Monday, December 27, 2010
Η Ελλάδα κατά λάθος υπάρχει...
Και μερικές γκρίνιες!...
Παραμονή Χριστουγέννων, με καλή παρέα στο μπάρ-εστιατόριο-«και ό,τι άλλο ήθελε προκύψει» Apsendi, που είναι επί της Λεωφόρου Κηφισίας, απέναντι από τα φανάρια του Κολλεγίου.
Ωραίο τα φαγητό, φτωχό το σέρβις – δεν πειράζει, τέτοιες βραδιές δείχνεις ανοχή, αν και σε αντίστοιχα, καλά εστιατόρια στην Ευρώπη, το καλό σερβις το προσέχουν δέκα φορές παραπάνω σε ειδικές επετείους.
Τέλος πάντων, όλα καλά, μέχρι που άρχισαν, ένας-ένας στην αρχή, και ολόκληρος συρφετός μετά, να καπνίζουν. Έκανα το παραπονάκι μου στην μέτρ, όταν έφευγα από τα μαγαζί, και αφού είχαμε στριμωχτεί άγρια, καμιά δεκαριά άτομα, σε έναν «προθαλαμίσκο» στην έξοδο για να βγούμε. Η απάντηση που έλαβα ήταν ότι «ο νόμος δεν έχει εφαρμοστεί ακόμα», και επέμενε σ’ αυτήν μολονότι της εξήγησα ότι έχει περάσει από την Βουλή, είναι νόμος του κράτους, άρα υποχρεούμαι, ως πολίτης, να τον σεβαστώ.
Άδικος κόπος! Στην Ελλάδα, ο καθένας αντιλαμβάνεται τον Νόμο από την δική του οπτική γωνιά, που βεβαίως συσχετίζεται άμεσα με αυτό που τον βολεύει, που τον συμφέρει. Επίσης, αυτό που κάποτε ήταν πράγματι ωραίο, ανθρώπινο και ρομαντικό, δηλαδή το περίφημο «άσ’ το τώρα, κάνε τα στραβά μάτια, δεν πειράζει, φτωχός είναι, γιορτές είναι, αφηρημένος ήταν, σκοτούρες έχει, κλπ», αντί να είναι «κατ’ εξαίρεσιν συμβιβασμός», κατάντησε να είναι …, ετσιθελικός κανόνας.
Πολύ φυσικό είναι, ως εκ τούτου, όχι μόνο να κυριαρχεί παντού η αναρχία, αλλά όποιος αντιδρά σ’ αυτήν να θεωρείται εκείνος ως ο αντιδραστικός, και αυτός να λοιδωρείται.
Στο εν λόγω μαγαζί υπήρχε και ένα άλλο, σοβαρότερο πρόβλημα. Ο κόσμος που ήταν μέσα, ήταν τουλάχιστον 3πλάσιος σε αριθμό από εκείνους που αντέχει το μαγαζί. Και, επιπλέον, δεδομένου ότι, για να μην τους κυνηγήσουν για ηχορύπανση, έφτιαξαν και αυτήν την πατέντα που έχουν οι τράπεζες στο μπες-βγες για να σε εγκλωβίζουν σε έναν «προθαλαμίσκο», εάν ο μη γένοιτο συμβεί κανά κακό, φωτιά, σεισμός, για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι θα σκοτωθούν, κυρίως από τον πανικό.
Το’χω πει κι άλλοτε, πολλές φορές. Ο τόπος αυτός, κατά λάθος υπάρχει! Συμπτώσεις τον κρατάνε, και μάλιστα από μια πολύ λεπτή κλωστή. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να συμβεί το κακό. Και ΘΑ συμβεί. Και θα τρέχουμε τότε, όλοι, να γυρεύουμε τους φταίχτες και, προπαντός, να τα βάζουμε με το Κράτος, που πρώτοι όμως εμείς εξευτιλίζουμε, στριμώχνοντας χίλιους στα μαγαζιά μας που έχουν άδεια για 200, ή θεωρώντας ότι «δεν εφαρμόζεται ακόμα», ένας νόμος που έχει ψηφιστεί, έχει δημοσιευτεί και, βέβαια, ισχύει.
Ο Θεός να βάλει το χέρι του…
Υ.Γ.: Αναφέρω το όνομα του μαγαζιού, γιατί εμείς οι δημοσιογράφοι έχουμε πολλές φορές την κακή συνήθεια, εκεί που δεν πρέπει, να λέμε ονόματα και να εκθέτουμε ανθρωπους, και εκεί που πρέπει, να το πηγαίνουμε πλαγίως, του τύπου "εστιατόριο στα βόρεια προάστεια", "υποκατάστημα τραπεζας στην Πατησίων", "γιος γνωστού βιομηχάνου", κλπ. Στην περίπτωση αυτήν, και ιδίως όταν τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια και η υγεία ανθρωπων, η δημοσίευση του ονόματος του "δράστη" είναι υποχρέωση. και αυτό συμβαίνει σε όλον τον κόσμο.
Sunday, December 26, 2010
Ωραία μέρα...
Καλημέρα σε όλους (ή, μάλλον, στους εκλεκτούς ολίγους, καθότι το "όλοι" θυμίζει μάζα, την οποία δεν ... διαθέτω και, μεταξύ μας, δεν πολυσυμπαθώ!), Χρόνια Πολλά. Θέλω να μοιραστω μαζί σας μερικές στιγμές της σημερινής μέρας - προτου καν ξεκινήσω, μου φαίνεται και ως ολίγον επίδειξη, αλλά καμμιά φορά (έτσι δεν είναι;) έχουμε την ανάγκη, νομίζω, να μοιραζόμαστε και τα ωραία πράγματα που νοιώθουμε.
Λοιπόν, περιμένοντας καλούς φίλους το μεσημέρι για φαγητό, έχω στο φούρνο να ψήνεται, σε αργή φωτιά, ένα μικρό χοιρινό μπουτάκι, περίπου 2,5 κιλών, με χυμό από φρεσκοστημμένα πορτοκάλια. Τίποτ' άλλο. Έπλυνα το μπουτι, το στέγνωσα με χαρτί κουζίνας, το έβαλα σε προθερμασμένο φούρνο, να ψήνεται στους 180 βαθμούς, περιχύνοντάς το, κάθε 30 λεπτά με τον χυμό, και κάθε 15 λεπτά με το ζουμί που κατεβάζει.
Σε κατσαρόλα έχω και ζεσταίνεται μία παραδοσιακή μας καστανόσουπα, συνδυάζοντας μια παλιά συνταγή της μάνας μου, με μιάν άλλη από το Australian Woman's Weekly, που ειναι από τις καλύτερες μαγειθρικές που μπορεί να βρεί κάποιος. (Μερικά τεύχη, άν και όχι πολλά, αλλά και αρκετά ακριβά, υπάρχουν στον "Ελευθερουδάκη", αλλά το Amazon ή/και το Barnes and Noble είναι τα καλύτερα bets!).
Ακούω το υπεροχο Χρισουγεννιάτικο Ορατόριο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπάχ, με την Χωρωδία Monteverdi, και τον John Elio Gardiner να διευθύνει το σύνολο The English Baroque Soloists. Συγκλονιστικό! Το CD είναι της εταιρείας ARCHIV.
Το ίδιο συγκλονιστικό είναι και το Cabernet Sauvignon του 2005, του Κτήματος Χατζημιχάλη - κατα τη γνώμη μου ένα από τα "μεγαλύτερα" κρασιά αυτής της υπέροχης (και κλασσικής) ποικιλίας, που κυκλοφορούν διεθνώς. Δεν θα κάνω τον έξυπνο να αραδιάσω όλα τα αρώματα που μου βγάζει (άλλωστε, στα μαθήμτα που κάνω, αραιά, αραιότατα και που, στου Δημήτρη Χατζηνικολάου, είμαι ακόμα λίγο πιο πάνω από τα τσικό...), αλλά η γευση ειναι μεστή, αναγνωρίζω σίγουρα (;) μέλι και κανέλλα, και δεν μου αφήνει αυτήν την πικρή μεταγεύση, το τάγγιασμα που λέμε, που σου αφήνουν πολλά άλλα κρασιά.
Το δυσκολότερο (ή μάλλον το πιο μπελαλίδικο, αλλά ταυτόχρονα και το πιο σημαντικό) μέρος της ετοιμασίας της σούπας, είναι να βράσεις τα κάσταν, αφού πρώτα τα έχεις ξεφλουδίσει και καθαρίσει, και να φτιάξει έπειτα με αυτά το λεγόμενο chestnut puree. Περνάς τα κάστανα από το sieve (αυτό είναι το επίπονο), και έπειτα προσθέτεις σ' αυτά λίγη φρέσκα κρέμα, περίπου 1/4 του ποτηριού σε 500 γρ κάστανα, 50γρ βούτυρο (το καλύτερο, by far, είναι το γαλλικό και το βέλγικο), και αλατοπιπρώνεις κατα το γούστο σου. Κατόπιν, σε άλλη κατσαρόλα, τσιγαρίζεις πολύ ελαφρά, σε λίγο ακόμα βούτυρο, γυρω στα 30 γρ., ένα ψιλοκομμένο, μέτριο κρεμμύδι, μία ψιλοκομμένη σκελίδα σκόρδου, δύο λωρίδες μπέικον, και αυτές ψλοκομμένες, ένα καρότο, ένα "ξύλο" celery, μία πατάτα μέτρια, όλα ψιλοκομμένα. Οταν μαλακώσουν, προσθέτουμε το πουρέ κάστανου, και περίπου 2 λίτρα ζωμό κότας, που να το έχετε φτιάξει εσείς, ποτέ κύβο! Βράζουμε στη κατσαρόλα, σκεπασμένη, σε σιγανή φωτιά, για περίπου 30 λεπτά. Τα κάστανα που χρησιμοποιώ, είναι τα τυποποιημένα, γάλλικά, Marrons cuits a la vapeur, της Ponthier, που τα βρίσκεις σε καλά σουπερμάρκετ και ντελικατέσεν. Υπέρτερα, βεβαίως, είναι τα φρέσκα κάστανα, αλλά ενώ μερικές φορές, όταν τα έβρασα και έφτιαξα τον καστανοπουρέ, ηταν εξαιρετικά, άλλες φορές ηταν λίγο πικρά. Τα τυποποιημένα έρχονται σε συσκευασία των 500γρ, με τα οποία φτιάχνεις περίπου 6 μερίδες σουπας.
Οταν λοιπόν βράσει καλά η σουπα και μαλακώσουν τα λαχανικά, την αφήνεις λίγο να κρυώσει, την κτυπάς έπειτα στο blender σε δόσιες, και τη ξαναβάζεις στη κατσαρόλα όπου προσθέτεις ακόμα λίγη φρέσκα κρέμα, άν χρειάζεται (εμένα συνήθως μου αρκεί η ποσότητα που έχω βάλει για να φτιάξει το πουρέ), αλάτι, πιπέρι, και είσαι έτοιμος. Σερβίρεις σε μικρά, βαθιά μπόλ, με φρεσκοκομμένα chives για γαρνιτούρα αλλά και γεύση. ΔΕΝ τρωγεται με croutons, ΔΕΝ τρωγεται με ψωμί. Τρωγεται σκέτη, και τη συνοδεύεις με ένα ωραίο κρασί Αλσατίας.
Αυτα, περί μαγειρικής. Αργότερα θα ενημερώσω για το χοιρινό μπουτι, που το έβγαλα κιόλας από το φούρνο, αφαίρεσα την πέτσα του, καί το άλειψα με ένα μείγμα από καφέ ζάχαρι ανακατεμένη καλά με μουστάρδα Dijon. Επάνω σ' αυτό το μείγμα πρόσθεσα πολύ λεπτοκομένες φέτες από πορτοκάλι, τις οποίες "κάρφωσα" επάνω σο κρέας με γαρύφαλο ολόκληρο (cloves), άν θέλετε μπορείτε και με οδοντογλυφίδες. Επειτα, ανεβάζω τη θερμοκρασία του φούρνου στους 200 βαθμούς, περιχύνω το μπουτι με τη σάλτσα από το ταψί, και ψήγνω για άλλα περίπου 35-45 λεπτά, μεχρι να καραμελώσει ωραία το "πορτοκαλένιο σκέπασμά" του. Στο τέλος, αφου βγάλω το κρέας από το ταψί, θα το βάλω, το ταψί επάνω στη κουζίνα για να τελειώσω, με τα ζουμιά, την σάλτσα του. Προσθέτω στο ταψί λίγο χυμό φρέσκου πορτοκαλιού ακόμα, 2-3 κουταλιές σουπας λικέρ Grand Marnier, και λίγο μοσχοκάρδυ. Ανακατευω μέχρι να γίνει ωραία παχύρρεσυστη σάλτσα, και bon appetit!
Η μόνη ελπίδα, η καταστροφή!
Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ προσπαθεί να μετακινηθεί σε μια πόλη νεκρή και λέει ότι έχει παραλύσει «σ' αυτό το παρόν». Νιώθει πως δεν υπάρχει. Ενα ξέσπασμα μιας από τις σημαντικότερες ποιήτριές μας
ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΑΣ ήταν για τις 12 το μεσημέρι στο «Φίλιον» -παλιό κι αγαπημένο της στέκι. Φτάσαμε και οι δύο με καθυστέρηση. Εκείνη έκανε 40 λεπτά απ' το σπίτι της, στην Ασκληπιού, για να φτάσει στη Σκουφά. Απεργούσαν πάλι οι εργαζόμενοι στα μέσα συγκοινωνίας. Η Αθήνα και οι δύσμοιροι πολίτες της βίωναν μία ακόμη ημέρα ασφυξίας. «Τι πράγμα είν' αυτό;» διαμαρτυρήθηκε μόλις συστηθήκαμε. «Μα δεν καταλαβαίνουν, επιτέλους, αυτοί που απεργούν κλείνοντας τους δρόμους ότι τους συνανθρώπους τους χτυπάνε, όχι το σύστημα; Τι τους φταίνε οι καημένοι καταστηματάρχες που, μέσα σ' αυτήν την κρίση, περιμένουν πώς και πώς αυτές τις λίγες μέρες να εισπράξουν δυο δεκάρες;»
Ομολογώ πως δεν περίμενα να άρχιζε έτσι η πρώτη μου κατ' ιδίαν γνωριμία με την κ. Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, μια από τις σημαντικότερες εν ζωή ποιήτριές μας, που το 'χα χρόνια καημό και λαχτάρα να τη συναντήσω και να της κάνω χίλιες-δυο ερωτήσεις. Για τον Ρουκ. Για τον νονό της, τον Νίκο Καζαντζάκη. Για τις λέξεις που γεννά «στον άγλωσσο τούτο κόσμο». Τα γαλλικά, τη ρωσίδα νταντά της, τις μεταφράσεις της. Για το παρθεναγωγείο. Για τα προβλήματα με την υγεία της, τις εγχειρήσεις, τα κοσμοπολίτικα και σοσιαλιστικά της χρόνια. Για τη ζωή που τώρα νιώθει ότι της φεύγει...
