγγείλει, την ίδια στιγμή θα χάσω την άδειά μου». Τελεία και παύλα.


Στη φωτογραφία: Ταβλι σε καφενείο της Μυτιλήνης

No comments:

Post a Comment

Έκλαιγα όλη νύχτα!...

  ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Από έναν δάσκαλο, που πριν από αρκετούς μήνες μου έστειλε ένα μέϊλ.   Δεν θέλω να πω το όνομά του, γιατί ζούμε μέρες αδ...