Wednesday, January 25, 2012

ΙΝ ΜΕΜΟRΙΑΜ: Θεόδωρος Αγγελόπουλος, 1935-2012. "Εδώ είναι το πλατό μου"...

ΛΕΜΕΣΟΣ,
Η "άλλη θάλασσα".

Κατακλυσμός. Έβρεχε όλη νύχτα, Άνοιξα το παντζούρι, κι αντυκρυσα την θάλασσα "άλλη". Ανταριασμένη. Φουσκωμένη ως τους πρόποδες των πολυκατοικιών. Σκοτεινός ο ουρανός, όπως μ' αρέσει.

Βούτηξα ένα φακελλάκι πράσινου τσαγιού από τη Σρι Λάνκα στο φλυτζάνι μου, και το άφησα να μετατρέψει το κοχλαστό νερό στην μικρή, καθημερινή μου μαγεία. Έπειτα, άνοιξα το λάπτοπ και πήγα αμέσως στα μέιλ. Εκεί, με περίμενε, από τον φίλο μου Θόδωρο, τον Αγγελίδη, η θλιβερή αναγγελία για τον αγαπημένο μου Θόδωρο, τον Άγγελόπουλο. Νεκρός, από μια μοτοσικλέτα, την ώρα των γυρισμάτων της τελευταίας του ταινίας, "Η Άλλη Θάλασσα", στη Δραπετσώνα.

Τότε, ειρωνεία και αυτή, άρχισα εγω, σ' αυτήν την καταραμένη, όπως αποδείχθηκε, "άλλη θάλασσα", το δικό μου σερφάρισμα. Να μάθω τί και πώς. Και ποιός; Καί πότε; Καί, είναι δυνατόν; Προσάραξα στο συγκλονιστικό κείμενο που έγραψε η καλή μου φίλη και συνάδελφος, Βένα Γωργακοπούλου στο www.protagon.gr, με τίτλο "Το Τελευταίο Πλάνο του Τεό", και έμεινα εκεί όλη μέρα! Η Βένα, που ηταν υπεύθυνη του Πολιτιστικού ρεπορτάζ στην "Ελευθεροτυπία", και που έζησε και αυτή την πίκρα της συμβίωσης με "επιθετικές μετριότητες", δείχνει με το κείμενό της "τί εστί δημοσιογράφος". Ουσία, και συναίσθημα. Επαγγελματισμός και ευαισθησία. Από τα καλύτερα μυαλά του χώρου. Και μέ πέννα που αποδεικνύει ότι το έρμο αυτό επάγγελμα, που έχει κακοπάθει από "εσωτερικούς εχθορύς", και έχει κακολογηθεί από "εξωτερικούς ξερόλες", είναι ακόμα ζωντανό, καί έχει γερές τις αξίες του.

Η Βένα ήξερε καλά τον Θόδωρο - φαίνεται και από το κείμενο. Οι δικές της αξίες, είναι και δικές του. Η δική της ευαισθησία, είναι και δική του. Η ποίηση, ο λυρισμός, η γνώση του αντικειμένου, το πάθος της τελειότητας ακόμα και για την πιό "μικρή σκηνή". Η ανθρωπιά. Η αφοσίωση. Ο σεβασμός. Όλα αυτά, με τον θάνατο του Θόδωρου, με το κείμενο της Βένας, είναι ένας ανεμοστρόβιλος σήμερα, που μιά με παρασέρνει σε θρήνο, και μια σε δοξασία.

Όλη μέρα σήμερα, γυρνώντας από ραντεβού σε ραντεβού εδω στη βροχερή Κύπρο, σκέφτομαι τι να γράψω, τι να πω, πως να το πω, ποιό νούμερο να σχηματίσω στο τηλέφωνο, ποιό CD της Καραίνδρου ν' ακούσω, ποιά σκηνή, από ποιά ταινία να θυμηθώ, και να την παγώσω μέσα μου, σήμερα, αιώνια.

Τίποτα. Διαβάζω και ξαναδιαβάζω το κείμενο της Βένας. Και, με την άδειά της ελπίζω, το εναποθέτω εδω, σαν λουλούδι, κρατώντας μέσα μου για πάντα, και εγώ, ένα χαμόγελο που ευτυχώς δεν αξιώθηκα να δώ!


Η κραυγή της κόρης του Ελένης που βγήκε τρέχοντας από το χειρουργείο και όρμησε έξω από το νοσοκομείο.  «Τι κάθεστε όλοι εδώ; Τον χάσαμε». Το ευγενικό παράπονο της συντρόφου του Φοίβης:  «Μα γιατί δεν πηγαίνατε μαζί του όταν πέρναγε το δρόμο;». Τα κατεβασμένα μάτια τού συντετριμμένου τεχνικού: «Ηταν η πρώτη φορά που μάς ξέφυγε μόνος του».

Και δεν φορούσε ο άτιμος, όπως επέμεναν φορτικά οι συνεργάτες του, αυτό το κίτρινο φοσφοριζέ μπουφάν, που ολοι οι άλλοι είχαν βάλει, για να τους βλέπουν τα αυτοκίνητα. Ήταν με τα αιώνια σκούρα ρούχα του. Είχε πέσει το σκοτάδι, η περιφεριακή  της Δραπετσώνας είχε κίνηση, ούτε που είχε σκεφτεί να την κόψει για το γύρισμα. Ποτέ δεν το κάνει.