«Μ' αρέσει να υπάρχω, αλλά τώρα πια δεν βρίσκω τίποτα το ορεκτικό στην ύπαρξη» μου λέει, πίνοντας μία ακόμη γουλιά από την μπίρα της, προαναγγέλλοντας με αυτήν τη φοβερή, για μένα, κατάθεση, την κυκλοφορία, τον ερχόμενο Φεβρουάριο, της καινούριας ποιητικής συλλογής της «Η ανορεξία της ύπαρξης». Τρώει ελάχιστα. Τρεις μπουκιές είναι όλο της το φαγητό. Θα πιει δυο ποτήρια κόκκινο κρασί το μεσημέρι. Ισως ένα ουζάκι το βράδυ. Και στη βόλτα, όποτε τύχει, καμιά μπιρίτσα. Παλιά, έπινε περισσότερο. Δεν την πείραζε ποτέ, λέει. Τον άνδρα της, όμως, πολύ. Εφυγε πριν από 5 χρόνια...
Σαράντα τρία χρόνια μαζί. Ηταν και οι δύο 24 ετών όταν γνωρίστηκαν, το 1963, σε μια αθηναϊκή ταβέρνα. Ο Ρόντνι Ρουκ ήταν κλασικός φιλόλογος, απόφοιτος του Κέμπριτζ, με ειδικότητα βιβλιοθηκάριου. Ερχόταν κάθε καλοκαίρι στη χώρα μας, λάτρης και προσκυνητής της αρχαίας Ελλάδας. Τρεις μήνες μετά τη γνωριμία τους σ' εκείνο το καπηλειό, παντρεύτηκαν.
«Ποτέ δεν θα πάψω να επαναλαμβάνω πόσο τυχερή αισθάνομαι γιατί είχα αυτόν τον τέλειο σύζυγο. Φοβερά μορφωμένος, όλο το κεφάλι του ήταν μια βιβλιοθήκη. Ανθρωπος ευαίσθητος, πολύ χαμηλών τόνων, ταπεινός. Γενναιόδωρος. Οσο πιο πολύ συνηθίζω στην απουσία του, πιο πολύ μου λείπει. Και αυτό με τρελαίνει».
Η ποίηση, βέβαια, τη βοηθάει πολύ. Είναι, λέει, «ο πιο μεγάλος νοσοκόμος μου». Πέρασε αρκετός καιρός από τον θάνατο του Νίνο, όπως τον αποκαλούσε, για να μπει και πάλι σε ρυθμούς δημιουργίας. Δεν γράφει πολύ για τον θάνατο. Εκείνο όμως που την απασχολεί, λέει, «είναι το τέλος της ζωής». Η στιγμή που ο άνθρωπος φεύγει. Τώρα στα 71 της χρόνια, αυτή «η αίσθηση του τέλους» είναι έντονη μέσα της και δηλώνει ότι δεν μπορεί να την αντιμετωπίσει. Εκείνο που τη δυσκολεύει πιο πολύ είναι που το μυαλό της είναι «καθαρό όσο ποτέ», και παρ' όλ' αυτά δυσκολεύεται να συλλάβει «αυτό το τέλος».
Νιώθω το πρόσωπό μου σφιγμένο και προσπαθώ να μην το δείξω. Βλέπω το δικό της ήρεμο, με μια γλύκα απερίγραπτη. Δεν φοβάται; αναρωτιέμαι. «Χρωστάω τη ζωή μου στον φόβο» γράφει «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα». Στον κόσμο τον δικό της, έχει φτιάξει μια δική της χώρα που τη λέει Λυπιού. «Είναι μια χώρα που έφτιαξα για να 'μαι πάντα ένα μ' αυτά που 'χω χάσει».
Ο Νίνο της την έλεγε «Mouse», δηλαδή «Ποντικάκι». Ξανακοιτάω το πρόσωπό της και χαμογελάω, γιατί μου φαίνεται ακριβώς αυτό. Βγαίνουμε έξω για φωτογραφία και κάνει «όχι» όταν πάω να τη βοηθήσω στο περπάτημα. «Είμαι κουτσή, αλλά όχι ανίκανη» λέει. «Από μικρή, δεν είχα κανένα κόμπλεξ. Ετρεχα, έκανα γυμναστική, δεν ένιωσα ποτέ μου ανάπηρη, παρά μόνο όταν έφυγε ο Ρόντνι».
Περνάει πολλές ώρες στο σπίτι. Οταν δεν εργάζεται και δεν βγαίνει για κάποια βόλτα, βλέπει τηλεόραση. Ειδήσεις και τούρκικα σίριαλ, μετά μανίας. Τα λατρεύει. Της θυμίζουν «την ελληνική οικογενειοκρατία του '60». Ο μπαμπάς, η επιχείρηση. Η κόρη. Ο γαμπρός. Το σόι.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Ο πατέρας της ήταν απ' τη Μικρά Ασία, δικηγόρος διαπρεπής, αριστερός. Ελεγε πάντα ότι «μία ιδιοκτησία μας αρκεί, δεν χρειαζόμαστε άλλες». Η ιδιοκτησία αυτή ήταν ένα παλιό σπίτι, κτισμένο το 1840 στην Αίγινα, σε ένα κτήμα με 200 φιστικιές. «Αυτός ήταν ο παράδεισός μας. Περνούσαμε εκεί όλα μας τα καλοκαίρια». Σπούδασε στην Αθήνα, στη νότια Γαλλία και στην Ελβετία.
Είναι διπλωματούχος της Σχολής Μεταφραστών και Διερμηνέων (αγγλικά, γαλλικά, ρωσικά). Εχει μεταφράσει Ντίλαν Τόμας, Σέξπιρ, Μαγιακόφσκι, Πούσκιν και άλλους. Μετράει περίπου 15 ποιητικές συλλογές.
Γράφει από 7 ετών. Δεν θυμάται τον εαυτό της να μη γράφει. Το πρώτο ποίημά της που δημοσιεύθηκε είχε τίτλο «Μοναξιά». Το διάβασε πρώτα ο νονός της, Νίκος Καζαντζάκης, και ενθουσιάστηκε. Εστειλε επιστολή στον συγγραφέα, διευθυντή και ιδρυτή του λογοτεχνικού περιοδικού «Καινούργια Εποχή», Γιάννη Γουδέλη, προτρέποντάς τον να το δημοσιεύσει γιατί «είναι το ωραιότερο ποίημα που διάβασα ποτέ».
Σάν στα 17 της έγραψε το πρώτο της, δημοσιευθέν, ποίημα με τίτλο «Μοναξιά», σήμερα, στα «ανάποδα» ακριβώς χρόνια, 71, στον καιρό της μεγάλης δυστοκίας μας, πώς θα το τιτλοφορούσε; «Απελπισία. Τι άλλο να πει κάποιος γι' αυτήν την κρίση; Δεν θυμάμαι ποτέ άλλοτε τον τόπο μας σε τέτοια, καταθλιπτική κατάσταση. Εγώ έχω παραλύσει. Δεν είναι μόνο οι απεργίες και όλες οι ταλαιπωρίες. Είναι ότι κανένας δεν ξέρει τι θέλει ακριβώς, τι θέλει να κερδίσει, τι έχει κερδίσει, ποια είναι ακριβώς η κατάσταση την οποία θέλει να βελτιώσει; Χάος! Η μόνη λέξη που μπορώ να βρω είναι αυτή. Χάος! Ζω σ' έναν πανικό που δεν τον είχα ποτέ. Ξυπνώ κάθε πρωί και δεν ξέρω τι θα συμβεί».
Στα ποιήματα που γράφει τώρα το μόνο που πραγματικά την ενδιαφέρει είναι «να καθρεφτίζει ακριβώς αυτό που αισθάνομαι». Η μόνη της ελπίδα, για να βγούμε απ' όσα σήμερα μας πνίγουν, είναι η καταστροφή. «Δεν βλέπω κάτι άλλο ικανό να μας αναγεννήσει. Κάπου έχει κολλήσει το πράγμα. Για μένα, στο πασιφανές, από τότε που γίναμε λάτρεις του καινούριου μονοθεϊσμού, που είναι το χρήμα. Ούτε η Αριστερά εξαιρείται από αυτήν την κατάσταση. Απλώς λέει περισσότερα "μπλα-μπλα" από τους άλλους. Εχει να προτείνει τίποτα η κ. Παπαρρήγα; Τίποτα δεν έχει. Τίποτα. Κανείς δεν έχει όραμα, εκτός από κόλπα για να ακουμπήσει το χρήμα».
«Αναρωτιέμαι τι άλλους συνδυασμούς
θα εφεύρει η ζωή
ανάμεσα στο τραύμα της οριστικής εξαφάνισης
και το θαύμα της καθημερινής αθανασίας»
*********
Το κομμάτι αυτό δημοσιεύτηκε στην "Κυριακάτικη" Ελευθεροτυπία που κυκλοφόρησε χθες, Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010.
Η κ. Αγγελάκη-Ρουκ ήταν για μένα, μόλις την αντίκρυσα να κάθεται σ' ένα τραπεζάκι στο "Φίλιον", μέσα, κοντά στο τζάμι, αυτό ακριβώς που έβλεπα μέσα από τα ποιήματά της: ένας άνθρωπος εντελώς αποσπασμένος από αυτό που φαίνεται. Αρχίσαμε να μιλάμε γιά "πράγματα και καταστάσεις" προτού κάν συστηθούμε. Κι όπως κυλούσε η συζήτηση, από μόνες τους έβρισκαν θέση οι ... συστάσεις.
"Οι περιπέτειες με την υγεία μου ευθυνονται αποκλειστικά που ειμαι κοσμοπολίτισσα."
"Και μένα το μεγάλωμά μου στην Αφρική, για τις φοβίες μου".
"Εγω, φοβόμουν μόνο μη μείνω μόνη. Ηθελα κόσμο γύρω μου"
"Εγω, πάλι, πνιγόμουν στη πολυκοσμία. Οταν είχαν τραπέζι σπίτι οι δικοί μου, τρύπωνα και κρυβόμουν στη κρεβατοκάμαρη".
"Ετοιμαζόμουν να πάω στη Γαλλία, να γνωρίσω από κοντά τον νονό μου, τον Νίκο Καζαντζάκη. Μία εβδομάδα πρίν φύγω πέθανε. Και έτσι έχασα την ευκαιρία να τον συναντήσω, να πάμε κάπου να πιούμε καφέ μαζί και να μιλήσουμε".
"Εγω έχασα τον πατερα μου στα 15, όταν μόλις είχα αρχίσει να τον γνωρίζω. Ως τότε, εσώκλειστος σε σχολείο στην Αφρική, δεν τον ήξερα σχεδόν. Πέθανε το δειλινό μιας μέρας που παίζαμε μαζί, στη θάλασσα, τρείς ώρες".
Καί συνεχίσαμε έτσι...
Το κείμενο γράφτηκε υπό τη γνωστή πίεση του αμείλικτου δημοσιογραφικού χρόνου. Στις 3 το μεσημέρι φύγαμε από το "Φίλιον", ώς τις 8 το βράδυ έπρεπε να παραδώσω το κομμάτι. Αν είχα άλλη μιά μέρα μπροστά μου, θα ηταν πολύ διαφορετικό - έτσι συμβαίνει με πολλές συνεντεύξεις-features. Γι' αυτό και φυλάω το "ακατέργαστο υλικό", για να το αναπλάσω σε χρόνο και σε μέσο διαφορετικό...
ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΑΣ ήταν για τις 12 το μεσημέρι στο «Φίλιον» -παλιό κι αγαπημένο της στέκι. Φτάσαμε και οι δύο με καθυστέρηση. Εκείνη έκανε 40 λεπτά απ' το σπίτι της, στην Ασκληπιού, για να φτάσει στη Σκουφά. Απεργούσαν πάλι οι εργαζόμενοι στα μέσα συγκοινωνίας. Η Αθήνα και οι δύσμοιροι πολίτες της βίωναν μία ακόμη ημέρα ασφυξίας. «Τι πράγμα είν' αυτό;» διαμαρτυρήθηκε μόλις συστηθήκαμε. «Μα δεν καταλαβαίνουν, επιτέλους, αυτοί που απεργούν κλείνοντας τους δρόμους ότι τους συνανθρώπους τους χτυπάνε, όχι το σύστημα; Τι τους φταίνε οι καημένοι καταστηματάρχες που, μέσα σ' αυτήν την κρίση, περιμένουν πώς και πώς αυτές τις λίγες μέρες να εισπράξουν δυο δεκάρες;»
Ομολογώ πως δεν περίμενα να άρχιζε έτσι η πρώτη μου κατ' ιδίαν γνωριμία με την κ. Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, μια από τις σημαντικότερες εν ζωή ποιήτριές μας, που το 'χα χρόνια καημό και λαχτάρα να τη συναντήσω και να της κάνω χίλιες-δυο ερωτήσεις. Για τον Ρουκ. Για τον νονό της, τον Νίκο Καζαντζάκη. Για τις λέξεις που γεννά «στον άγλωσσο τούτο κόσμο». Τα γαλλικά, τη ρωσίδα νταντά της, τις μεταφράσεις της. Για το παρθεναγωγείο. Για τα προβλήματα με την υγεία της, τις εγχειρήσεις, τα κοσμοπολίτικα και σοσιαλιστικά της χρόνια. Για τη ζωή που τώρα νιώθει ότι της φεύγει...
«Μ' αρέσει να υπάρχω, αλλά τώρα πια δεν βρίσκω τίποτα το ορεκτικό στην ύπαρξη» μου λέει, πίνοντας μία ακόμη γουλιά από την μπίρα της, προαναγγέλλοντας με αυτήν τη φοβερή, για μένα, κατάθεση, την κυκλοφορία, τον ερχόμενο Φεβρουάριο, της καινούριας ποιητικής συλλογής της «Η ανορεξία της ύπαρξης». Τρώει ελάχιστα. Τρεις μπουκιές είναι όλο της το φαγητό. Θα πιει δυο ποτήρια κόκκινο κρασί το μεσημέρι. Ισως ένα ουζάκι το βράδυ. Και στη βόλτα, όποτε τύχει, καμιά μπιρίτσα. Παλιά, έπινε περισσότερο. Δεν την πείραζε ποτέ, λέει. Τον άνδρα της, όμως, πολύ. Εφυγε πριν από 5 χρόνια...
Σαράντα τρία χρόνια μαζί. Ηταν και οι δύο 24 ετών όταν γνωρίστηκαν, το 1963, σε μια αθηναϊκή ταβέρνα. Ο Ρόντνι Ρουκ ήταν κλασικός φιλόλογος, απόφοιτος του Κέμπριτζ, με ειδικότητα βιβλιοθηκάριου. Ερχόταν κάθε καλοκαίρι στη χώρα μας, λάτρης και προσκυνητής της αρχαίας Ελλάδας. Τρεις μήνες μετά τη γνωριμία τους σ' εκείνο το καπηλειό, παντρεύτηκαν.
«Ποτέ δεν θα πάψω να επαναλαμβάνω πόσο τυχερή αισθάνομαι γιατί είχα αυτόν τον τέλειο σύζυγο. Φοβερά μορφωμένος, όλο το κεφάλι του ήταν μια βιβλιοθήκη. Ανθρωπος ευαίσθητος, πολύ χαμηλών τόνων, ταπεινός. Γενναιόδωρος. Οσο πιο πολύ συνηθίζω στην απουσία του, πιο πολύ μου λείπει. Και αυτό με τρελαίνει».
