Ακούω συχνά το παράπονο «μα που είναι οι
πνευματικοί μας άνθρωποι;». Δυσκολεύομαι να δώσω απάντηση. Εγώ – για μένα –
ξέρω που είναι, ανά πάσα στιγμή. Στα έργα τους…
ΔΕΝ θα
μπορούσαν να βρίσκονται κι αλλού, θα πει κάποιος; Στους δρόμους όπου περπατώ κι
εγώ; Στις ουρές που στέκομαι περιμένοντας ένα επίδομα; Μία κατάθεση; Το γύρισμα
του καιρού; Το επόμενο λεωφορείο;
Γιατί να
περιορίζεται η σκέψη ενός φωτισμένου ανθρώπου μόνο σε ένα βιβλίο, ιδίως σε
εποχές που ο κόσμος που διαβάζει όλο λιγοστεύει;
ΕΝΑΣ
στίχος που θα μπορούσε να αφυπνίσει μια ναρκωμένη ψυχή, πως θα γινόταν να
«διατεθεί» από τον ίδιο τον δημιουργό του, σε μια τεράστια εθνική συνέλευση, ας
πούμε, όπου οι ενδιαφερόμενοι θα προσέρχονταν μόνο για να ακούσουν;
ΟΧΙ για
να πουν. Ούτε για να σχολιάσουν; Και πόσο μάλλον για να … τοποθετηθούν.
ΚΑΠΟΤΕ,
οι συνθήκες ευνοούσαν θαρρώ την «έξοδο» των ποιητών, των λογοτεχνών, των
συνθετών, των διανοουμένων, των ζωγράφων, από τον κλειστό τους χώρο.
Ο
ΣΕΦΕΡΗΣ υπηρέτησε σε Πρεσβείες της Ελλάδας σε διάφορες χώρες. Διπλωμάτης και
πολιτικός ήταν ο Πάμπλο Νερούδα. Ο Κάφκα, δικηγόρος, εργάστηκε σε μιαν
ασφαλιστική εταιρεία. Ο Καμύ παρέδιδε ιδιαίτερα μαθήματα, ήταν κλητήρας σε
εταιρεία ανταλλακτικών αυτοκινήτων, βοηθός στο μετεωρολογικό ινστιτούτο της
Αλγερίας, και πολύ σπουδαίος τερματοφύλακας, επίσης.
ΘΕΛΩ να
πω: Από τη δουλειά τους, αναδύθηκε και ο πολιτικός τους εαυτός. Από τα έργα
τους πλάστηκε και ο πολιτικός τους λόγος. Και από την ευαισθησία τους μπόρεσαν
να καταλάβουν, να κατανοήσουν, να ενδιαφερθούν.
Τα
υπόλοιπα που θέλω να πω, τα λέει εδώ, τώρα, ο «Μέγας Χιλιανός»:
Πέτρα στην πέτρα, ο άνθρωπος πού
ήταν;
Αγέρας στον αγέρα, ο άνθρωπος πού
ήταν;
Χρόνος στον χρόνο, ο άνθρωπος πού
ήταν;
Τάχα δεν υπήρξες, σπασμένο
κομματάκι
του ανολοκλήρωτου ανθρώπου, του
άδειου αητού,
που απ' τους σημερινούς δρόμους,
που απ' τ' αχνάρια,
που απ' τα φύλλα του νεκρού
φθινοπώρου
πορεύεται ταλανίζοντας την ψυχή
ώς τον τάφο;
Το χέρι το πτωχό, το πόδι, η
φτωχιά ζωή...
Οι μέρες του φωτός
που ξέφτυσε μέσα σου, όπως η
βροχή
πάνω στις μπαντερίγιες της
γιορτής,
σάμπως δε δώσανε φύλλο φύλλο τη
μαύρη τους τροφή
στο άδειο στόμα;
Πείνα, κοράλι του ανθρώπου,
πείνα, ύπουλο φυτό, ρίζα των
ξυλοκόπων,
πείνα, σάμπως, δεν ανέβηκε η
ευθεία του άγριου βράχου σου
ώς στους απόμακρους τούτους
ψηλούς πύργους;
Εγώ σε ανακρίνω, αλάτι των
δρόμων,
δείξε μου το κουτάλι,
αρχιτεκτονική άσε με
να ξύσω με μια βέργα τις πέτρινες
ίνες σου,
ν' αναρριχηθώ σ' όλη την κλίμακα
του αγέρα ώς το κενό,
να ξεγδάρω τα σπλάχνα ως ν'
αγγίξω τον άνθρωπο.
[...]
Απόσπασμα από το έργο Canto General, «Γενικό άσμα»,του Χιλιανού ποιητή, διπλωμάτω
και πολιτικού, Πάμπλο Νερούδα. (Εισαγωγή-μετάφραση-εξήγηση: Δανάη
Στρατηγοπούλου, Εκδόσεις «Τυπωθήτω» - Γιώργος Δαρδανός, 2004)
(*) Δημοσιεύτηκε την Κυριακή 10.05.2015, στην εφημερίδα "Φιλελεύθερος" Κύπρου.
Χωρίς την "εμπειρία της ζωής" δεν υπάρχει ενσυνείδητος εαυτός.
ReplyDeleteΌμως πολλές φορές επιβαρύνεται αυτός ο εαυτός (ο πνευματικός) από τις συγκυρίες της κοινωνικής δομής. Τώρα η Ελλάδα προσομοιάζει την Χιλή του Νερούδα, οι έλληνες δεν ξέρω με τι μοιάζουν πια.
:)