ΔΥΟ ΦΟΡΕΣ τα μάζεψε και έφυγε από την Ελλάδα, όταν τα πράγματα, όπως τώρα, δεν πήγαιναν καλά. Δύο φορές ξαναγύρισε, γιατί δεν άντεχε να ρωτάει κάτι τα παιδιά του, και εκείνα να του απαντούν στ' αμερικάνικα. Τώρα, στην απείρως χειρότερη απ' ό,τι τη δεκαετία του '80 κρίση, τα παιδιά μεγάλωσαν, και μόνα τους επέλεξαν να ζήσουν και να εργαστούν στο εξωτερικό. Μείναν πίσω οι γονείς. Θα θέλαν και αυτοί να φύγουν πάλι. Μεγάλωσαν όμως «περισσότερο» απ' ό,τι μεγάλωσαν τα παιδιά τους, και θα μείνουν εδώ. Ελπίζοντας, πάντα, ότι θα 'ρθει μέρα που η Ελλάδα δεν θα διώχνει τα παιδιά της...
Οι φίλοι τον φωνάζουν «πολυμήχανο Οδυσσέα». Βασίλης, το κανονικό του όνομα. Βασίλης Φραντζολάς, συνομήλικος του Σαμαρά, όπως λέει χαριτολογώντας, δείχνοντάς μας με τα δάχτυλα το νούμερο «60». Επίσημο επάγγελμα, πολιτικός μηχανικός - τα τι, πώς, πού και πότε, θα τα δούμε στη συνέχεια. Από εκεί και ύστερα, αλλά και ταυτόχρονα πλέον, είναι δεινός μάγειρας, με βιβλίο μαγειρικής βραβευμένο στο εξωτερικό, σύμβουλος και δοκιμαστής ελαιολάδων, κάτοχος μεταπτυχιακού στη Διαχείριση Τροφών από το Λονδίνο, και κατασκευαστής, τώρα, βιοκλιματικών κατοικιών.
Τελειώνοντας το Πολυτεχνείο στην Αθήνα, δούλεψε πρώτα, εδώ σε τεχνική εταιρεία. Στα 30 του, εκεί στην αρχής της δεκαετίας του '80, που τα πράγματα στην Ελλάδα δεν πήγαιναν και πάρα πολύ καλά, πήγε Αμερική, όπου έκανε μεταπτυχιακό στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Γούστερ Tech. Κατασκευαστικό Μάνατζμεντ.
Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1982 και το 1986, αλλά «πάλι το μέλλον φαινόταν ζοφερό», και έφυγε ξανά για Αμέρικα, όπου εργάστηκε για 2,5 χρόνια στο Νιου Χέιβεν, Κονέτικατ, σε μία τεχνική εταιρεία. Δηλαδή, έφυγε 2 φορές από την Ελλάδα όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Τώρα, που είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα, δεν φεύγει ξανά, «γιατί μεγαλώσαμε λιγάκι και η επόμενη αναχώρησή μου θα είναι για τον άλλον κόσμο» λέει πικρογελώντας.
Τότε που έφυγε, όμως, και πήγαινε και τόσο καλά στην Αμερική, και μάλιστα μόνο οι ιατρικές εξετάσεις τού έλειπαν για να βγάλει Πράσινη Κάρτα, γιατί ξαναγύρισε; «Τα παιδιά -αφού στο μεταξύ είχε γεννηθεί και ο Τάσος- πήγαιναν στο σχολείο. Και όταν συνειδητοποιήσαμε ότι τα παιδιά μας μιλούσαν μόνο αμερικάνικα εκεί τα βάλαμε κάτω και αποφασίσαμε να γυρίσουμε στην πατρίδα».
Κι όμως, τα 'φερε έτσι η τύχη που, χρόνια αργότερα, ο γιος του ξαναγύρισε στην Αμερική, και εργάζεται εκεί, του αρέσει, καταγίνεται με το Ιντερνετ, έχει και την υπηκοότητα, και η κόρη του είναι στις Βρυξέλλες, παντρεμένη πια. «Μας λείπουν πολύ τα παιδιά, αλλά είμαστε ανακουφισμένοι που κάνουν αυτό που θέλουν, και ότι είναι μακριά από τη σημερινή Ελλάδα» λέει ο κ. Φραντζολάς.