Η ποίηση, βέβαια, τη βοηθάει πολύ. Είναι, λέει, «ο πιο μεγάλος νοσοκόμος μου». Πέρασε αρκετός καιρός από τον θάνατο του Νίνο, όπως τον αποκαλούσε, για να μπει και πάλι σε ρυθμούς δημιουργίας. Δεν γράφει πολύ για τον θάνατο. Εκείνο όμως που την απασχολεί, λέει, «είναι το τέλος της ζωής». Η στιγμή που ο άνθρωπος φεύγει. Τώρα στα 71 της χρόνια, αυτή «η αίσθηση του τέλους» είναι έντονη μέσα της και δηλώνει ότι δεν μπορεί να την αντιμετωπίσει. Εκείνο που τη δυσκολεύει πιο πολύ είναι που το μυαλό της είναι «καθαρό όσο ποτέ», και παρ' όλ' αυτά δυσκολεύεται να συλλάβει «αυτό το τέλος».
Νιώθω το πρόσωπό μου σφιγμένο και προσπαθώ να μην το δείξω. Βλέπω το δικό της ήρεμο, με μια γλύκα απερίγραπτη. Δεν φοβάται; αναρωτιέμαι. «Χρωστάω τη ζωή μου στον φόβο» γράφει «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα». Στον κόσμο τον δικό της, έχει φτιάξει μια δική της χώρα που τη λέει Λυπιού. «Είναι μια χώρα που έφτιαξα για να 'μαι πάντα ένα μ' αυτά που 'χω χάσει».
Ο Νίνο της την έλεγε «Mouse», δηλαδή «Ποντικάκι». Ξανακοιτάω το πρόσωπό της και χαμογελάω, γιατί μου φαίνεται ακριβώς αυτό. Βγαίνουμε έξω για φωτογραφία και κάνει «όχι» όταν πάω να τη βοηθήσω στο περπάτημα. «Είμαι κουτσή, αλλά όχι ανίκανη» λέει. «Από μικρή, δεν είχα κανένα κόμπλεξ. Ετρεχα, έκανα γυμναστική, δεν ένιωσα ποτέ μου ανάπηρη, παρά μόνο όταν έφυγε ο Ρόντνι».
Περνάει πολλές ώρες στο σπίτι. Οταν δεν εργάζεται και δεν βγαίνει για κάποια βόλτα, βλέπει τηλεόραση. Ειδήσεις και τούρκικα σίριαλ, μετά μανίας. Τα λατρεύει. Της θυμίζουν «την ελληνική οικογενειοκρατία του '60». Ο μπαμπάς, η επιχείρηση. Η κόρη. Ο γαμπρός. Το σόι.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Ο πατέρας της ήταν απ' τη Μικρά Ασία, δικηγόρος διαπρεπής, αριστερός. Ελεγε πάντα ότι «μία ιδιοκτησία μας αρκεί, δεν χρειαζόμαστε άλλες». Η ιδιοκτησία αυτή ήταν ένα παλιό σπίτι, κτισμένο το 1840 στην Αίγινα, σε ένα κτήμα με 200 φιστικιές. «Αυτός ήταν ο παράδεισός μας. Περνούσαμε εκεί όλα μας τα καλοκαίρια». Σπούδασε στην Αθήνα, στη νότια Γαλλία και στην Ελβετία.
Είναι διπλωματούχος της Σχολής Μεταφραστών και Διερμηνέων (αγγλικά, γαλλικά, ρωσικά). Εχει μεταφράσει Ντίλαν Τόμας, Σέξπιρ, Μαγιακόφσκι, Πούσκιν και άλλους. Μετράει περίπου 15 ποιητικές συλλογές.
Γράφει από 7 ετών. Δεν θυμάται τον εαυτό της να μη γράφει. Το πρώτο ποίημά της που δημοσιεύθηκε είχε τίτλο «Μοναξιά». Το διάβασε πρώτα ο νονός της, Νίκος Καζαντζάκης, και ενθουσιάστηκε. Εστειλε επιστολή στον συγγραφέα, διευθυντή και ιδρυτή του λογοτεχνικού περιοδικού «Καινούργια Εποχή», Γιάννη Γουδέλη, προτρέποντάς τον να το δημοσιεύσει γιατί «είναι το ωραιότερο ποίημα που διάβασα ποτέ».
Σάν στα 17 της έγραψε το πρώτο της, δημοσιευθέν, ποίημα με τίτλο «Μοναξιά», σήμερα, στα «ανάποδα» ακριβώς χρόνια, 71, στον καιρό της μεγάλης δυστοκίας μας, πώς θα το τιτλοφορούσε; «Απελπισία. Τι άλλο να πει κάποιος γι' αυτήν την κρίση; Δεν θυμάμαι ποτέ άλλοτε τον τόπο μας σε τέτοια, καταθλιπτική κατάσταση. Εγώ έχω παραλύσει. Δεν είναι μόνο οι απεργίες και όλες οι ταλαιπωρίες. Είναι ότι κανένας δεν ξέρει τι θέλει ακριβώς, τι θέλει να κερδίσει, τι έχει κερδίσει, ποια είναι ακριβώς η κατάσταση την οποία θέλει να βελτιώσει; Χάος! Η μόνη λέξη που μπορώ να βρω είναι αυτή. Χάος! Ζω σ' έναν πανικό που δεν τον είχα ποτέ. Ξυπνώ κάθε πρωί και δεν ξέρω τι θα συμβεί».
Στα ποιήματα που γράφει τώρα το μόνο που πραγματικά την ενδιαφέρει είναι «να καθρεφτίζει ακριβώς αυτό που αισθάνομαι». Η μόνη της ελπίδα, για να βγούμε απ' όσα σήμερα μας πνίγουν, είναι η καταστροφή. «Δεν βλέπω κάτι άλλο ικανό να μας αναγεννήσει. Κάπου έχει κολλήσει το πράγμα. Για μένα, στο πασιφανές, από τότε που γίναμε λάτρεις του καινούριου μονοθεϊσμού, που είναι το χρήμα. Ούτε η Αριστερά εξαιρείται από αυτήν την κατάσταση. Απλώς λέει περισσότερα "μπλα-μπλα" από τους άλλους. Εχει να προτείνει τίποτα η κ. Παπαρρήγα; Τίποτα δεν έχει. Τίποτα. Κανείς δεν έχει όραμα, εκτός από κόλπα για να ακουμπήσει το χρήμα».
«Αναρωτιέμαι τι άλλους συνδυασμούς
θα εφεύρει η ζωή
ανάμεσα στο τραύμα της οριστικής εξαφάνισης
και το θαύμα της καθημερινής αθανασίας»
*********
Το κομμάτι αυτό δημοσιεύτηκε στην "Κυριακάτικη" Ελευθεροτυπία που κυκλοφόρησε χθες, Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010.
Η κ. Αγγελάκη-Ρουκ ήταν για μένα, μόλις την αντίκρυσα να κάθεται σ' ένα τραπεζάκι στο "Φίλιον", μέσα, κοντά στο τζάμι, αυτό ακριβώς που έβλεπα μέσα από τα ποιήματά της: ένας άνθρωπος εντελώς αποσπασμένος από αυτό που φαίνεται. Αρχίσαμε να μιλάμε γιά "πράγματα και καταστάσεις" προτού κάν συστηθούμε. Κι όπως κυλούσε η συζήτηση, από μόνες τους έβρισκαν θέση οι ... συστάσεις.
"Οι περιπέτειες με την υγεία μου ευθυνονται αποκλειστικά που ειμαι κοσμοπολίτισσα."
"Και μένα το μεγάλωμά μου στην Αφρική, για τις φοβίες μου".
"Εγω, φοβόμουν μόνο μη μείνω μόνη. Ηθελα κόσμο γύρω μου"
"Εγω, πάλι, πνιγόμουν στη πολυκοσμία. Οταν είχαν τραπέζι σπίτι οι δικοί μου, τρύπωνα και κρυβόμουν στη κρεβατοκάμαρη".
"Ετοιμαζόμουν να πάω στη Γαλλία, να γνωρίσω από κοντά τον νονό μου, τον Νίκο Καζαντζάκη. Μία εβδομάδα πρίν φύγω πέθανε. Και έτσι έχασα την ευκαιρία να τον συναντήσω, να πάμε κάπου να πιούμε καφέ μαζί και να μιλήσουμε".
"Εγω έχασα τον πατερα μου στα 15, όταν μόλις είχα αρχίσει να τον γνωρίζω. Ως τότε, εσώκλειστος σε σχολείο στην Αφρική, δεν τον ήξερα σχεδόν. Πέθανε το δειλινό μιας μέρας που παίζαμε μαζί, στη θάλασσα, τρείς ώρες".
Καί συνεχίσαμε έτσι...
Το κείμενο γράφτηκε υπό τη γνωστή πίεση του αμείλικτου δημοσιογραφικού χρόνου. Στις 3 το μεσημέρι φύγαμε από το "Φίλιον", ώς τις 8 το βράδυ έπρεπε να παραδώσω το κομμάτι. Αν είχα άλλη μιά μέρα μπροστά μου, θα ηταν πολύ διαφορετικό - έτσι συμβαίνει με πολλές συνεντεύξεις-features. Γι' αυτό και φυλάω το "ακατέργαστο υλικό", για να το αναπλάσω σε χρόνο και σε μέσο διαφορετικό...
Saturday, December 25, 2010
Ευχές
Δεν τα καταφέρνω καλά σ' αυτά, ιδίως ετουτες τις μέρες που λέγονται και γράφονται τα τυποποιημένα. Ο βομβαρδισμός από ευχές είναι ανηλεής στις εποιχές που ζούμε; SMS, e-mails, ηλεκτρονικές κάρτες, τηλεφωνήματα, skype, κλπ. Μου λείπουν πολύ οι παλιές, καλές χριστουγεννιάτικες κάρτες. Μέχρι πρίν από κάποια χρόνια, ήταν τόσες πολλές, που τις κρεμούσαμε στον τοίχο πάνω σ' ένα σχοινί, ή τις "πιάναμε" με συνδετήρα επάνω σε μια κορδέλλα, και ήταν μέρος του χριστουγεννιάτικου ντεκόρ. Ο γραφικός χαρακτήρας του καθένα, ηταν η προσωπική του κατάθεση στις ευχές που μοίραζε σε φίλους και γνωστούς. Τέτοια κάρτα, "χειροποίητη", έλαβα φέτος μόνο από την αδελφουλα μου που ζεί στην Αγγλία, όπου μερικά έθιμα ακόμα αντέχουν. Και επειδή, ίσως, οι φίλοι εδώ θα με παρεξηγούσαν εάν τους έστελνα και εγω, περιορίστηκα μόνο να στείλω κάρτες στους ενοίκους της πολυκατοικίας μου, υπό το ... πρόσχημα ότι το κάνω ως νέος διαχειριστής. Ευχομαι, μόνο, να μήν το εκλάβουν ώς "πολιτικάντικη χειρονομία", και να με ψηφίσουν στο ίδιο πόστο και του χρόνου!
Οπως και νάχει, ευχαριστώ από καρδιάς όλους και όλες για τις ευχές τους, και δανείζομαι με τη σειρά μου μια ευχή από την φίλη μου Ελένη Σπανοπούλου:
Η Καινούργια Χρονιά, ό,τι κι άν μας κόψει, να μήν αγγίξει την υγεία, την πίθστη, την δύναμη, την υπομονή και την ανθρωπιά μας.
Οπως και νάχει, ευχαριστώ από καρδιάς όλους και όλες για τις ευχές τους, και δανείζομαι με τη σειρά μου μια ευχή από την φίλη μου Ελένη Σπανοπούλου:
Η Καινούργια Χρονιά, ό,τι κι άν μας κόψει, να μήν αγγίξει την υγεία, την πίθστη, την δύναμη, την υπομονή και την ανθρωπιά μας.
Η ασήμαντη, δική μας, οικονομική κρίση...
...Και να, επιτέλους, ένα ουσιαστικό μήνυμα των ημερών, από έναν άνθρωπο φωτισμένο, τον Πανοσιολογικότατο Αρχιμανδρίτη, π. Θεμιστοκλή Αδαμόπουλο από τη Σιέρρα Λεόνε. Το απόσπασμα αυτό είναι από την σειρά "Αληθινές Ιστορίες" της ΕΤ3, που ειναι από τις καλύτερες εκπομπές που υπάρχουν στην ελληνική τηλεόραση. Μου τοι έστειλε ο φίλος μου Γιώργος Λιγνός, και είναι το ωραιότερο δώρο που έλαβα σημερα για τη γιορτή μου.
Friday, December 24, 2010
Οι μίζεροι των Χριστουγέννων...
Εντάξει. Εγώ είμαι από εκείνους που «χαζεύουν» τα Χριστούγεννα. Μου αρέσουν πάρα πολύ. Τα περιμένω πως κα πως. Χαίρομαι όταν έρχονται, και τα απολαμβάνω με τον ίδιο ενθουσιασμό που τα απολάμβανα όταν ήμουν ποαιδί. Ας με συγχωρέσουν, λοιπόν, όσοι τους τη σπάει αυτή η γιορτή, αλλά και που ταυτόχρονα φροντίζουν να κοινοποιούν, με αρκετό δηλητήριο ειν’ αλήθεια, το πως και γιατί τους την σπάει. Μού θυμίζουν έναν πολύ αυστηρά μεγαλωμένο συμμαθητή μου στην Αφρική, τον Τζέρεμι, που όποτε τον ρωτούσε κάποιος «τι θα ήθελες αγόρι μου να σου φέρει φέτος ο Άη Βασίλης;», εκείνος έβαζε τα χέρια στη μέση, σαν ξεπεσμένος καθηγητής, και έλεγε «Άη Βασίλης δεν υπάρχει, είναι δημιούργημα των μεγάλων για να ξεχνάμε, εμείς τα παιδιά, τα προβλήματά μας»!
Αργότερα, όταν μεγαλώσαμε, σκέφτηκα πολλές φορές ότι οι γονείς του Τζερεμι θα πρέπει να ήταν τίποτα κομμουνιστές, αλλά εκείνα τα χρόνια, μέσα δεκαετίας του ’60, που να βρεθούν κομμουνιστές, και μάλιστα λευκοί, στην αγγλοκρατούμενη τόιτε Ροδεσία;
Θαθελα πολύ, όμως, να μάθαινα που κατέληξε εκείνο το παιδί, να μάθαινα επίσης ποια προβλήματα είχαμε τότε, όλα τα παιδιά εκεί, που βάλθηκε «η συνωμοσία των Χριστουγέννων» να μας κάνει να ξεχάσουμε.
