Thursday, September 22, 2011

Η τέχνη μπορεί να ανατρέψει την πολιτική. Πώς ένας σπουδαίος μαέστρος και ένας πολιτισμένος λαός απέτρεψαν την ιταλική κυβέρνηση να μειώσει τις δαπάνες για τον πολιτισμό κατά 30%

ΤΟΝ ΠΕΡΑΣΜΕΝΟ Μάρτιο, 12 του μηνός, η Οπερα της Ρώμης έζησε μια συγκλονιστική βραδιά. Μια βραδιά που, στον βαθμό που η τέχνη το μπορεί, άλλαξε, έστω και με μια μικρή ανατροπή, την ιστορία της χώρας. Ηταν το έργο. Το «Ναμπούκο» του Βέρντι. Ηταν η μαγική στιγμή, που επί σκηνής ήταν όλος ο χορός των σκλαβωμένων Εβραίων. Ηταν ο μαέστρος, ο Ρικάρντο Μούτι. Και ήταν, προπαντός, ο κόσμος.



Είμαστε στην 3η πράξη της όπερας του Βέρντι. Το έργο διηγείται, με την απαράμιλλη μουσική και το λιμπρέτο του, τον αγώνα των σκλαβωμένων Εβραίων στη Βαβυλωνία του βασιλιά Ναβουχοδονόσορα (Ναμπούκο). Το περίφημο Va Pensiero, που ετοιμάζεται να πλημμυρίσει το κατάμεστο θέατρο, και που είναι επίσης γνωστό ως το χορωδιακό των Εβραίων Σκλάβων, είναι για τους Ιταλούς ένας ύμνος-σύμβολο της αναζήτησης της ελευθερίας του λαού, ο οποίος στα 1840 -όταν και γράφτηκε η όπερα- ήταν υπό την κυριαρχία της Αυτοκρατορίας των Αψβούργων, και πάλευε μέχρι τη δημιουργία της ενωμένης Ιταλίας, κάτι που επετεύχθη τελικά το 1861.
Λίγο πριν αρχίσει η παράσταση, ο δήμαρχος της Ρώμης, Τζιάνι Αλεμάνο, πήρε τον λόγο και, μολονότι είναι μέλος του κυβερνώντος κόμματος και πρώην υπουργός του Μπερλουσκόνι, επέκρινε έντονα την κυβέρνηση για δραματικές, όπως τις χαρακτήρισε, περικοπές κρατικών δαπανών για τον πολιτισμό κατά 30%. Από τα πρώτα «θύματα» αυτής της πολιτικής ήταν οι 14 λυρικές σκηνές της χώρας, ανάμεσά τους και η περίφημη Σκάλα του Μιλάνου.
«Η όπερα είναι μια μορφή τέχνης που αντιπροσωπεύει απόλυτα την Ιταλία σε όλο τον κόσμο που δοκιμάζεται αυτή την περίοδο από τις αποφάσεις των γραφειοκρατών» σημείωνε σε ανοιχτή επιστολή του προς τον υπουργό Πολιτισμού, Σάντρο Μπόντι, ο καλλιτεχνικός διευθυντής της όπερας της Ρώμης Τζιανλουίτζι Τζελμέτι. Οπως και στη χώρα μας, οι πλείστοι πολιτικοί λατρεύουν να λένε πόσο αγαπούν τον πολιτισμό, αλλά στην πράξη σπανιότατα το αποδεικνύουν. Το πολιτικό κόστος από το να σταματήσεις να χρηματοδοτείς, π.χ. την Ορχήστρα των Χρωμάτων, δυστυχώς είναι πολύ μικρότερο από το να κλείσεις μια άχρηστη δημόσια υπηρεσία και να στείλεις σπίτι τους τους υπαλλήλους που απλώς πληρώνονται.
Επιστρέφοντας στην Οπερα της Ρώμης, βρίσκουμε τους θεατές να έχουν επηρεαστεί έντονα από τα λόγια του δημάρχου. Για τον κάθε Ιταλό, η όπερα είναι μέρος της ζωής και της παράδοσής του. Ο μαέστρος Ρικάρντο Μούτι, 69 ετών, που έναν μήνα πριν είχε πέσει από το πόντιουμ της Συμφωνικής Ορχήστρας του Σικάγου (όπου είναι καλλιτεχνικός διευθυντής) και είχε σπάσει το σαγόνι του, οι γιατροί διέγνωσαν ότι η πτώση προήλθε από καρδιακή αρρυθμία και του τοποθετήθηκε βηματοδότης, αγνόησε τις συμβουλές τους και δέχτηκε να διευθύνει αυτό το έργο, με αφορμή τους επίσημους εορτασμούς για τα 150 χρόνια από την απόσχιση από τους Αψβούργους και την ίδρυση του σύγχρονου κράτους της Ιταλίας.
«Ο κόσμος χειροκρότησε θερμά τον δήμαρχο. Αρχίσαμε την όπερα, και το έργο κύλησε ωραία. Μέχρι που φτάσαμε στο Va Pensiero, και ένιωσα αμέσως ένταση στην ατμόσφαιρα. Υπάρχει κάτι που θέλεις να περιγράψεις, αλλά δεν μπορείς. Το αισθάνεσαι μόνο. Μέχρι εκείνη τη στιγμή, υπήρχε άκρα σιωπή στο ακροατήριο. Οταν κατάλαβε, όμως, ο κόσμος ότι θα άρχιζε το χορωδιακό των Εβραίων Σκλάβων, η σιωπή σαν να γέμισε από πάθος» είπε, μιλώντας στην «Τάιμς του Λονδίνου», λίγες μέρες μετά.