Οταν γύρισαν από την Αμερική, έκανε δική του εταιρεία εδώ και ειδικεύτηκε στη συναρμολόγηση μεταλλικών κτιρίων προκάτ, τα οποία έφερνε από το εξωτερικό. Εκανε, κυρίως, μεγάλα σουπερμάρκετ, αποθήκες για ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες. Το «καμάρι» του, λέει, είναι η στέγη του Ολυμπιακού Γυμναστηρίου Γαλατσίου. Οι δουλειές σήμερα είναι μηδαμινές. Τζίρος ελάχιστος και το προσωπικό συρρικνωμένο. Αναγκάστηκε, λέει, «ξάγρυπνος πολλές νύχτες», να χάσει υπαλλήλους και συνεργάτες με τους οποίους ήταν μαζί πολλά χρόνια. Η «χρυσή του εποχή» ήταν η δεκαετία 1995-2005. Και μέσα σ' εκείνη τη «μεγάλη ευφορία», μπόρεσε και έγραψε το βιβλίο του. Αλλο κεφάλαιο...
Μαγειρική. Πάθος, που το κληρονόμησε από τη μάνα του, σε πολύ νεαρή ηλικία. Για 6 μήνες παράτησε τη δουλειά και αφοσιώθηκε ψυχή τε και... στόματι στο να μαγειρεύει, να δοκιμάζει, να διορθώνει, να φωτογραφίζει, να φτιάχνει το layout, ώστε να δει να γεννιέται το 200 σελίδων βιβλίο του «Γεύσεις της Θάλασσας» (εκδόσεις Πατάκη), με συνταγές για ψάρια και θαλασσινά, που έχει ήδη πουλήσει 10.000 αντίτυπα, και έχει τιμηθεί με το Prix Litteraire Gastronomique από την L'Academie Internationale De La Gastronomie, τον Μάιο του 2006, και το Honourable Mention for the Best Fish and Seafood Cookbook in the World, από το Gourmand World Cookbook Awards, τον Φεβρουάριο του 2005.
Ο πατέρας του είχε και αυτός σχέση με τη διατροφική αλυσίδα, όπως λέμε. Ηταν έμπορος ελαιολάδου στη Σοφοκλέους. Εξ ου και το άλλο πάθος του Βασίλη «για το ευλογημένο αυτό προϊόν των Ελλήνων, που εμείς οι ίδιοι υποτιμούμε και προσβάλλουμε όταν χρησιμοποιούμε σπορέλαια και άλλα επικίνδυνα λάδια στα φαγητά μας».
Στα 58 του χρόνια, ο Βασίλης Φραντζολάς έκανε μεταπτυχιακό στο Πανεπιστήμιο Σόιτι του Λονδίνου στην «Πολιτική Τροφής», Food Policy που, όπως μας εξηγεί, είναι το πώς διαχειρίζεσαι την τροφή, από το χωράφι, μέχρι και τη στιγμή που το τρως. Καλύπτει θέματα της διατροφής και υγείας, οικονομίας της τροφής, της σίτισης του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, την αναδιανομή της γης, τα βιοκαύσιμα που χρησιμοποιούμε και άλλα πολλά.
«Ολες οι χώρες της Ευρώπης έχουν Πολιτική Τροφής. Εμείς, όχι. Στην Αγγλία έχουν κάνει το Food Policy Programme για το 2050. Που σημαίνει: Προς τα πού θα κατευθύνουμε τη γεωργία μας και ποια κατανάλωση θα έχουμε από τον πληθυσμό μας, ώστε να έχουμε επάρκεια τροφών αλλά και καλύτερη υγεία. Εδώ, δεν έχουμε αντιληφθεί τη σοβαρότητα της ανεπάρκειάς μας σ' αυτό το θέμα. Μεγαλώνουμε την εξάρτησή μας από τις εισαγόμενες τροφές, κυρίως στα ψάρια και, πιο πολύ στο βοδινό κρέας, όπου το 95% έρχεται απ' έξω».