Υπερβάλλω, όμως, και εγω με την αντίδρασή μου για τον Τζέρεμι, που μάλλον ηταν, απλώς, ένα ακόμα από τα εκατομμύρια παιδιά του κόσμου που θέλουν, πριν από την ώρα τους, να δείξουν ότι μεγάλωσαν. Πιο πολύ τα έχω με τα σημερινά «μεγάλα παιδιά» - ενήλικες, τακτικούς αρθογράφους σε εφημερίδες, περιοδικά, blogs και free press – που κάθε χρόνο, τέτοιες μέρες, αισθάνονται την υποχρέωση να βγουν φόρα παρτίδα και να ανακοινώσουν στον κόσμο όλον γιατί μισούν τα Χριστούγεννα.
Και καλά να τα μισούν εάν τους φέρνουν στη μνήμη κάποιο δυσάρεστο γεγονός που συνέβη τέτοιες μέρες παλιότερα – αυτό, μπορώ να το καταλάβω. Αλλά να τα μισούν επειδή κάνουν, λέει, άλλους ανθρώπους να συμπεριφέρνονται χαρούμενα, σαν μικρά παιδιά, «ενώ δεν έχουν κανέναν λόγο να είναι», υπερβαίνει κάθε λογική, όπως και εάν αυτή ορίζεται.
Δεν τους αρέσουν τα δέντρα. Θεωρούν τα στολίδια κιτς. Πιστεύουν ότι το πάρε-δώσε των δώρων είναι σκέτη υποκρισία. Χαρακτηρίζουν τα χριστουγεννιάτικα κάλαντα χαζοχαρούμενα τραγουδάκια. Αποδοκιμάζουν τα έθιμα όλα. Ενοχλούνται από την εμπορευματοποίηση των γιορτινών ημερών. Τους αποδιοργανώνει και τους κάνει να φαίνονται πιο μίζεροι απ’ ότι είναι «το παραμύθι των Χριστουγέννων».
Σήμερα, δεν χόρταινα ν’ ανοίγω τη πόρτα μου για να μπουν στο σπίτι παιδιά να μας πουν τα κάλαντα. Ο μίζερος του … διπλανού εντύπου είχε βάλει ωτασπίδες, να μην ακούει το κουδούνι…
Tuesday, December 21, 2010
ΟΧΙ! ΜΗΝ ΚΑΝΕΤΕ ΤΙΠΟΤΑ κ.ΥΠΟΥΡΓΕ...
Παρακολουθούσα τις προάλλες μια συνέντευξη, στο δελτίο ειδήσεων του Mega, με τον Υπουργός Περιφερειακής Ανάπτυξης και Ανταγωνιστικότητας κ. Μιχάλη Χρυσοχοίδη. Μια φράση του με ενόχλησε, αλλά δεν με παραξένεψε διότι, όπως σκέφτηκα μετα, είναι ενδεικτική της νοοτροπίας σχεδόν όλων των πολιτικών στον τόπο μας. Είπε, λοιπόν, θέλοντας να τονίσει ίσως ότι τα σκληρά οικονομικά μέτρα δεν θα εμποδίσουν τελικά την ανάπτυξη, ότι η ίδια η κυβέρνηση θα φτιάξει 50 έως 60 επιχειρήσεις-φορείς, που θα προσφέρουν, λέει, δουλειά σε πολλή κόσμο. Δικαίως, ο Γιάννης Πρετεντέρης αντέδρασε τότε, ρωτώντας τον «τι πάει να πει θα φτιάξετε επιχειρήσεις;», αλλά ο κ. Χρυσοχοίδης, που για μένα είναι από τις καλές περιπτώσεις στην πολιτική, ήταν τόσο συνεπαρμένος με την ανακοίνωσή του, που δεν άκουγε τι του έλεγε ο δημοσιογράφος.
Αυτή και μόνο η φράση λοιπόν – «θα φτιάξουμε εμείς καινούργιες επιχειρήσεις» - δείχνει ξεκάθαρα ότι δεν έχουν μάθει τίποτα από το πάθημά τους, και ότι εξακολουθούν, ακόμα και όταν μιλάνε βαρύγδουπα για "καινοτομίες", "νεες ιδέες", και λοιπά, να εννοούν ότι και πάλι το κράτος θα έχει το πάνω χέρι.
Ε, λοιπόν, όχι! Δεν θέλουμε το κράτος να φτιάξει καμία επιχείρηση. Δεν είναι δουλειά του αυτή, και να την αφήσει σε άλλους που την ξέρουν καλύτερα. Το μόνο που έχει να κάνει, είναι να εξασφαλίσει σε όποιον θελήσει να επενδύσει τα χρήματά του, συνθήκες φιλικές (να μην ταλαιπωρείται ό άνθρωπος από γραφειοκρατία και διεφθαρμένους κρατικούς λειτουργούς), έντιμους και καθαρούς κανόνες στο παιχνίδι. Τίποτ' άλλο. Μακρυά κι αγαπημένοι. Γιατί το "όλοι μαζί" το πληρώσαμε, και το πληρώνουμε ακόμα, πολύ ακριβά.
ΕΝΑ BLOG ΠΟΥ ΞΕΧΩΡΙΖΕΙ
Υπάρχουν φορές που, όταν διαβάζω κάτι που "ακολουθεί" κατα γράμμα, θαρρείς, τη σκέψη μου, ενθουσιάζομαι, και από "καλή ζήλεια", λέω "αυτό θά ήθελα να το είχα γράψει εγώ".
http://maecenas.capitalblogs.gr/listArticles.asp
Στο blog που διαφημίζω τωρα (με χαρά, και χωρίς καμμία τύψη - δυστυχώς, στην Ελλάδα, ο καλός λόγος γίνεται ύποπτος και ο κακός επαινείται), ο φίλος μου ο Γιώργος με έχει αναγκάσει πολλές φορές να το πώ. Ομως, η ουσία είναι άλλη: Ειναι παρήγορο, όσο τίποτ' άλλο, που βρίσκεις ανθρωπους με τους οποίους, ακόμα και εάν γνωρίζεσαι πολύ λίγο, μπορείς να συνεννοηθείς, να ανταλλάξεις δυο κουβέντες ωραίες, και να νοιωσεις ότι δεν ειναι όλα γκρεμισμένα στον τόπο μας.
http://maecenas.capitalblogs.gr/listArticles.asp
Στο blog που διαφημίζω τωρα (με χαρά, και χωρίς καμμία τύψη - δυστυχώς, στην Ελλάδα, ο καλός λόγος γίνεται ύποπτος και ο κακός επαινείται), ο φίλος μου ο Γιώργος με έχει αναγκάσει πολλές φορές να το πώ. Ομως, η ουσία είναι άλλη: Ειναι παρήγορο, όσο τίποτ' άλλο, που βρίσκεις ανθρωπους με τους οποίους, ακόμα και εάν γνωρίζεσαι πολύ λίγο, μπορείς να συνεννοηθείς, να ανταλλάξεις δυο κουβέντες ωραίες, και να νοιωσεις ότι δεν ειναι όλα γκρεμισμένα στον τόπο μας.
Monday, December 20, 2010
Ζούμε πιο πολύ, γιατί ξεγελάσαμε τα Ταμεία
Ο έλληνας καθηγητής ογκολογίας από τη Γερμανία βλέπει στα επιτεύγματα της ιατρικής ακόμα έναν λόγο για τη σημερινή κρίση
ΣΗΜΕΡΑ, με τον δόκτορα Νίκο Ζαμπόγλου, που τον είχαμε φιλοξενήσει στη σελίδα την περασμένη Κυριακή, θα μιλήσουμε για κακοήθειες στην ογκολογία αλλά και στην κοινωνία. Για μάχες που κερδίζονται καθημερινά, αλλά και για δικούς μας ανθρώπους που φεύγουν αναπάντεχα. Περπατάμε στους δρόμους της άγριας Αθήνας και φιλοσοφούμε για τα προνόμια των φτωχών, μα και τη φτώχεια των προνομιούχων. Το φακελάκι και τις πλαστές υπερωρίες. Τη Μέρκελ και τον Γκάισλερ...
Ο κ. Ζαμπόγλου δεν είναι αυτό που θα ονόμαζε κάποιος «συνηθισμένος γιατρός» και καθόλου δεν σου «φατσάρει» για αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Οταν πήγαμε να τον βρούμε στην πανεπιστημιακή κλινική του Οφενμπαχ, όπου διευθύνει το Ογκολογικό Τμήμα, μας υποδέχθηκε με παπούτσια κατακόκκινα και ρολόι ασορτί. Στους τοίχους πίνακες μοντέρνας ζωγραφικής, δικής του επιλογής, για να κυριαρχεί το χρώμα σε έναν χώρο όπου οι άνθρωποι συνήθως τα βλέπουν όλα μαύρα.
Η κωνσταντινουπολίτικη ρίζα του του έχει αφήσει βαθιά νοσταλγία για ό,τι δεν γνώρισε, παρά μόνο από αφηγήσεις, βιβλία, γεύσεις και μουσικές. Αγαπημένο του τραγούδι το «εμπρός, της ΑΕΚ παλικάρια» και το ρεπερτόριο συμπληρώνεται από Καζαντζίδη μέχρι και Μίκη, Μάνο, Σαββόπουλο, Λοΐζο, Μούτση και Τόκα. Ο πρώτος και ο τελευταίος πέθαναν στα χέρια του. «Ο Στέλιος», λέει, «ήταν μια προσωπικότητα τεράστια. Γλυκός, γενναιόδωρος και δίκαιος άνθρωπος. Οταν έφυγε, ήταν σαν να τον έβλεπα να βγαίνει από "την άλλη πόρτα της ζωής" που τόσο συνταρακτικά ερμηνεύει σε ένα από τα μεγάλα τραγούδια του». Περπατάμε στους δρόμους της πληγωμένης Αθήνας, μασουλώντας εκείνος ένα σαλονικιώτικο κουλούρι κι εγώ τα νύχια μου, τσατισμένος με όλους αυτούς τους επιτυχημένους έλληνες επισκέπτες από το εξωτερικό που έρχονται εδώ και ενθουσιάζονται ακόμα και με τις ασχήμιες μας. Σαν τον Βέγγο που, σε μια ταινία, επιστρέφει στην Αθήνα από την επαρχία και βάζει όλο το πρόσωπό του στην εξάτμιση αυτοκινήτου για να αναπνεύσει «αχ, καυσαέριο αγαπημένο»!
Ετσι που περπατάμε, όμως, και καθώς πεταγόμαστε από τη μια κουβέντα στην άλλη, η... οικολογική μας επισήμανση φέρνει στον γιατρό διάθεση φιλοσοφική και, με έναν συγκλονιστικό μονόλογο, μας μιλάει για την κακοήθεια των κυττάρων και των ανθρώπων:
«Τα κακοήθη κύτταρα δεν σέβονται τα όριά τους. Ενα καρκίνωμα του ήπατος μπορεί να εισβάλει στο νεφρό ή σε άλλο όργανο, χωρίς να λάβει υπ' όψιν καθόλου τα... σύνορα του άλλου οργάνου. Δεν σέβονται, επίσης, τους κανόνες της Φύσης. Πολλαπλασιάζονται, χωρίς να υπολογίζουν τι συμβαίνει γύρω τους. Ο,τι, δηλαδή, χρειάζονται και άλλα όργανα ουσίες για να τραφούν. Δημιουργούν μεταστάσεις, πετάγονται σε άλλα όργανα πολύ μακριά και φτιάχνουν εκεί "κοινωνικές", δικές τους, ομάδες. Παράλληλες συμπεριφορές βλέπουμε και στον άνθρωπο. Ούτε αυτός αρκείται στον δικό του χώρο και προσπαθεί να επεκταθεί σε χώρους ξένους -είτε γειτόνων, είτε εθνών άλλων. Σύνορα δεν σέβεται, σε κανόνες δεν υπακούει και προσπαθεί να πολλαπλασιάσει τα υπάρχοντά του, δηλαδή να αυξηθεί ο ίδιος, χωρίς να σκεφθεί καν εάν μένει κάποιο υπόλοιπο για άλλους. Το ανησυχητικό ποιο είναι; Τα κακοήθη κύτταρα, στο τέλος της ημέρας, αυτοκαταστρέφονται. Είναι τόσο αδηφάγα, τόσο λαίμαργα, που στο τέλος καταστρέφουν τον οργανισμό μέσα στον οποίο βρίσκονται, μαζί και με τον ίδιο τον οργανισμό. Αυτό, ακριβώς, όμως, είναι που φοβάμαι σήμερα και με την κακοήθεια του ανθρώπου. Προπαντός με την συμπεριφορά του απέναντι στη Φύση. Είναι τόσο αδηφάγος, που πολύ φοβάμαι ότι θα έχει το ίδιο τέλος με εκείνο των κακοήθων κυττάρων στο σώμα του. Δηλαδή, θα καταστρέψει τη Φύση του, το περιβάλλον του, και στο τέλος θα αυτοκαταστραφεί και ο ίδιος».
Ο κ. Ζαμπόγλου πάντα αναφέρεται σε «κακοήθειες». Δεν λέει «καρκίνος». Ούτε, βεβαίως, «επάρατος νόσος». Ποτέ δεν λέει σε ασθενείς του πόσο έχουν να ζήσουν ακόμα. Εχει δει, πολλές φορές, τις προβλέψεις ιατρών να διαψεύδονται. «Υπάρχει άλλη δύναμη;» τον ρωτώ. «Οχι, υπάρχει η ανυπέρβλητη δύναμη του ανθρώπου» απαντά. «Εχετε σκεφτεί ότι μπορεί και εσείς να νοσήσετε από καρκίνο;» «Βεβαίως. Και τον περιμένω! Δεν είμαι απροετοίμαστος, αλλά πάλι δεν ξέρω πώς θα δεχτώ μια τέτοια διάγνωση. Κανείς δεν ξέρει».
Αυτόν τον καιρό, περνάει μια σκληρή, προσωπική, περιπέτεια. Η διάγνωση ήρθε από το πουθενά, απρόβλεπτη εντελώς, ασυμπτωματική, και αφορά δικό του, αγαπημένο πρόσωπο. «Το σοκ είναι μεγάλο, αλλά μετά αρχίζεις να αντιμετωπίζεις το πρόβλημα βαθύτατα προσωπικά. Περνάς ξαφνικά στην άλλη όχθη, αποκτάς μια καινούρια οπτική γωνία, καταλαβαίνεις ακόμα καλύτερα τους συγγενείς των άλλων σου ασθενών και βλέπεις, ακόμα πιο πλατιά, τις προεκτάσεις που έχει αυτή η διάγνωση, μέσα στην οικογένεια και στον κοινωνικό σου χώρο».
Τελευταία, έχουμε την εντύπωση ότι ο καρκίνος θερίζει. Ολο και για κάποιον γνωστό σου θα ακούσεις μαντάτο κακό. Τι γίνεται; Πεθαίνουν περισσότεροι άνθρωποι σήμερα από καρκίνο; Εμφανίστηκαν καινούριες κακοήθειες; Παλιά, γιατί δεν ακούγαμε τόσο συχνά ότι ο τάδε πέθανε από την... καταραμένη αυτή νόσο; «Διαφορετικές εποχές, άλλες συνθήκες ζωής, άλλα δεδομένα στην ιατρική. Παλιά, λέγανε για κάποιον ότι κιτρίνισε από το κακό του, στενοχωρήθηκε, χόντρυνε η κοιλιά του και πέθανε. Σήμερα, όλα αυτά εξηγούνται πια επιστημονικά».