Ηταν περίπου 1.300 θεατές εκεί. Και όλοι τραγουδούσαν μαζί με τη χορωδία. Εκείνο που συγκλόνισε τον Ρικάρντο Μούτι, ήταν ότι 80% των θεατών ήξεραν απέξω τα λόγια. «Αυτό, λέει πολλά για το τι σημαίνει όπερα για τους Ιταλούς». Οταν άρχισε να ακούγεται το Va Pensiero, ο μαέστρος αισθάνθηκε, λέει, «τη σπαλχνική αντίδραση του κόσμου» στον θρήνο των εβραίων σκλάβων, που λέει Oh mia patria si bella e perduta! («Ω πατρίδα μου, όμορφη και χαμένη»). «Είμαι σίγουρος ότι ο κόσμος θα σκεφτόταν ότι: κάθε τι που έκανε τη χώρα μας σπουδαία στο παρελθόν, τώρα έχει χαθεί».
Το χορωδιακό τέλειωσε, αλλά τότε ακριβώς άρχισε ή άλλη, η πιο συγκλονιστική «παράσταση» απ' όλες. Ο κόσμος σηκώθηκε όρθιος, και έβλεπες ότι οι περισσότεροι έκλαιγαν. «Μπιζ, μπιζ», άρχισαν να φωνάζουν, και αμέσως μετά «Viva Italia!» και «Viva Verdi!». Ταυτόχρονα, από τα θεωρεία ψηλά άρχισε να πέφτει βροχή από μικρά χαρτάκια, επάνω στα οποία αναγράφονταν πατριωτικά συνθήματα, και σε κάποια άλλα το αίτημα «Μούτι, γερουσιαστής για πάντα».
Ο μαέστρος ήταν σαφώς σε αμηχανία. Η κραυγή «μπιζ, μπιζ» τρυπούσε τα αφτιά του και δεν ήξερε τι να κάνει. Παρόλο που το 1986, σε άλλη παράσταση του «Ναμπούκο» στη Σκάλα του Μιλάνου, είχε δεχτεί να επαναλάβει το Va Pensiero μόλις αυτό τελείωσε, υποκύπτοντας και τότε στην επιθυμία των θεατών, ετούτη τη φορά κάτι τον κρατούσε.
«Η όπερα δεν πρέπει να διακόπτεται ποτέ. Δεν ήθελα λοιπόν να επαναλάβουμε το χορωδιακό, έτσι χάριν επανάληψης μόνο. Εάν το έκανα, θα έπρεπε να είχα ειδικό λόγο, και να τον εξηγούσα επαρκώς».
Αυτό, ακριβώς, έκανε! Γύρισε προς τον κόσμο, και είπε: «Το "Ναμπούκο", στις 9 Μαρτίου του 1842, ήταν η όπερα που ώθησε τους Ιταλούς να ξεκινήσουν την επανάσταση εναντίων των Αυστριακών, για να κερδίσουν την ελευθερία και ανεξαρτησία τους. Ελπίζω ότι τώρα, γιορτάζοντας τα 150 χρόνια εκείνου του ξεσηκωμού, το "Ναμπούκο" να μην αποδειχθεί το επικήδειο εμβατήριο του πολιτισμού μας».
Και κάλεσε, τότε, τους θεατές να τραγουδήσουν όλοι μαζί, με τους χορωδούς, το Va Pensiero. «Είδα τους θεατές, ομάδες-ομάδες, να σηκώνονται όρθιοι, μέχρι που στο τέλος δεν έμεινε ούτε ένας καθήμενος. Ορθιοι, στη σκηνή, ήταν και οι καλλιτέχνες. Ηταν μία μαγική στιγμή για το θέατρο. Μία μαγική στιγμή για την Ιταλία» είπε ο Μούτι.
Σύμφωνα με την αγγλική «Τάιμς», δύο μέρες μετά την παράσταση ο ιταλός υπουργός Οικονομικών και πιθανός διάδοχος του Μπερλουσκόνι Τζούλιο Τρεμόντι επισκέφθηκε τον Μούτι. Ο μαέστρος τον περιέγραψε ως «πολύ καλλιεργημένο άτομο».
«Ηλθε και συζητήσαμε. Μετά από μία ώρα μού έδωσε τον λόγο του ότι θα λύσει το πρόβλημα και θα δώσει τα αναγκαία χρήματα για τον πολιτισμό. Με αποχαιρέτησε με την παράφραση του γνωστού αποφθέγματος του Ιουλίου Καίσαρα: Veni, vidi, capii» (Ηλθα, είδα, έμαθα).
Στις 18 Μαρτίου ο Μούτι διηύθυνε πάλι τον «Ναμπούκο» ενώπιον της πολιτικής ελίτ της χώρας. Μετά την παράσταση ο Μπερλουσκόνι πήγε στα παρασκήνια για να τον συγχαρεί. Οι δύο άνδρες γνωρίζονταν από παλιά, όταν ο Μπερλουσκόνι ήταν ένας επιτυχημένος επιχειρηματίας στο Μιλάνο και ο Μούτι μαέστρος και καλλιτεχνικός διευθυντής της Σκάλας του Μιλάνου.
Μετά από τα συγχαρητήρια, ο Μπερλουσκόνι μου είπε: «Θα δω τι μπορώ να κάνω». «Κύριε πρωθυπουργέ», του είπα, «είναι καιρός να πείτε θα το κάνω και όχι θα δω τι μπορώ να κάνω». Αυτός χαμογέλασε με θετικό τρόπο. Λίγες ημέρες αργότερα, ο Τρεμόντι ανακοίνωσε ότι τα αναγκαία κονδύλια για τον πολιτισμό θα εξερευθούν από την αύξηση της φορολογίας της βενζίνης.

