Όταν ο Μαχάτμα Γκάντι επέστρεψε το 1914 από την Νότια Αφρική στην Ινδία, οι συμπατριώτες του τον υποδέχτηκαν ως εθνικό ήρωα. Τα διεθνή μέσα ενημέρωσης είχαν προβάλει με ενθουσιώδη σχόλια τον δίχως βία αγώνα «αυτού του μικροσκοπικού καφετί ανθρώπου από την Ινδία» εναντίον του ρατσιστικού καθεστώτος του στρατηγού Γιαν Σματς, τον οποίο και ανάγκασε να πάρει πίσω τα μέτρα περιορισμού της ελεύθερης κυκλοφορίας των Ινδών υπηκόων.
Στην πατρίδα του, τα στελέχη του Κόμματος του Κογκρέσου τον περίμεναν πως και πώς να ηγηθεί του αγώνα για την ανεξαρτησία της χώρας από τους Άγγλους αποικιοκράτες. Όμως, ο Γκάντι δεν βιαζόταν να αναλάβει οφίτσια. Ο τότε αρχηγός του κόμματος, Γκόπαλ Γκοκαλί, ένας βαθύτατα πνευματικός άνθρωπος τον οποίο ο Γκάντι είχε για πολιτικό του γκουρού, τον φώναξε κοντά του και τον παρότρυνε να αφήσει την δικηγορία και την άμεση ενασχόληση με την κομματική πολιτική, και «να πάς εκεί έξω, να ανακαλύψεις την πραγματική Ινδία. Την Ινδία που δεν ξέρεις. Την Ινδία που δεν έχει καμμία σχέση με όλους εμας που ζούμε στην άνεσή μας, εδώ στο Δελχί, παριστάνοντας τους σπουδαίους και χωρίς να έχουμε ιδέα πως τα βγάζουν πέρα οι συνάνθρωποί μας σε άλλα μέρη της χώρας. Πήγαινε, για να γυρίσει μια μέρα και να κάνεις την Ινδία υπερήφανη».
Ο Γκάντι, άκουσε τον γκουρού του. Το μακρύ ταξίδι του διήρκησε περισσότερο από έναν χρόνο. Ταξίδεψε με τρένο, πάντα στην Γ’ Θέση (την πιο φτηνή), με την γυναίκα του, έναν Άγγλο κληρικό που τον ακολούθησε από τη Νότια Αφρική, και έχοντας μαζί του ελάχιστα προσωπικά υπάρχοντα.
«Για να καταλάβω τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων της αχανούς και πανέμορφης χώρας μου, κυρίως τους φτωχους και καταφρονεμένους, πρέπει πρώτα να γίνω ένα με αυτούς, να ζήσω όπως ζουν αυτοί, να ακούσω τη φωνή τους, να νοιώσω την δυστυχία και τη στέρησή τους», έλεγε.
Άλλαξε την ενδυμασία του, καλύπτοντας το λεπτό του σώμα μόνο με ένα απέριτο κομμάτι υφάσματος, και φορώντας σανδάλια. Έτσι ντυμένος, κάθισε αργότερα στο ίδιο τραπέζι με τον Άγγλο κυβερνήτη στο Δελχί, και έτσι πήγε στο παγωμένο και υγρό Λονδίνο για να συμμετάσχει σε Σύνοδο Κορυφής για την ανεξαρτησία της Ινδίας.
Αναρωτιέται, λοιπόν κάποιος, πόσοι σημερινοί πολιτικοί, όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και γενικότερα στον κόσμο, όταν μιλούν για τον λαό και παίρνουν αποφάσεις για λογαριασμό του, ξέρουν ποια είναι τα πραγματικά του προβλήματα, ποιες οι καθημερινές του ανάγκες, ποιες οι δυνατότητές του, και ποιες οι ευκαιρίες που του δίδονται για να τις εφαρμόσει και να τις βελτιώσει.