Κάθε μέρα, η επιστήμη κερδίζει μάχες στον αγώνα της κατά του καρκίνου. Σήμερα, στην ογκολογία, ο μέσος όρος επιβίωσης είναι υψηλότερος από ποτέ. Περίπου το 35-40% των ασθενών έχουν δυνατότητα πλήρους ίασης». Αυτές οι επιτυχίες της ιατρικής, κατά τον κ. Ζαμπόγλου, ευθύνονται και για τα μεγάλα οικονομικά προβλήματα που αντιμετωπίζουμε σήμερα, διότι «υπολόγισαν όλα τα ταμεία ότι θα πεθάνεις μέχρι τα 70 σου χρόνια το πολύ και εσύ τους ξεγέλασες και ζεις ως τα 78-80».
«Για τις ασφαλιστικές εταιρείες και τους ασφαλιστικούς οργανισμούς, ο ιδανικότερος πελάτης είναι εκείνος που πεθαίνει δύο μέρες, έναν μήνα μετά, ή και την ίδια μέρα που είναι να πάρει τη σύνταξή του» μας λέει.
Μια νόσος που έχει μείνει στάσιμη στην Ελλάδα είναι αυτή που ακούει στο όνομα «φακελάκι». Ρωτάμε τον διαπρεπή καθηγητή ογκολογίας εάν έχει μια εξήγηση και μια θεραπεία.
«Αυτό το φακελάκι εξυπηρετούσε αφάνταστα το ελληνικό κράτος, γιατί κρατούσε χαμηλή τη μισθοδοσία των γιατρών, οι οποίοι, όπως τόσες άλλες κοινωνικές τάξεις εργαζομένων, αναγκάστηκαν να συμπληρώσουν το εισόδημά τους με το επίδομα και την πλαστή υπερωρία. Εάν εξαρχής οι άνθρωποι αμείβονταν ικανοποιητικά, δεν θα υπήρχε σήμερα η νόσος. Το κράτος, όμως, όχι μόνο επέλεξε να συντηρήσει αυτήν την κακοήθεια, αλλά ενθάρρυνε τους ίδιους τους εργαζόμενους να δεχτούν παράνομο συμβιβασμό: γράψε πλαστές υπερωρίες κι εγώ θα σ' τις πληρώνω. Χρόνια κράτησε αυτή η ανωμαλία. Και τώρα, έρχεται το κράτος να την καταργήσει λες και δεν ήταν δική του ανακάλυψη».
Το κομματι δημοσιευτηκε στη Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία στις 19.12.2010
Sunday, December 19, 2010
ΤΟΜΑΣΟ ΠΑΝΤΟΑ-ΣΚΙΟΠΑ (1940-2010)
Ο στενός συνεργάτης, και σύμβουλος του Πρωθυπουργού κ. Γιώργου Παπανδρέου σε θέματα οικονομίας, Ιταλός πρώην Υπουργός οικονομικών της χώρας του (2006-2008), επί κυβερνήσεως Ρομάνο Πρόντι, που ηταν στενός φίλος του, οικονομολόγος και τραπεζίτης Τομάσο Πάντοα-Σκιόπα, έφυτγε ξαφνικά από τη ζωή το βράδυ του Σαββάτου, σε ηλικία 70 ετών από καρδιακή προσβολή. Ήταν σε δείπνο με φίλους και συνεργάτες του στο Μέγαρο Σακκέττι στη Ρώμη, για να ανταλλάξουν ευχές για τα Χριστούγεννα. Κάποια στιγμή δεν αισθάνθηκε καλά, ζήτησε συγγνώμη από τους παρευρισκομένους και αποχώρησε. Καθ’ οδόν προς το νοσοκομείο, έπαθε ανακοπή καρδιάς και πέθανε.
Σπούδασε Οικονομικά στο Πανεπιστήμιο Μποκκόνι του Μιλάνου, και έκανε μεταπτυχιακά στο Ινστιτουτο Τεχνολογίας της Μασαζουσέτης (Μ.Ι.Τ.)
Το BBC τον περιγράφει ως «έναν από τους διανοούμενους αρχιτέκτονες του ενιαίου νομίσματος της Ευρωπης», και αναφέρει ότι η τελευταία δουλειά του, ως άμμισθος σύμβουλος της ελληνικής κυβέρνησης «είναι ένα θαυμάσιο παράδειγμα της απόλυτης αφοσίωσής του στο να μοιράζεται τα εξαίσια χαρίσματά του στην οικονομία για το καλό της κοινωνίας».
Μόλις μαθεύτηκε η είδηση του θανάτου του, ο Πρωθυπουργός κ. Παπανδρέου έκανε την ακόλουθη δήλωση:
«Με μεγάλη λύπη πληροφορήθηκα την αιφνίδια απώλεια του Tommaso Padoa - Schioppa.
Υπήρξε εξαιρετικός άνθρωπος και λαμπρός επιστήμονας. Με λόγο βαρύνοντα και καθοριστική δράση στην χώρα του, στην Ευρώπη, σε όλο τον κόσμο.
Η συμβολή του στη δημιουργία και την πορεία του Ευρώ ήταν ανεκτίμητη. Ήταν ένας από τους αρχιτέκτονες του Ευρώ, ένας μεγάλος Ευρωπαίος, ένας βαθύτατα προοδευτικός άνθρωπος, που πίστευε στο παρόν και στο μέλλον του κοινού Ευρωπαϊκού μας νομίσματος, σε μία πολιτική Ευρώπη.
Επί δεκαετίες η παρουσία του στις οικονομικές εξελίξεις στην Ιταλία ήταν διακριτή. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα την ανάληψη του Υπουργείου Οικονομικών στην κυβέρνηση Prodi.
Είχα την τύχη να τον γνωρίσω και να συνεργαστώ μαζί του.
Θέλησε σε μια δύσκολη στιγμή για την Ελλάδα να συμπαρασταθεί και έμπρακτα.
Ανταποκρίθηκε άμεσα και θετικά στην πρότασή μου, πριν από λίγους μήνες, να συνεργαστούμε στην προσπάθεια που καταβάλλει η χώρα μας, για να αντιμετωπίσουμε αυτή την μεγάλη και πρωτόγνωρη κρίση που ταλανίζει την Ελλάδα και τους Έλληνες.
Γνώριζε καλά ότι η κρίση που ξεκίνησε στην Ελλάδα είχε διαστάσεις Ευρωπαϊκές. Και συνέβαλε στις προτάσεις που κατέθεσε η Ελλάδα σε πρόσφατες Συνόδους Κορυφής για την αντιμετώπιση μιας γενικευμένης οικονομικής κρίσης.
Αισθάνομαι χρέος να αναγνωρίσω την μεγάλη και ανιδιοτελή συμβολή του σε αυτήν την δύσκολη μάχη που δίνει η χώρα μας. Ήταν από τους πρώτους που πίστεψαν στην προσπάθειά μας και μίλησε δημόσια γι’ αυτή.
Σε αυτήν την προσπάθεια υπήρξε πραγματικός Έλληνας.
Θα τον θυμόμαστε πάντα με αγάπη και ευγνωμοσύνη.
Στους οικείους του εκφράζω τα θερμά μου συλλυπητήρια.»
ΖΑΚΛΥΝ ΝΤΕ ΡΟΜΙΓΥ (1913-2010)
Ένας πολύ σημαντικός άνθρωπος των γραμμάτων, η Γαλλίδα ακαδημαϊκός και ελληνήστρια Ζακλύν Ντε Ρομιγύ, η μία από τις δύο, μόλις, γυναίκες που μπήκαν ποτέ στην Γαλλική Ακαδημία, (ή άλλη ήταν η συγγραφέας Μαργκερίτ Γιουρσενάρ), πέθανε χθες, Σάββατο 18 Δεκεμβρίου 2010, σε ηλικία 97 ετών, στο παγωμένο και σκεπασμένο από χιόνι Παρίσι.
Όποτε κάποιος (δημοσιογράφος, συνήθως) την ρωτούσε «ποιος είναι ο ακριβής τίτλος σας;», πολύ κοφτά, αλλά πάντοτε μ ευγένεια, απαντούσε «μόνο φιλόλογος». Όλα τα έγκυρα, πάντως, διεθνή μέσα ενημέρωσης, εκτός από την ακαδημαίκή της διάκριση, την παρουσίαζαν χθες ως διαπρεπή ελληνίστρια «που αφιέρωσε την ζωή της μελετώντας και γράφοντας για τον πολιτισμό και την γλώσσα στην Αρχαία Ελλάδα» (Γαλλικό Πρακτορείο Ειδήσεων AFP).
Στις 7 Μαίου 1991 η Ακαδημία Αθηνών υποδέχτηκε, με κάθε επισημότητα, την Καθηγήτρια Jacqueline de Romilly, «ξένον εταίρον της». Στην προσφώνησή του, ο τότε Πρόεδρος της Ακαδημίας Αθηνών, Μιχαήλ Σακελλαρίου, δανείστηκε ένα απόσπασμα από τον δικό της λόγο, όταν δήλωνε σε ένα από τα βιβλία της ότι στοχεύει «περισσότερο τις ιδέες για τους θεσμούς, παρά τους ίδιους τους θεσμούς, περισσότερο τις σκέψεις για τα γεγονότα, παρά τα ίδια τα γεγονότα».
Ιδού και μία φράση της για την ελευθερία:
«Η ελληνική εμπειρία συνεχίζει την πορεία της και παράγει πάντα τους καρπούς της, χωρίς τους οποίους η ζωή μας θα ηταν διαφορετική».
Ένα από τα πιο γνωστά (και τολμώ να πω, πιο συναρπαστικά) της βιβλία, είναι ντο «Η Αρχαία Ελλάδα σε Αναζήτηση της Ελευθερίας», που κυκλοφόρησε το 1992 από τις εκδόσεις «Το Στάχυ».
Στην Ζακλύν ντε Ρομιγύ απεδόθη, τιμής ένεκεν, το 1995, η ελληνική ιθαγένεια, και κηρύχτηκε Πρέσβειρα του Ελληνισμού από την τότε ελληνική κυβέρνηση.
«Είναι μία πραγματική απώλεια για την χώρα μας», δήλωσε σήμερα στο γαλλικό ραδιόφωνο «France info» η Helene Carrere, μόνιμη γραμματέας της Γαλλικής Ακαδημίας.
Σύμφωνα με την κ. Carrere, η Ζακλύν ντε Ρομιγύ υπέφερε πολύ βλέποντας την φθορά, σε παγκόσμιο επίπεδο, των σπουδών της αρχαίας ελληνικής Γραμματείας – πρώτα απ’ όλα, θα συμπληρώναμε εμείς, στην ίδια την Ελλάδα.
«Ο καλύτερος τρόπος για να τιμήσουμε την μνήμη της», κατέληξε η κ. Carrere, «είναι να δώσουμε μεγάλη σημασία στην ελληνική γλώσσα, για την οποία ήταν, στη χώρα μας, η πιο ένθερμη υποστηρίκτρια».
Friday, December 17, 2010
ΚΩΛΟΕΛΛΗΝΕΣ
Ενα σκληρό, πικρό τραγούδι του Διονύση Σαββόπουλου που γιορτάζει σήμερα. Κάθε λέξη του όμως είναι αληθινή. Πέρα ως πέρα. Ειναι στον δίσκο του "Το Κούρεμα", όπου το ερμηνευει με την Ελευθερία Αρβανιτάκη. Γράφτηκε στα τέλη της δεκαετίας του '80. Είτε το ακούσαμε, είτε όχι, τίποτα δεν άλλαξε. Απλώς λέμε "δίκιο έχει", και προχωράμε, κάνοντας τα ίδια και χειρότερα. Οντως, "η χάρτα αυτού του κράτους κρύβει απάτη". Και πίσω από κάθε απάτη, είναι η φωτογραφία κάποιου που όλοι ξέρουμε πολύ καλά.
Thursday, December 16, 2010
ΕΠΙΣΤΡΟΦΗ ΣΤΟ ΡΑΔΙΟΦΩΝΟ...
Για μία, μόνο, εκπομπή. Αλλά, τι εκπομπή;
Την Δευτέρα, 20 Δεκεμβρίου, ο υποφαινόμενος θα δώσει στις 8 η ώρα το πρωί, το εναρκτήριο λάκτισμα, όπως λέμε στο ποδόσφαιρο, μιας μαραθώνιας εκπομπής που υπόσχεται να είναι μία από τις καλύτερες που θα έχουν μεταδοθεί ποτέ από ελληνικό ραδιόφωνο. Θα μεταδοθεί από το Ράδιο Φιλία 106,7, (και μετά τις 3 το απόγευμα από το «Κόκκινο στα 105,5), μέχρι τα μεσάνυχτα, και θα είναι αφιερωμένη στο θεραπευτικό πρόγραμμα «Στροφή», σε κάθε παιδί, σε κάθε άνθρωπο που δίνει αγώνα να απεξαρτηθεί, όχι μόνο από τα ναρκωτικά, αλλά από κάθε τι που μολύνει τις ψυχές και καταστρέφει τη ζωή μας.
Στη συχνότητα του «Φιλία», θα συναντηθούμε φίλοι του ραδιοφώνου, και ο καθένας, για μία ώρα, θα κάνει την δική του εκπομπή. Όπως θέλει. Με μουσικές από το σπίτι του, όχι από κονσέρβα. Και με λόγια και σκέψεις που, όσο ποτέ άλλοτε, έχουμε την ανάγκη να μοιραστούμε, με άλλους. Ιδού το πρόγραμμα:
8-9: Χρήστος Μιχαηλίδης
9-10: Άκης Έβενης.
10-11: Γιάννης Καλαμίτσης – Γιώργος Χουδαλάκης
11-12: Παύλος Τσίμας – Γιώργος Μουχταρίδης
12-1: Μενέλαος Καραμαγγιώλης
1-2: Κωνσταντίνος Τζούμας
2-3: Χρήστος Φερεντίνος-Κώστας Μαραβέγιας
3-4: Κώστας Αρβανίτης
4-5: Οδυσσέας Ιωάννου
5-6: Πάνος Χρυσοστόμου
6-7: Μάκης Μηλάτος
7-8: Άρης Δαβαράκης
8-9: Γιάννης Πετρίδης
9-10: Μάκης Προβατάς – Αντώνης Πανούτσος – Γρηγόρης Ψαριανός
10-11: Γιάννης Τριάντης
11-12: Κατερίνα Ακριβοπούλου
Καλή αντάμωση, και καλή ακρόαση.
ΚΑΛΑ ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ ΚΥΡΙΕ ΛΩΡΕΝΣ
MERRY CHRISTMAS MR LAWRENCE
Δραματική/Πολεμική – Αγγλία/Ιαπωνία – 1983 -120’
1 Βραβείο BAFTA για καλύτερο soundtrack
Υποψήφια για Χρυσό Φοίνικα στο Φεστιβάλ Καννών 1983
Σκηνοθεσία: Nagisa Oshima.
Σενάριο: Nagisa Oshima, Paul Mayersberg
Εμπνευσμένο από το αυτοβιογραφικό βιβλίο του Laurens Van der Post “The Seed and the Sower”
Κινηματογραφία: Toichiro Narushima.