* Ολη αυτήν την ιστορία την «διηγείται» πολύ καλύτερα, ασφαλώς, η «ζωντανή εικόνα», στην ηλεκτρονική διεύθυνση: http://www.youtube.com/ watch?v=G_gmtO6JnRs. Αρχίζει με τον κόσμο να φωνάζει «Viva Italia», να ζητά «bis», και τον Μούτι να αποκρίνεται: «Σαν Ιταλός που έχει γυρίσει τον κόσμο, ντρέπομαι για όσα συμβαίνουν στη χώρα μου. Για αυτό συναινώ με το αίτημά σας για bis για το Va pensiero. Δεν είναι μόνο για την πατριωτική χαρά που αισθάνομαι, αλλά γιατί απόψε, και ενώ διεύθυνα τη χορωδία που τραγουδούσε «Ω πατρίδα μου, όμορφη και χαμένη», σκέφτηκα ότι αν συνεχίσουμε έτσι, θα σκοτώσουμε τον πολιτισμό πάνω στον οποίο οικοδομήθηκε η ιστορία της Ιταλίας. Και σε αυτή την περίπτωση, εμείς, η πατρίδα μας, θα είναι πραγματικά «όμορφη και χαμένη» (επευφημίες, συμπεριλαμβανομένων και των καλλιτεχνών πάνω στη σκηνή). Και ακολουθεί το Va Pensiero.


ΥΓ: Το κομματι δημοσιευτηκε στην "Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία" από τον υπογράφοντα, στις 11 Σεπτεμβρίου, λίγες μέρες αφότου ανέβασα εδώ, υπό τον τίτλο, "Ομορφη και Χαμένη μου πατρίδα", ένα σχόλιο που ειχα λάβει από φίλο μέσω e-mail, και με το ίδιο βιντεάκι που ξανα-ανεβάζω εδώ.

No comments:

Post a Comment

Έκλαιγα όλη νύχτα!...

  ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Από έναν δάσκαλο, που πριν από αρκετούς μήνες μου έστειλε ένα μέϊλ.   Δεν θέλω να πω το όνομά του, γιατί ζούμε μέρες αδ...