Έστηνε το πλάνο με τεράστιο ενθουσιασμό. Εδώ οι νταλίκες, εκεί οι νταλίκες. Μέσα τους θα ανακάλυπταν πτώματα λαθρομεταναστών. Πήγαινε πίσω πίσω, να το δει από μακρυά. Χαμένος στον κινηματογραφικό του κόσμο.  Σιγά μη του πέρασε από το μυαλό ότι βαδίζει σε λεωφόρο επικίνδυνη κι ας την είχε ακριβώς γι’ αυτό διαλέξει. «Εδώ είναι το πλατό μου». Ναι, Θόδωρε, είναι και θα μείνει το δικό σου, τελευταίο πλατό. Ένα μισητό  κομμάτι  ασφάλτου κι ένα τσιμεντένιο διαχωριστικό,  πάνω στο οποίο σε εκσφενδόνισε με δύναμη μια βέσπα. Ούτε καν μια πελώρια μηχανή. Για να κάνει κομμάτια το κορμί σου. Και να μείνουμε όλοι μας , μεσάνυχτα της Τρίτης 24 Ιανουαρίου, παγωμένοι, νεκροί...

Η «Άλλη θάλασσα» δεν θα ολοκληρωθεί ποτέ.  Δεν θα γίνουν τα μεγάλα, εξωτερικά γυρίσματα, πού μας ειχε υποσχεθεί ότι μπορούμε να ρθούμε και με φωτογράφο. Αυτή η ταινία του Αγγελόπουλου θα αφήσει πίσω της λίγα σημάδια. Δεν κλαίει γι’ αυτό με λυγμούς ο Τόνι Σερβίλο, ακίνητος, σκυφτός  επι ώρες σε έναν καναπέ του «Μετροπόλιταν». Δεν σκέφτεται τον ρόλο του σκληρού έλληνα επιχειρηματία, που όπως μου έλεγε λίγες μέρες πριν, είναι «από τους πιο σύνθετους και δύσκολους», που έχει παίξει, ποιός, αυτός που ο Αντρεότι του στο «Il Divo» του Σορεντίνο θα μείνει στην ιστορία του κινηματογράφου. Τα δάκρυά του είναι για τον έλληνα σκηνοθέτη, που πάντα θαύμαζε και πρόλάβε να λατρέψει σε τρείς μόνο βδομάδες γύρισμα.  Όπως ,πριν από αυτόν, και ο Μαστρογιάνι, ο Γκαντς, ο Καϊτέλ.

Οι γιατροί του Μετροπόλιταν πρέπει να μας πείσουν, να μας εξηγήσουν πώς έφυγε ο Τεό  έτσι ξαφνικά και παράλογα. Από μια τόση δα ασήμαντη βεσπούλα, στον πολιτισμένο Πειραιά, αυτός, που είχε γυρίσει όλα τα Βαλκάνια μέσα σε εμφύλιους και είχε κάνει σπίτι του τα  χιόνια της Σιβηρίας. Καταφεύγουν σε λεπτομέρειες ανατριχιαστικές, που βαθαίνουν τον πόνο.

Καταγράφω σε ένα κομμάτι χαρτί τις βαρύτατες και μη αναστρέψιμες κρανιοεγκεφαλικές κακώσεις, τις δύο καρδιακές ανακοπές, τη ρήξη σπληνός, νεφρού και στομάχου και την ακατάσχετη αιμορραγία από συνθλιπτικά κατάγματα στο ιερόν οστούν. Αλλά θυμάμαι, θέλω να θυμάμαι, ορκίζομαι ότι θα θυμάμαι όσο ζω, μια άλλη φράση τους. «Μας χαμογέλασε πριν μπούμε στο χειρουργείο».

Το ήθελα, το θέλαμε όλοι μας δικό μας αυτό το τελευταίο χαμόγελο ενός ανθρώπου, που κάποιοι θεωρούσαν απρόσιτο και επήρμενο. Επειδή θύμωσε ,που το χοντροκομένο «Underground” του έκλεψε τον Χρυσό Φοίνικα. Επειδή του άρεσε να λέει πόσο τον θαύμαζαν ο Βέντερς και ο Κουροσάβα.
            
Και πώς γύριζε, λοιπόν, ένας ψυχρός και  αγέρωχος άνθρωπος αυτές τις σπαραχτικές ταινίες; Πώς αγάπησε τόσο την ποίηση; Πως ενέπνευσε στην Καραϊνδρου τις καλύτερες μουσικές της; Πώς έκανε όλους τους συνεργάτες του να τον λατρεύουν;

Και ήρθαν πολλοί, ένας ένας, το βράδυ της Τρίτης στο «Μετροπόλιταν». Βουβοί και αποσβολωμένοι. Ο Βρεττάκος, ο Ευστρατιάδης, η Καραίνδρου, ο Αντύπας, ο Κατσέλης, η Μαντά, ο  Φραντζής, ο Παπαδόπουλος, ο Σέκερης, ο Σινάνος, ο Πορτοκαλάκης, ο Παγκάνι. Δεν αποχαιρετούσαν, γερασμένοι μέσα σε λίγες ώρες, τον μετρ του παγκόσμιου κινηματογράφου. Αυτά είναι γραμμένα σε βιβλία. Βρείτε τα στη Wikipedia. Εκλαιγαν τον δικό τους Θόδωρο, που έφυγε με το όνειρο για μια καινούργια Ελλάδα έχοντας προλάβει να την σφραγίσει ανεξίτηλα.



1.Ο Θεόδωρος Αγγελόπουλος πέθανε στις 7μμ της 24ης Ιανουαρίου 2012. Τον παρέσυρε μοτοσικλέτα.

2. Εξαιρετικό είναι και το κείμενο που έγραψε ο Γιάννης Ζουμπουλάκης στο http://www.tovima.gr/culture/article/?aid=439984

No comments:

Post a Comment

Έκλαιγα όλη νύχτα!...

  ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Από έναν δάσκαλο, που πριν από αρκετούς μήνες μου έστειλε ένα μέϊλ.   Δεν θέλω να πω το όνομά του, γιατί ζούμε μέρες αδ...