Μουσική: Ryuichi Sakamoto
Με τους: Tom Conti (John Lawrence), David Bowie (Jack Celliers), Ryuichi Sakamoto (Captain Yonoi), Takeshi Kitano, Jack Thompson.
Ο Λοχίας Τζων Λώρενς είναι αιχμάλωτος των Ιαπώνων. Αποτελεί αίνιγμα ανάμεσα στους συγκρατούμενους του καθώς είναι ο μόνος που μπορεί να έχει ένα είδος επικοινωνίας με τους Ιάπωνες δεσμώτες του και μοιάζει ν’ αντιλαμβάνεται την κουλτούρα τους. Οι Ιάπωνες το γνωρίζουν και τον προκαλούν φέρνοντάς τον αντιμέτωπο με το σύστημα αξιών τους. Οι συνθήκες δυσκολεύουν όταν φέρνουν αιχμάλωτο τον σκληρό, υπερήφανο και θαρραλέο Λοχαγό Ζακ Σελιέ. Ο Λώρενς ξέρει πως οι φύλακες θα προσπαθήσουν να σπάσουν το ηθικό του Σελιέ και θα κάνουν τα πάντα γι’ αυτό. Αυτό που θ’ ακολουθήσει δεν είναι απλά μια μάχη για επιβίωση είναι κάτι πολύ περισσότερο, είναι η μάχη μεταξύ δύο κοσμοθεωριών.
Ο σκηνοθέτης αντιπαραθέτει τη στρατιωτική ακαμψία της παράδοσης με την ανθρωπιά, την απόλυτη χιμαιρική αντίληψη του ανδρισμού και της τιμής με τις συναισθηματικές και σεξουαλικές αδυναμίες, την ιαπωνική κουλτούρα με τη δυτική.
ΣΤΟΥΣ ΚΙΝΗΜΑΤΟΓΡΑΦΟΥΣ ΑΠΟ ΤΙΣ 23/12
ΣΕ ΕΠΑΝΕΚΔΟΣΗ
ΜΕ ΚΑΙΝΟΥΡΙΕΣ ΚΟΠΙΕΣ 35 mm
Οι "σουρταφερταραίοι" των σκουπιδιών…
Αυτός είναι ο τίτλος ενός εξαιρετικού άρθρου που γραφει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος στο καινούργιο site aixmi.gr, που έχει υπότιτλο "οι ιδέες που μοιράζονται δεν πεθαίνουν ποτέ". Παραθέτω την πρώτη, μόνο, παράγραφο.
"Έχω αρκετές δεκαετίες στην πλάτη μου. Με βαραίνουν. Αλλά τα αποθέματα κουράγιου που έχω μέσα μου, με κρατάνε γερά. Δηλαδή, όσο και αν βλέπω ότι τα πράγματα στη Ελλάδα πάνε από το κακό στο χειρότερο, πάντοτε βρίσκω μια γωνιά, απ’ όπου διακρίνω, σε κάποιο βάθος, ένα χαμόγελο. Αλλά στο ζήτημα των σκουπιδιών, αισθάνομαι, από χρόνια, ηττημένος. Γιατί γνωρίζω ότι δεν πρόκειται ν’ αλλάξει τίποτα προς το καλύτερο, όσο συνεχίζεται αυτό το απαράδεκτο πάρε-δώσε, ανάμεσα σε άρχοντες και εργαζόμενους.Κοινοτάρχες (πρώην), δημάρχους και συνδικαλιστές."
Η συνέχεια στο aixmi.gr, όπου θα αρθρογραφεί και η αφεντιά μου.
"Έχω αρκετές δεκαετίες στην πλάτη μου. Με βαραίνουν. Αλλά τα αποθέματα κουράγιου που έχω μέσα μου, με κρατάνε γερά. Δηλαδή, όσο και αν βλέπω ότι τα πράγματα στη Ελλάδα πάνε από το κακό στο χειρότερο, πάντοτε βρίσκω μια γωνιά, απ’ όπου διακρίνω, σε κάποιο βάθος, ένα χαμόγελο. Αλλά στο ζήτημα των σκουπιδιών, αισθάνομαι, από χρόνια, ηττημένος. Γιατί γνωρίζω ότι δεν πρόκειται ν’ αλλάξει τίποτα προς το καλύτερο, όσο συνεχίζεται αυτό το απαράδεκτο πάρε-δώσε, ανάμεσα σε άρχοντες και εργαζόμενους.Κοινοτάρχες (πρώην), δημάρχους και συνδικαλιστές."
Η συνέχεια στο aixmi.gr, όπου θα αρθρογραφεί και η αφεντιά μου.
Πως η ανάγκη γίνεται Ιστορία...
Ενα από τα ωραιότερα τραγουδια του Θάνου Μικρούτσικου, η "Ρόζα", σε ποιηση Αλκαίου. Ελεγα παλιά, ότι όποιος τολμήσει να το πεί, εκτός από τον Μητροπάνο, θα είναι εγκληματίας. Αναθεωρώ. Η ερμηνεία αυτή από τα Υπόγεια Ρεύματα, προσφέρει ένα άλλο, εξίσου συγκλονιστικό άκουσμα.
Η μή βία θέλει κότσια. Η ωμή, όχι.
Η βία του κράτους μπορεί να νικηθεί ΜΟΝΟ όταν αντιδράσουν σε αυτήν με αποφασιστικότητα, αλλά χωρίς βία, οι απλοί πολίτες. Υπάρχουν τρόποι δυναμικοί, αλλά και ειρηνικοί, για ν αναδείξει κάποιος ένα πρόβλημα, να εκθέσει εκείνον που το προκαλεί, και να κερδίσει την υποστήριξη όσων πειστούν ότι το δίκιο είναι με το μέρος του.
Ο Μαχάτμα Γκάντι απέδειξε ότι λίγες χιλιάδες Βρετανών στρατιωτών και αξιωματούχων δεν θα μπορούσαν με τίποτα να ελέγξουν και να καταστείλουν εκατομμύρια Ινδών εάν οι τελευταίοι αρνηθούν να συνεργαστούν μαζί τους. Σ’ αυτόν τον αγώνα, οι Ινδοί υπέμειναν την βία των Αγγλων αποικιοκρατών χωρίς να ανταποδώσουν ούτε ένα κτύπημα. Θέλει κότσια να το κάνεις αυτό. Πολύ περισσότερα από το να κτυπήσεις εσύ.
Αντέχοντας την βία του άλλου, χωρίς να προσφεύγεις και εσύ σ’ αυτήν, εκθέτεις περισσότερο τις αδυναμίες του, και στο τέλος τον αποδυναμώνεις. Υπάρχουν πράγματα, έλεγε ο Γκάντι, για τα οποία είμαι έτοιμος να πεθάνω. Δεν υπάρχει τίποτα όμως, συνέχισε, για το οποίο θα μπορούσα να σκοτώσω.
Οι σύγχρονες κοινωνίες προτιμούν πιο εύκολες λύσεις. Η τρομοκρατία είναι μία από αυτές, και δεν έχει ποτέ, πουθενά, πετύχει το παραμικρό. Οι αυτοαποκαλούμενοι επαναστάτες γίνονται χειρότεροι από εκείνους που κατηγορούν και επιλέγουν να εξοντώσουν. Κανένα κράτος στον κόσμο δεν έγινε λιγότερο αυταρχικό και βίαιο επειδή φοβήθηκε τα κτυπήματα των λεγόμενων αντιεξουσιαστών. Αντίθετα, έγινε χειρότερο και οι απλοί πολίτες πλήρωσαν πάλι τα σπασμένα.
Στη σημερινή πορεία στο κέντρο της Αθήνας, πραγματικοί επαναστάτες ήταν εκείνοι που περπατούσαν με βλέμμα στο οποίο αποτυπωνόταν ξεκάθαρα η απόγνωσή τους. Ήταν εκείνοι που κρατούσαν ένα πανό που έγραφε «δεν αντέχουμε άλλο». Εκείνοι που έστελναν ολοφάνερα το μήνυμα «άς πληρώσουν κι άλλοι».
Η βίαιη επίθεση εναντίον του βουλευτή και πρώην υπουργού της Νέας Δημοκρατίας, Κωστή Χατζιδάκη, ήταν μία βάρβαρη ενέργεια από απολίτιστους ανθρώπους. Το μόνο που πέτυχαν ήταν να φύγει η προσοχή από τον ωραίο αγώνα των εργαζομένων, και να επικεντρωθεί για μία ακόμη φορά στα πρόσωπα που δεν έχουν κάν το θάρρος να ξεκουκουλωθούν. Το σύστημα, θα πρέπει τελικά να ευγνωμονεί αυτά τα «στοιχεία» για τις πολύτιμες υπηρεσίες που του προσφέρουν. Και, κάποια στιγμή, αυτή η ειρηνική, αλλά όχι αδύναμη, ούτε παθητική μάζα των απλών πολιτών, θα πρέπει να αντισταθεί σ’ αυτά τα «στοιχεία» με την ίδια δύναμη και αποφασιστικότητα που αντιστέκεται στην όποια βίαιη και αυταρχική εξουσία. Το ίδιο πράγμα είναι…
ΥΓ.: Στην τηλεόραση σήμερα, Πεμπτη 16 Δεκεμβρίου, είδα τις σκηνές της άναδρης είθεσης κατα του κ. Χατζιδάκι. Τελικα, δεν ηταν μόνο κουκουλοφόροι και αντιεξουσιαστές. Ηταν και αυτοί που ονομάζουμε "οργισμένοι πολίτες", μερικοί από τους οποίους είναι πιο επικίνδυνοι και από τους στυγνότερους εγκληματίες.
Σ' ένα ειδησεογραφικό site χθες, συγκεκεριμένα στο Newsit.gr, διάβασα ανάμεσα στα πολλά σχόλια αναγνωστων για την επ΄θεση κατα του κ. Χατζιδάκι, και αυτό εδώ που υπογραφεται από την Κατερίνα Κυριαζή. Το παραθέτω όπως είναι, με τα greeklish του, για να διαπιστώσουμε το κατάντημα της κοινωνίας μας:
ΥΓ.: Στην τηλεόραση σήμερα, Πεμπτη 16 Δεκεμβρίου, είδα τις σκηνές της άναδρης είθεσης κατα του κ. Χατζιδάκι. Τελικα, δεν ηταν μόνο κουκουλοφόροι και αντιεξουσιαστές. Ηταν και αυτοί που ονομάζουμε "οργισμένοι πολίτες", μερικοί από τους οποίους είναι πιο επικίνδυνοι και από τους στυγνότερους εγκληματίες.
Σ' ένα ειδησεογραφικό site χθες, συγκεκεριμένα στο Newsit.gr, διάβασα ανάμεσα στα πολλά σχόλια αναγνωστων για την επ΄θεση κατα του κ. Χατζιδάκι, και αυτό εδώ που υπογραφεται από την Κατερίνα Κυριαζή. Το παραθέτω όπως είναι, με τα greeklish του, για να διαπιστώσουμε το κατάντημα της κοινωνίας μας:
"Katerina Kyriazi10:02 am
"kai ligo htane xathike na ton katharisoun epitopou? kai apo pou kai ws pou plhrwnoume astynomia na prostateuei to kathe kathiki? psofo edw kai twra kai as pane oi astynomikoi na prostatespoun ta pragmatika afentika tous dhladh ton aplo ellhna polith pou tous plhrwnei".
Αποκαρδιωτικό.
Wednesday, December 15, 2010
Της κρίσης...
Σκέψεις αλλόκοτες. Αταξινόμητες. Ίσως, όμως, κάποια στιγμή, τώρα απροσδιόριστη εντελώς, μπορέσει κάποιος άλλος εαυτός μου να τις συνθέσει με ψυχραιμία, και ν αποφασίσει τότε εάν έχουν κάποια αξία, ή αν πρέπει, απλώς, να διαγραφούν δια παντός.
Είναι αργά, βράδυ Τρίτης, και μόλις ολοκληρώθηκε η συζήτηση και ψηφοφορία στη Βουλή για τα έκτακτα οικονομικά μέτρα που αφορούν τα εργασιακά και τις ΔΕΚΟ (Δημόσιες Επιχειρήσεις Κοινής Ωφέλειας). Το λεγόμενο «πολυνομοσχέδιο» υπερψηφίστηκε, και το ΠΑΣΟΚ έχασε έναν ακόμα βουλευτή του, τον εκ Πρεβέζης κ. Ευάγγελο Παπακώστα, που το καταψήφισε.
Οι συζητήσεις που γίνονταν όλες αυτές τις μέρες στα τηλεοπτικά κανάλια, πρόσθεσαν ελάχιστα στις γνώσεις μας, αλλά μεγάλωσαν ακόμα περισσότερο τον θυμό που εδώ και καιρό έχει εγκατασταθεί μέσα μας, και δεν λέει να φύγει.
Σε κάθε «νέο κεφάλαιο» που ανοίγεται, ένα ακόμα παράλογο επίδομα, μία ακόμα πριγκηπική σύνταξη δημοσίου λειτουργού (;), ένας ακόμα μισθός που ξεπερνάει το όριο της λογικής, ένα ακόμα πρόσωπο εμβρόντητο, ένας ακόμα φόβος που επαληθεύεται, μία ακόμα πολιτική απόφαση που γυρεύει να ταυτοποιηθεί με τον δράστη, μία ακόμα, ανάμεσα σε άπειρες άλλες, πολιτική ανωμαλία, με την οποία συμβιώναμε όλοι, αλλά δεν είχαμε αντιληφθεί, όπως τώρα αποδεικνύεται, τις θανάσιμες επιπτώσεις της.
Ο γιατρός που ξέρω, θυμάται με πολύ ξεκάθαρο τρόπο την προτροπή της πολιτείας (διά των όποιων «αρμόδιων φορέων» της) προς εκείνον και τους συναδέλφους του να παρουσιάζουν πλαστές υπερωρίες, ώστε να ενισχύσουν τον μισθό τους που παραδεχόταν το κράτος ότι δεν ήταν «στο ύψος των περιστάσεων». Αυτή η ενθάρρυνση στην παρανομία, που διατηρήθηκε επί χρόνια στον τόπο αυτόν τον σάπιο, έγινε … σύμβαση.
Σύμβαση που εξυπηρέτησε το κράτος, αφού κράτησε τους μισθούς χαμηλά, και εξασφάλισε έτσι μικρότερης κλίμακας συνταξιοδοτικές υποχρεώσεις. Και παρόλ’ αυτά, χρεοκόπησε! Με όλο το μαύρο χρήμα που κυκλοφορούσε κατάφεραν, αυτοί που μας κυβέρνησαν επί 30 τόσα χρόνια, να το διαλύσουν το μαγαζί.
Κι’ είν’ ακόμα απαθείς! Οι αποψινές ομιλίες τους στη Βουλή, σε τίποτα δεν θυμισαν ομιλίες ανθρωπων που έχουν πάρει ένα μάθημα γερό, και εκφράζονται, επιτέλους, διαφορετικά. Τις ίδιες σαλαμάρες που έλεγαν τόσα χρόνια, λένε και τώρα. «Πρέπει να…». «Είναι χρέος μας να ….». «Εσείς τι κάνατε;…». «Ειμαστε αποφασισμένοι να …».