Πόσοι άνθρωποι οι οποίοι ηγήθηκαν των κομμάτων τους εδώ στην Ελλάδα, προτού πάρουν την μεγάλη απόφαση να εμπλακούν με την πολιτική, σκέφτηκαν ότι δεν αρκεί για αυτό να έχεις διαβάσει τα καλύτερα βιβλία ή να έχεις πάρει άριστα στη σπουδή των πολιτικών επιστημών, αλλά απαραίτητο είναι να έχεις γυρίσει σπιθαμή προς σπιθαμή τη χώρα σου (κανονικό «αγροτικό», δηλαδή) για να μάθεις, να αισθανθείς, πως ζουν οι απλοί άνθρωποι σε κάθε της γωνιά, κάθε της περιφέρεια.
Η Ελλάδα είναι μία χώρα γεμάτη από «μαγικές αντιφάσεις». Κάθε μέρος της, έχει τις δικές του ιδιαιτερότητες. Έτσι, λοιπόν, όταν οι «νομοθέτες των Αθηνών» (ακόμα και εάν βασίζονται σε ψήφους εκλεγμένων βουλευτών της περιφέρειας), αποφασίζουν κάποιες αλλαγές, για παράδειγμα, στην εκπαίδευση, πόσοι από αυτούς έχουν σκεφτεί ότι ίσως θα έπρεπε κάθε περιοχή να είχε και τις δικές της διαφοροποιήσεις στο «γενικό σύστημα»; Μαθητές, φερ ειπείν, σε ένα νησί, θα ήταν χρήσιμο να είχαν και και ανάγκες του τόπου τους. Και, κατ’ επέκταση, να υπήρχαν στις περιοχές αυτές και σχολές με ανάλογες ειδικότητες (π.χ. αλιεία, νησιώτικη αρχιτεκτονική, αιολική ενέργεια, διατροφή, λαϊκή παράδοση, γλυπτική, τουρισμός, ναυτιλία, και τόσες άλλες), που να κρατούσαν πολλά παιδιά στα μέρη τους και θα βοηθούσαν στην ανάπτυξή τους.
Μιλάμε για απλές λύσεις, που χρειάζονται απλά μυαλά, και όχι
τις σύνθετες και πολύπλοκες προσεγγίσεις των σύγχρονων πολιτικών. Μιλάμε, όμως, και για λύσεις που θα γεννηθούν από το μυαλό και την ψυχή ανθρώπων που θα ξέρουν τον τόπο τους απ’ έξω, θα τον αγαπούν βαθιά, θα έχουν ένα όραμα για αυτόν, και θα εργαστούν ακατάπαυστα και με όλες τις δυνάμεις τους για να το κάνουν πραγματικότητα.
Τέτοιοι άνθρωποι, στο παρόν πολιτικό ρόστερ, δεν υπάρχουν. Ίσως θα χρειαστεί να τους αναζητήσουμε αλλού. Κι αν δεν βρεθούν πουθενά, αν έχει στερέψει τόσο πολύ ο τόπος μας, ίσως γίνει τότε ένα θαύμα και τους γεννήσει η ίδια η κρίση.
Η λύση του προβλήματος είναι απλή και δίδεται στη αρχή του κειμένου απο τον μυθικό Γκάντι ¨«Για να καταλάβω τα εκατομμύρια των απλών ανθρώπων της αχανούς και πανέμορφης χώρας μου, κυρίως τους φτωχους και καταφρονεμένους, πρέπει πρώτα να γίνω ένα με αυτούς, να ζήσω όπως ζουν αυτοί, να ακούσω τη φωνή τους, να νοιώσω την δυστυχία και τη στέρησή τους», εμείς λοιπόν δεν θέλουμε αυτό απλά γιατί η νοοτροπία του λαού μας δεν συνάδει δυστυχώς με τις ανάγκες της σύγχρονης και απαιτητικής κοινωνίας που ζούμε.
ReplyDeleteΘέλουμε δηλαδή αρετές που δεν διαθέτουμε δηλαδή,οργάνωση προγραμματισμό αυτοπεποίθηση επιμονή υπομονή πειθαρχία δημοκρατία ομαδικότητα αξιοκρατία. Άρα θέλουμε ένα πολιτικό που θα εμπνεύσει τον λαό και θα τον κάνει να πιστέψει οτι ανήκει στην δύση και όχι στην ανατολή. Προσωπικά δεν νομίζω οτι έχουμε ελπίδες για κάτι τέτοιο οπότε μην ψάχνουμε ηγέτη γιατί απλά δεν υπάρχει τέτοιου είδους μάγος...