"Η Εξομολόγηση στον καθρέφτη",
της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ*
Καθρέφτη μου, σ'εσένα μιλάω, εσένα έχω μπροστά μου, άλλο κανένα.
Οι άνθρωποι, φίλοι, χάθηκαν. Χάθηκαν απ' τη ζωή ή χάθηκε το νόημα
που έβρισκαν σε μένα; Με κοιτάς, σε κοιτώ, ένα πρόσωπο νεανικό
προσπαθώ να θυμηθώ, ωραίο ποτέ, όμως πάντα εκφραστικό της σιγμής
και μόνο. Σ' αγνοούσα τότε κι έτρεχα, λαχάνιαζε το σώμα που μου είχε
απομείνει - ανάπηρο απ' την αρχή -, ήθελα να το εκμεταλλευτώ, να το
χαρώ, ν' αφεθώ στον αέρα, στη θάλασσα, σον αμερόληπτο έρωτα Τις
φιλενάδες μου με τα τέλεια κορμιά που έλαμπαν στον ήλιο, δεν ζήλεψα
ποτέ, δεν αισθάνθηκα ποτέ ότι οι άνθρωποι μου είχαν στερήσει κάτι που
μου ανήκε. Και τώρα ήρθε της εξομολόγησης η ώρα. Μικρέ μου καθρέ-
φτη, που τελευταία σ' έχω συνέχεια μπροστά μου για να σε συνηθίσω:
Σε μισώ. Θα με συγχωρέσεις; Μίσος τι θα πει δεν ήξερα. Αλλά τώρα, να,
βλέπω το πρόσωπό μου κι εξαγριώνομαι ενάντια στη φύση. Μέσα μου
βαθιά, βέβαια, ξέρω ότι ο εχθρός μου δεν είσαι εσύ, αλλά ο χρόνος.
Ο χρόνος όμως παραμένει πάντα ασύλληπτος αφού τα αμαρτήματά του
όλο αναβάλλονται κι αυτός διαφεντεύει ακόμη τη ζωή μου.
Καθρέφτη μου, θύμα είσαι κι εσύ του ανθρώπινου παραλογισμού.
Σ' ευχαριστώ που μου παραστέκεσαι και μ' αφήνεις να σε μισώ.
(*) Ένα από τα πιο συγκλονιστικά ποιήματα που διάβασα εδώ και καιρό, αυτό της Κατερίνας Αγγελάκη-Ρουκ, που δημοσιεύτηκε στο τελευταίο τεύχος της "Ποιητικής", και το αναδημοσίευσε ο Στάθης Τσαγκαρουσιάνος στη LiFo. Έχω μπροστά μου την εικόνα της ένα μεσημέρι Δεκεμβρίου του 2010 όταν συναντηθήκαμε στο Φίλιον, στη Σκουφά, για μιά συνέντευξη για την "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία". Ήταν η πρώτη φορά που την είδα κατ' ιδίαν, και ακόμα δεν αξιώθηκα να σηκώσω το τηλέφωνο, όπως η ίδια με προέτρεψε, για να την επισκεφθώ στο διαμέρισμά της (κάπου κοντά, στην Ασκληπιού, αν θυμάμαι καλά), "να τα λέμε κάπου-κάπου, και νάχω λίγη παρέα όταν πίνω την μπίρα μου". Δεν ξέρω γιατί δεν τόχω κάνει - μάλλον ντρέπομαι. Αλλά δεν θα φύγει ποτέ από μπροστά μου η εικόνα μιας γερμένης γυναίκας, που όσο κι αν δεν θα ταιριάξεις ποτέ τα χαρακτηριστικά της με τον στερότυπο ορισμό της ομορφιάς, τόσο θα νοιώσεις ότι είναι κάτι πολύ πιο όμορφο απ' ότι ξέρουμε, και θα θελήσεις να την κλείσεις στην αγκαλιά σου και να την αγαπήσεις αιώνια. Λίγοι άνθρωποι στη ζωή μου μ' έχουν γεμίσει τόσο. Ακόμα και η διάχυτη μελαγχολία της είναι γλυκιά. Την κούρασή της την αισθάνεσαι, δεν την βλέπεις. Κι ούτε στιγμή θ' ακούσεις από το στόμα της, ή θα διαβάσεις σε ποίημά της, παράπονο. Ακόμα και σ' αυτό το ποίημα, στο οποίο στιγμές-στιγμές μοιάζει να λυγίζει, λέει ότι ποτέ δεν αισθάνθηκε ότι "οι άνθρωποι μου είχαν στερήσει κάτι που δεν μου ανήκε". Καταλήγοντας, μετα από μια σπαρακτική εξομολόγηση, να ευχαριστεί τον καθρέφτη απέναντί της που της παραστέκεται και την αφήνει να τον μισεί. Μεγαλείο!
θαυμάσιο και αληθινο,
ReplyDeleteκαλή χρονιά!