Μια ζωή τους θυμάμαι να είναι … αποφασισμένοι να.
Μια ζωή τους ακούω να λένε ότι «με ευθύνη» θα κάνουν το «άλφα» η το «βήτα».
Μια ζωή μας διαβεβαιώνουν ότι δεν θα λογαριάσουν το πολιτικό κόστος, και όμως μόνο αυτό λογάριασαν.
Εναλλάσσονταν στην εξουσία. Όταν κυβερνούσαν οι μέν, οι δε έκαναν διάλειμμα, έκαναν κριτική, έπιναν καφέδες, έραβαν κουστούμια, και περίμεναν να έρθει η σειρά τους. Τα χρόνια της αντιπολίτευσης, ήταν για αυτούς ένα ωραίο sabbatical.
Τα μοιράστηκαν όλα. «Φταίμε όλοι», λένε τώρα, αλλά δεν έχουν συναίσθηση της σοβαρότητας της λέξεως «φταιμε». Συνήθως, όταν ένας άνθρωπος αναγνωρίζει ότι έκανε ένα μεγάλο σφάλμα, αποσύρεται για ένα διάστημα, δεν παραμένει στην «πρώτη γραμμή της επικαιρότητος», είναι προσεκτικός πλέον ως προς το τι λέει και τι κάνει, δείχνει, εν πάση περιπτώσει, ότι είναι στενοχωρημένος, ότι έχει μετανιώσει, και ότι θα αλλάξει.
Τούτοι εδώ, όλοι τους, είναι ακόμα χαρούμενοι. Ακόμα κάνουν sabbatical. Πίνουν καφέ στο Φίλιον ή στο Da Capo, και συζητούν πως θα βγούμε από την κρίση.
Και δίπλα τους, περνούν, κάθε μέρα, τα μπλοκα των διαδηλωτών. Δικοί τους άνθρωποι, οι περισσότεροι. Συνδικαλιστές, παράγοντες, κολαούζοι. Και ακολουθούν, οι εργαζόμενοι, με τις σβησμένες, σήμερα, υπερωρίες τους, διαγραμμένα τα επιδόματα, εξαφανισμένα τα δώρα, κομμένα τα φτερά τους. Πάλι καλά που απλώς φωνάζουν οι άνθρωποι…
Tuesday, December 14, 2010
Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ 1941-2010
Ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ, ειδικός αντιπρόσωπος της κυβέρνησης Ομπάμα στο Αφγανιστάν και στο Πακιστάν, πέθανε χθες, Δευτέρα 12 Δεκεμβρίου 2010, σε νοσοκομείο της Ουάσιγκτον, στο οποίοι είχε εισαχθεί εσπευσμένως την περασμένη Παρασκευή, με ρήξη αορτής. Χειρουργήθηκε αμέσως, χρειάστηκε και νέα επέμβαση το Σάββατο, αλλά δεν μπόρεσε να αποφύγει το μοιραίο. Ήταν σε συνάντηση με την Υπουργό Εξωτερικών, κ. Χίλαρι Κλίντον, στο γραφείο της στην Ουάσιγκτον, όταν αισθάνθηκε έντονους πόνους στο στήθος και έχασε τις αισθήσεις του. Η εφημερίδα New York Times τον χαρακτηρίζει ως diplomatic troubleshooter, που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει «διπλωμάτης αποστολών σε πολυτάραχες περιοχές». Η αποστολή του σε Αφγανισταν και Πακιστάν ξεκίνησε το 2009, με στόχο να προσπαθήσει να φέρει σταθερότητα σε μία περιοχή όπου η αντοχή των Ταλιμπάν αποδεικνύεται μεγάλη, και η επικράτηση (με εκλογικές νοθείες) διεφθαρμένων κυβερνήσεων ακατανίκητη. Ο Ρίτσαρντ Χόλμπρουκ ήταν ο αρχιτέκτονας της Συνθήκης του Ντέιτον, το 1995 με την οποία τερματίστηκε ο πόλεμος στη Βοσνία. Είχε ενεργή ανάμειξη στο Μακεδονικό, και ήταν βαθύς γνώστης του Κυπριακού. Ήξερε την πολιτική στη περιοχή των Βαλκανίων όσο ελάχιστοι στην άλλη μεριά του Ατλαντικού. Η διεθνής πολιτική ήταν το πάθος του. Στη δεκαετία του ’70 ήταν διευθυντής του έγκυρου περιοδικού Foreign Policy, και στα χρόνια που ακολούθησαν είχε στήλη δική του (columnist) στην Washington Post. Είχε γράψει και δυο βιβλία, αλλά δεν περίμενε βέβαια από αυτά βιοποριστική εξασφάλιση. Εργάστηκε σε επενδυτική τράπεζα στην Wall Street, όπου έβγαλε και εκατομμύρια, σύμφωνα με την New York Times, καθώς επίσης και ως σύμβουλος στην εταιρεία Public Strategies που αργότερα πουλήθηκε στην Lehman Brothers. Σπούδασε Ιστορία στο Πανεπιστήμιο Brown. Σκοπός του ήταν να γίνει δημοσιογράφος, αλλά τον απέρριψε η New York Times το 1962 και μπήκε στο State Department. Παντρεύτηκε 3 φορές. Έχει δύο γιούς από τον πρώτο του γάμο. Γεννήθηκε το 1941 στο Μανχάταν, όπου έζησε όλη του τη ζωή, όσο δηλαδή δεν έλειπε σε αποστολές.
Sunday, December 12, 2010
«Πιστεύω στην Ελλάδα, πιστεύω στον Ελληνα»
Ο Νίκος Ζαμπόγλου, καθηγητής ακτινοογκολογίας στη Γερμανία, έκανε δύο «λάθη»: θέλησε να φέρει την πρωτοπόρα μέθοδο της βραχυθεραπείας στη χώρα του. Δεύτερον να νομίζει ότι το ελληνικό Δημόσιο θα του εγκρίνει τα μηχανήματα που χρειάζονται!
ΕΝΑΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΓΙΑΤΡΟΣ στο Οφενμπαχ, επαγγελματικά «γερμανοποιημένος», καταξιωμένος διεθνώς στο «αντικείμενό» του, την επεμβατική ακτινοθεραπεία. Ψυχολογικά και συναισθηματικά «αναλλοίωτος μέσα στις παραδόσεις του», με ρίζες γερές από Μικρά Ασία, Κύπρο και Ελλάδα.
Ο ελληνικός εαυτός του, ο προσωπικός, βάλλεται από εκείνους που θαυμάζουν και επαινούν τον άλλον, τον επαγγελματικό. Η Ελλάδα, στην οποία τώρα αρχίζει να επιστρέφει, περνάει ζόρι γερό, και η Γερμανία της το υπενθυμίζει συνεχώς, με τρόπο που πονάει. Πώς το βιώνει αυτό εκεί, άραγε; Πώς το αντέχει; Πώς το διαχειρίζεται με «ελληνική καρδιά» και «μυαλό γερμανικό»;
«Συγνώμη», του λέω, «αλλά είστε στα καλά σας, να θέλετε να επιστρέψετε στην Ελλάδα, τώρα που οι μισοί εδώ, ίσως και περισσότεροι, εάν μπορούσαν θα έφευγαν, και όπου τους βγάλει;»
Ο δρ Νίκος Ζαμπόγλου, γεννημένος το Φεβρουάριο του 1949 στην Κύπρο, από πατέρα Μικρασιάτη και μάνα Λεμεσιανή, είναι καθηγητής επεμβατικής ακτινοογκολογίας και διευθυντής της αντίστοιχης ογκολογικής κλινικής του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Οφενμπαχ, στη Γερμανία. Είναι επίσης αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, τιμηθείς για όλο το επιστημονικό του έργο, και κυρίως για την πρωτοπόρα δουλειά του στην ακτινοθεραπευτική μέθοδο της βραχυθεραπείας. Αυτή η μέθοδος τον φέρνει τώρα στην Ελλάδα, να αναλαμβάνει, σε συνεργασία με την κλινική του στο Οφενμπαχ, τη δημιουργία και λειτουργία μιας ανεξάρτητης μονάδας μέσα στην Κεντρική Κλινική Αθηνών.
Με τη βραχυθεραπεία αντί να ακτινοβολείται ο καρκίνος απ' έξω, με κίνδυνο να καταστρέψει και χρήσιμα κύτταρα γύρω από τον όγκο, μπαίνει μέσα σ' αυτόν ένα σύμπλεγμα από βελόνες-καθετήρες, μέσω των οποίων εισέρχεται η πηγή (δηλαδή η ακτινοβολία), που σταματά σε συγκεκριμένες θέσεις, για συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα.
«Σήμερα λοιπόν», μας λέει ο κ. Ζαμπόγλου, «διαπιστώνουμε ότι με εξειδικευμένες μεθόδους της βραχυθεραπείας, έχουμε π.χ. ίαση στην κακοήθεια του προστάτη περίπου στα ίδια ποσοστά με την εγχείρηση, διατηρώντας όμως και το όργανο, που είναι πολύ σημαντικό για την ποιότητα ζωής του ασθενούς».
Ομως, όσο ωραία και ελπιδοφόρα αν ακούγονται αυτά, να που άρχισαν κιόλας τα παρατράγουδα και το όνειρο αρχίζει κιόλας να μυρίζει κακιά Ελλάδα. «Αυτές οι θεραπείες είναι αυτονόητο ότι απαιτούν αξονικό τομογράφο-εξομοιωτή, γιατί χρειάζεσαι απεικόνιση πριν βάλεις τους καθετήρες. Η ελληνική πολιτεία, όμως, δεν μας έχει ακόμα εγκρίνει ότι χρειάζεται αυτός ο τομογράφος-εξομοιωτής», εξηγεί με μεγάλη δόση έκπληξης ο γιατρός.
Χωρίς έκπληξη εμείς, τον παρακολουθούμε.
«Την πρώτη φορά, η... αρμόδια επιτροπή το απέρριψε. Τη δεύτερη φορά, η νέα επιτροπή που συστάθηκε το ενέκρινε μεν, αλλά η απόφαση δεν μπορεί να εφαρμοστεί, γιατί η 9μελής αυτή επιτροπή δεν είναι ακόμα εγκεκριμένη, δεν έχει δηλαδή νομική υπόσταση».
Και με ποιο σκεπτικό, ρωτάμε, απέρριψε η πρώτη επιτροπή την αίτηση απόκτησης, εγκατάστασης και λειτουργίας του αξονικού τομογράφου-εξομοιωτή;
«Δεν ξέρω. Ειλικρινά δεν ξέρω. Στην καλύτερη περίπτωση, λέω πως είναι από άγνοια. Στη χειρότερη, δεν θέλω καν να το σκέφτομαι», απαντά.
Και επανερχόμαστε εμείς... θριαμβευτικά στο πρώτο μας ερώτημα: «Γιατί, καλέ μας άνθρωπε, έρχεστε τώρα να κάνετε δουλειά στην Ελλάδα, σε μία τόσο δύσκολη περίοδο μάλιστα;»
«Γιατί πιστεύω ότι η ανάγκη για καλές ιατρικές υπηρεσίες πάντα υπάρχει, και θεωρώ ότι έχω σε αυτόν τον τομέα κάτι να προσφέρω», απαντά.
«Ωραία», επιμένουμε. «Γιατί δεν πάτε στο Ντουμπάι; Σε άλλες πλούσιες αραβικές χώρες; Σε άλλη χώρα, όπου δεν θα σας απορρίψει καμία επιτροπή, χωρίς σοβαρή τεκμηρίωση, τον αξονικό τομογράφο-εξομοιωτή».
«Διότι είμαι Ελληνας. Τι σχέση έχω εγώ με το Ντουμπάι και τις αραβικές χώρες για να πάω εκεί; Νιώθω Ελληνας, αυτός είναι ο χώρος μου. Οταν έφυγα το 1966 από τον ελληνικό χώρο, συγκεκριμένα από την Κύπρο, πάντα η αναφορά μου ήταν εδώ. Και τώρα που έχω την ευκαιρία να το κάνω, δεν θα κολλήσω στην πρώτη ή ακόμα και στη δέκατη δυσκολία», είναι η... τελειωτική, και ομολογώ αποστομωτική του απάντηση.
Πριν από λίγο καιρό, τον επισκεφθήκαμε στον δικό του χώρο, στη Γερμανία. Την κλινική του, παραφράζοντας το «Οφενμπαχ Κλίνικουμ» τη λένε «Γκρίχενμπαχ Κλίνικουμ». Από τους 17 ιατρούς που έχει εκεί, οι 8 είναι Ελληνες. Από τους 12 φυσικούς, οι 6 είναι Ελληνες. «Ολα αυτά τα ελληνόπουλα, που διαπρέπουν και διακρίνονται εδώ, και που δεν είναι εξαίρεση, το κάνουν επειδή έχουν καλές υποδομές», μας λέει.
Και συνεχίζει: «Οι ελληνικές κυβερνήσεις στελεχώνονται από ανθρώπους οι οποίοι είναι κατώτεροι των περιστάσεων. Δεν μπορεί να είναι αλλιώς, αφού μας έφεραν σ' αυτό το χάλι. Κοιτάνε μόνο τα μικροπολιτικά τους συμφέροντα. Δεκαοκτώ χρόνια σ' αυτήν την κλινική, δεν με πήρε ποτέ ούτε ένας γερμανός πολιτικός για οποιοδήποτε ρουσφέτι».
Η ιατρική είναι, κατά τον κ. Ζαμπόγλου, και οικονομική επιστήμη. Στην Γερμανία, ως διευθυντής τμήματος, έχει την ευθύνη και για όλο το οικονομικό μπάτζετ της κλινικής του. «Μιας και γίνεται πολύς λόγος στην Ελλάδα για τα φάρμακα στα νοσοκομεία, εμένα δεν με συμφέρει να προσφέρει η δική μου κλινική υπερτιμημένα φάρμακα, γιατί θα χάσω μετά σημαντικό κονδύλι που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω για το προσωπικό. Με ενδιαφέρει η τιμή των φαρμάκων να είναι όσο το δυνατόν πιο χαμηλή, ούτως ώστε να έχω άλλα αποθέματα για το προσωπικό, για επενδύσεις σε μοντέρνα μηχανήματα, κλπ.».
Η διοίκηση του νοσοκομείου του μπορεί να του πει «αν θέλεις κι άλλο προσωπικό, μπορείς να πάρεις πέντε», αλλά δεν μπορεί, ούτε η διοίκηση ούτε κανένας να του πει ποιους πέντε θα πάρει. «Με ρωτήσατε πριν γιατί επιστρέφω στην Ελλάδα, ιδίως τώρα στην καρδιά της χειρότερής της κρίσης. Τι θέλετε δηλαδή; Να γίνει Ελβετία η Ελλάδα για να επιστρέψω σ' αυτήν;»
Κατανοώ, αλλά δεν συμμερίζομαι τον... «απόδημο πατριωτικό ενθουσιασμό» του, και του υπενθυμίζω ότι αυτήν τη στιγμή είναι τόσο απηυδισμένοι οι άνθρωποι στην Ελλάδα, που πολλοί έχουν φύγει κιόλας, και ακόμα περισσότεροι θα ήθελαν να φύγουν. Συγκινητικά απτόητος, όμως, ο γιατρός: «Εγώ πιστεύω στην Ελλάδα. Πιστεύω στον ελληνικό χώρο. Πιστεύω στον Ελληνα».
«Σε ποιον Ελληνα πιστεύετε; Σ' εκείνον, άραγε, που επιμένει ότι για να διοριστείτε εσείς, φερ' ειπείν, στο ελληνικό πανεπιστήμιο, πρέπει να περάσετε και από την κρίση των φοιτητών; Εχετε τέτοια πράγματα στη Γερμανία; Θα δεχόσασταν εσείς, ερχόμενος εδώ, ένα τέτοιο... καθεστώς;»
Εδώ, ο κ. Ζαμπόγλου συναντάται, λέει, με τα λάθη και τις αποτυχίες της δικής του γενιάς, που ακόμα είναι μέσα στα πράγματα. Η δική του γενιά ηγείται της οικονομίας που διαλύεται. Της κοινωνίας που γκρεμίζεται. Της παιδείας που παραπαίει. Της υγείας που αιμορραγεί.
«Αποτύχαμε. Και μένει τώρα να δούμε τι μπορούμε να συμμαζέψουμε. Για να γίνει αυτό όμως, απαιτείται προσωπικό κόστος. Να ματώσεις, δηλαδή. Και εγώ, από τη μεριά μου, είμαι έτοιμος να το κάνω».
ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ: Ο καρκίνος χτυπάει τη δική του πόρτα. Τι κάνει σ' αυτήν την περίπτωση ο θεράπων γιατρός; Περπατάμε στους δρόμους της άσχημης Αθήνας και φιλοσοφεί για «κακοήθη κύτταρα και κακοήθεις ανθρώπους». Τον προκαλούμε: «Οταν έρθετε να δουλέψετε εδώ, θα αντέξετε να μην πάρετε φακελάκι;». Και τον παρακαλούμε, «πες καμιά κουβέντα στη Μέρκελ, να μη λέει ψέματα στους Γερμανούς ότι ματώνουν που πληρώνουν την Ελλάδα».
Δημοσιευτηκε στη "Κυριακάτικη" Ελευθεροτυπία, 12.12.2010, στη σελίδα "Ανθρωπων Εργα & Ημέρες".
Διαβάστε και το πρώτο comment που ηδη λάβαμε.
ΕΝΑΣ ΕΛΛΗΝΑΣ ΓΙΑΤΡΟΣ στο Οφενμπαχ, επαγγελματικά «γερμανοποιημένος», καταξιωμένος διεθνώς στο «αντικείμενό» του, την επεμβατική ακτινοθεραπεία. Ψυχολογικά και συναισθηματικά «αναλλοίωτος μέσα στις παραδόσεις του», με ρίζες γερές από Μικρά Ασία, Κύπρο και Ελλάδα.
Ο ελληνικός εαυτός του, ο προσωπικός, βάλλεται από εκείνους που θαυμάζουν και επαινούν τον άλλον, τον επαγγελματικό. Η Ελλάδα, στην οποία τώρα αρχίζει να επιστρέφει, περνάει ζόρι γερό, και η Γερμανία της το υπενθυμίζει συνεχώς, με τρόπο που πονάει. Πώς το βιώνει αυτό εκεί, άραγε; Πώς το αντέχει; Πώς το διαχειρίζεται με «ελληνική καρδιά» και «μυαλό γερμανικό»;
«Συγνώμη», του λέω, «αλλά είστε στα καλά σας, να θέλετε να επιστρέψετε στην Ελλάδα, τώρα που οι μισοί εδώ, ίσως και περισσότεροι, εάν μπορούσαν θα έφευγαν, και όπου τους βγάλει;»
Ο δρ Νίκος Ζαμπόγλου, γεννημένος το Φεβρουάριο του 1949 στην Κύπρο, από πατέρα Μικρασιάτη και μάνα Λεμεσιανή, είναι καθηγητής επεμβατικής ακτινοογκολογίας και διευθυντής της αντίστοιχης ογκολογικής κλινικής του πανεπιστημιακού νοσοκομείου του Οφενμπαχ, στη Γερμανία. Είναι επίσης αντεπιστέλλον μέλος της Ακαδημίας Αθηνών, τιμηθείς για όλο το επιστημονικό του έργο, και κυρίως για την πρωτοπόρα δουλειά του στην ακτινοθεραπευτική μέθοδο της βραχυθεραπείας. Αυτή η μέθοδος τον φέρνει τώρα στην Ελλάδα, να αναλαμβάνει, σε συνεργασία με την κλινική του στο Οφενμπαχ, τη δημιουργία και λειτουργία μιας ανεξάρτητης μονάδας μέσα στην Κεντρική Κλινική Αθηνών.
Με τη βραχυθεραπεία αντί να ακτινοβολείται ο καρκίνος απ' έξω, με κίνδυνο να καταστρέψει και χρήσιμα κύτταρα γύρω από τον όγκο, μπαίνει μέσα σ' αυτόν ένα σύμπλεγμα από βελόνες-καθετήρες, μέσω των οποίων εισέρχεται η πηγή (δηλαδή η ακτινοβολία), που σταματά σε συγκεκριμένες θέσεις, για συγκεκριμένα χρονικά διαστήματα.
«Σήμερα λοιπόν», μας λέει ο κ. Ζαμπόγλου, «διαπιστώνουμε ότι με εξειδικευμένες μεθόδους της βραχυθεραπείας, έχουμε π.χ. ίαση στην κακοήθεια του προστάτη περίπου στα ίδια ποσοστά με την εγχείρηση, διατηρώντας όμως και το όργανο, που είναι πολύ σημαντικό για την ποιότητα ζωής του ασθενούς».
Ομως, όσο ωραία και ελπιδοφόρα αν ακούγονται αυτά, να που άρχισαν κιόλας τα παρατράγουδα και το όνειρο αρχίζει κιόλας να μυρίζει κακιά Ελλάδα. «Αυτές οι θεραπείες είναι αυτονόητο ότι απαιτούν αξονικό τομογράφο-εξομοιωτή, γιατί χρειάζεσαι απεικόνιση πριν βάλεις τους καθετήρες. Η ελληνική πολιτεία, όμως, δεν μας έχει ακόμα εγκρίνει ότι χρειάζεται αυτός ο τομογράφος-εξομοιωτής», εξηγεί με μεγάλη δόση έκπληξης ο γιατρός.
Χωρίς έκπληξη εμείς, τον παρακολουθούμε.
«Την πρώτη φορά, η... αρμόδια επιτροπή το απέρριψε. Τη δεύτερη φορά, η νέα επιτροπή που συστάθηκε το ενέκρινε μεν, αλλά η απόφαση δεν μπορεί να εφαρμοστεί, γιατί η 9μελής αυτή επιτροπή δεν είναι ακόμα εγκεκριμένη, δεν έχει δηλαδή νομική υπόσταση».
Και με ποιο σκεπτικό, ρωτάμε, απέρριψε η πρώτη επιτροπή την αίτηση απόκτησης, εγκατάστασης και λειτουργίας του αξονικού τομογράφου-εξομοιωτή;
«Δεν ξέρω. Ειλικρινά δεν ξέρω. Στην καλύτερη περίπτωση, λέω πως είναι από άγνοια. Στη χειρότερη, δεν θέλω καν να το σκέφτομαι», απαντά.
Και επανερχόμαστε εμείς... θριαμβευτικά στο πρώτο μας ερώτημα: «Γιατί, καλέ μας άνθρωπε, έρχεστε τώρα να κάνετε δουλειά στην Ελλάδα, σε μία τόσο δύσκολη περίοδο μάλιστα;»
«Γιατί πιστεύω ότι η ανάγκη για καλές ιατρικές υπηρεσίες πάντα υπάρχει, και θεωρώ ότι έχω σε αυτόν τον τομέα κάτι να προσφέρω», απαντά.
«Ωραία», επιμένουμε. «Γιατί δεν πάτε στο Ντουμπάι; Σε άλλες πλούσιες αραβικές χώρες; Σε άλλη χώρα, όπου δεν θα σας απορρίψει καμία επιτροπή, χωρίς σοβαρή τεκμηρίωση, τον αξονικό τομογράφο-εξομοιωτή».
«Διότι είμαι Ελληνας. Τι σχέση έχω εγώ με το Ντουμπάι και τις αραβικές χώρες για να πάω εκεί; Νιώθω Ελληνας, αυτός είναι ο χώρος μου. Οταν έφυγα το 1966 από τον ελληνικό χώρο, συγκεκριμένα από την Κύπρο, πάντα η αναφορά μου ήταν εδώ. Και τώρα που έχω την ευκαιρία να το κάνω, δεν θα κολλήσω στην πρώτη ή ακόμα και στη δέκατη δυσκολία», είναι η... τελειωτική, και ομολογώ αποστομωτική του απάντηση.
Πριν από λίγο καιρό, τον επισκεφθήκαμε στον δικό του χώρο, στη Γερμανία. Την κλινική του, παραφράζοντας το «Οφενμπαχ Κλίνικουμ» τη λένε «Γκρίχενμπαχ Κλίνικουμ». Από τους 17 ιατρούς που έχει εκεί, οι 8 είναι Ελληνες. Από τους 12 φυσικούς, οι 6 είναι Ελληνες. «Ολα αυτά τα ελληνόπουλα, που διαπρέπουν και διακρίνονται εδώ, και που δεν είναι εξαίρεση, το κάνουν επειδή έχουν καλές υποδομές», μας λέει.
Και συνεχίζει: «Οι ελληνικές κυβερνήσεις στελεχώνονται από ανθρώπους οι οποίοι είναι κατώτεροι των περιστάσεων. Δεν μπορεί να είναι αλλιώς, αφού μας έφεραν σ' αυτό το χάλι. Κοιτάνε μόνο τα μικροπολιτικά τους συμφέροντα. Δεκαοκτώ χρόνια σ' αυτήν την κλινική, δεν με πήρε ποτέ ούτε ένας γερμανός πολιτικός για οποιοδήποτε ρουσφέτι».
Η ιατρική είναι, κατά τον κ. Ζαμπόγλου, και οικονομική επιστήμη. Στην Γερμανία, ως διευθυντής τμήματος, έχει την ευθύνη και για όλο το οικονομικό μπάτζετ της κλινικής του. «Μιας και γίνεται πολύς λόγος στην Ελλάδα για τα φάρμακα στα νοσοκομεία, εμένα δεν με συμφέρει να προσφέρει η δική μου κλινική υπερτιμημένα φάρμακα, γιατί θα χάσω μετά σημαντικό κονδύλι που θα μπορούσα να χρησιμοποιήσω για το προσωπικό. Με ενδιαφέρει η τιμή των φαρμάκων να είναι όσο το δυνατόν πιο χαμηλή, ούτως ώστε να έχω άλλα αποθέματα για το προσωπικό, για επενδύσεις σε μοντέρνα μηχανήματα, κλπ.».
Η διοίκηση του νοσοκομείου του μπορεί να του πει «αν θέλεις κι άλλο προσωπικό, μπορείς να πάρεις πέντε», αλλά δεν μπορεί, ούτε η διοίκηση ούτε κανένας να του πει ποιους πέντε θα πάρει. «Με ρωτήσατε πριν γιατί επιστρέφω στην Ελλάδα, ιδίως τώρα στην καρδιά της χειρότερής της κρίσης. Τι θέλετε δηλαδή; Να γίνει Ελβετία η Ελλάδα για να επιστρέψω σ' αυτήν;»
Κατανοώ, αλλά δεν συμμερίζομαι τον... «απόδημο πατριωτικό ενθουσιασμό» του, και του υπενθυμίζω ότι αυτήν τη στιγμή είναι τόσο απηυδισμένοι οι άνθρωποι στην Ελλάδα, που πολλοί έχουν φύγει κιόλας, και ακόμα περισσότεροι θα ήθελαν να φύγουν. Συγκινητικά απτόητος, όμως, ο γιατρός: «Εγώ πιστεύω στην Ελλάδα. Πιστεύω στον ελληνικό χώρο. Πιστεύω στον Ελληνα».
«Σε ποιον Ελληνα πιστεύετε; Σ' εκείνον, άραγε, που επιμένει ότι για να διοριστείτε εσείς, φερ' ειπείν, στο ελληνικό πανεπιστήμιο, πρέπει να περάσετε και από την κρίση των φοιτητών; Εχετε τέτοια πράγματα στη Γερμανία; Θα δεχόσασταν εσείς, ερχόμενος εδώ, ένα τέτοιο... καθεστώς;»
Εδώ, ο κ. Ζαμπόγλου συναντάται, λέει, με τα λάθη και τις αποτυχίες της δικής του γενιάς, που ακόμα είναι μέσα στα πράγματα. Η δική του γενιά ηγείται της οικονομίας που διαλύεται. Της κοινωνίας που γκρεμίζεται. Της παιδείας που παραπαίει. Της υγείας που αιμορραγεί.
«Αποτύχαμε. Και μένει τώρα να δούμε τι μπορούμε να συμμαζέψουμε. Για να γίνει αυτό όμως, απαιτείται προσωπικό κόστος. Να ματώσεις, δηλαδή. Και εγώ, από τη μεριά μου, είμαι έτοιμος να το κάνω».
ΤΗΝ ΕΠΟΜΕΝΗ ΚΥΡΙΑΚΗ: Ο καρκίνος χτυπάει τη δική του πόρτα. Τι κάνει σ' αυτήν την περίπτωση ο θεράπων γιατρός; Περπατάμε στους δρόμους της άσχημης Αθήνας και φιλοσοφεί για «κακοήθη κύτταρα και κακοήθεις ανθρώπους». Τον προκαλούμε: «Οταν έρθετε να δουλέψετε εδώ, θα αντέξετε να μην πάρετε φακελάκι;». Και τον παρακαλούμε, «πες καμιά κουβέντα στη Μέρκελ, να μη λέει ψέματα στους Γερμανούς ότι ματώνουν που πληρώνουν την Ελλάδα».
Δημοσιευτηκε στη "Κυριακάτικη" Ελευθεροτυπία, 12.12.2010, στη σελίδα "Ανθρωπων Εργα & Ημέρες".
Διαβάστε και το πρώτο comment που ηδη λάβαμε.
Subscribe to:
Posts (Atom)
Έκλαιγα όλη νύχτα!...
ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Από έναν δάσκαλο, που πριν από αρκετούς μήνες μου έστειλε ένα μέϊλ. Δεν θέλω να πω το όνομά του, γιατί ζούμε μέρες αδ...
-
Υποψήφιος για το βρετανικό θεατρικό Βραβείο Λόρενς Ολίβιε είναι ο Δημήτρης Παπαϊωάννου. Τα θεατρικά βραβεία, τα οποία θεωρούνται τα «T...
-
Δεν ξέρω εάν ακόμα αποκαλούμε αγράμματο έναν άνθρωπο που δεν έχει τελειώσει το δημοτικό. Ξέρω ότι για να διοριστείς σε ορισμένες θ...