Θα πει κάποιος: Γιατί είναι τόσο κακό να τρώω μοσχάρι, ας πούμε, από τη Γαλλία και όχι από την Ελλάδα; Η πρώτη, προφανής απάντηση είναι «για να στηρίξουμε την τοπική οικονομία». Η δεύτερη, που δεν την έχει αντιληφθεί καλά ο περισσότερος κόσμος, έχει να κάνει με τα λεγόμενα Food Miles, που δεν είναι τίποτα άλλο από τη σύγκριση της τιμής ενός προϊόντος με τα μίλια που έχει διανύσει μέχρι να φτάσει στο σουπερμάρκετ, στο χασάπικο ή στο μανάβικο. Μας λέει χαρακτηριστικά ο κ. Φραντζολάς, ότι υπάρχουν κρεμμύδια στους πάγκους μεγάλου, πολυεθνικού σουπερμάρκετ στην Ελλάδα, που έρχονται από τη Νέα Ζηλανδία.
Αυτό, κατά την γνώμη του, «είναι εγκληματικό», γιατί πρώτον δεν ενισχύουμε την τοπική οικονομία (σ.σ.: ενδιαφέρον έχει εδώ η επισήμανση ότι τα ελληνικά κρεμμύδια, τα ξερά, είναι ακριβότερα από τα της Νέας Ζηλανδίας), και κατά δεύτερον «διότι γεμίζουμε με τόνους κρεμμύδια ένα καράβι που θα διασχίσει τον ωκεανό, ξοδεύοντας καύσιμα και ρυπαίνοντας ατμόσφαιρα και θάλασσα, για να έρθει ένα προϊόν σε έναν τόπο που παράγει αυτό το προϊόν».
Ενα θέμα που τον απασχολεί, και που τον ενοχλεί πολύ, είναι ότι, όπως λέει, δεν υπάρχει καν ένα κείμενο πολιτικής για τη διατροφή στην Ελλάδα. «Υπάρχει ένα κείμενο που είχε βγει το 2000, το οποίο όμως το εξαφάνισαν επειδή λέει πράγματα που δεν είναι αρεστά. Λέγεται Διατροφικές Οδηγίες Προς Ενήλικους Ελληνες και πρόκειται για ένα καταπληκτικό κείμενο που έπρεπε να διδάσκεται στα σχολείο και να είναι πυξίδα κυβερνητικής πολιτικής για την τροφή».
Και επισημαίνει ότι, «μεταξύ άλλων «ενοχλητικών» για διαφόρους», το κείμενο αναφέρει και τα εξής: Οτι τα σπορέλαια, σε πειράματα που έχουν γίνει έχουν δείξει ότι προκαλούν καρκινογένεση ακόμα και σε ανθρώπους. «Το παράξενο είναι», -λέει ο Β.Φραντζολάς, «ότι από το ελληνικό κείμενο απουσιάζει αυτή η αναφορά σε ανθρώπους. Επίσης ότι η ποσότητα γάλακτος που χρειαζόμαστε οι ενήλικες είναι 2 μικρομερίδες την ημέρα. Αυτό δεν αρέσει στη γαλακτοβιομχανία, ιδίως όσον αφορά τις γυναίκες, για τις οποίες έχει επικρατήσει ότι πρέπει να πίνουν πολύ γάλα, κάτι που δεν είναι αληθές».
ΥΓ.: Δημοσιεύτηκε στην "Κυριακάτικη" Ελευθεροτυπία, στις 5.6.2011.
Οι φίλοι τον φωνάζουν «πολυμήχανο Οδυσσέα». Βασίλης, το κανονικό του όνομα. Βασίλης Φραντζολάς, συνομήλικος του Σαμαρά, όπως λέει χαριτολογώντας, δείχνοντάς μας με τα δάχτυλα το νούμερο «60». Επίσημο επάγγελμα, πολιτικός μηχανικός - τα τι, πώς, πού και πότε, θα τα δούμε στη συνέχεια. Από εκεί και ύστερα, αλλά και ταυτόχρονα πλέον, είναι δεινός μάγειρας, με βιβλίο μαγειρικής βραβευμένο στο εξωτερικό, σύμβουλος και δοκιμαστής ελαιολάδων, κάτοχος μεταπτυχιακού στη Διαχείριση Τροφών από το Λονδίνο, και κατασκευαστής, τώρα, βιοκλιματικών κατοικιών.
Τελειώνοντας το Πολυτεχνείο στην Αθήνα, δούλεψε πρώτα, εδώ σε τεχνική εταιρεία. Στα 30 του, εκεί στην αρχής της δεκαετίας του '80, που τα πράγματα στην Ελλάδα δεν πήγαιναν και πάρα πολύ καλά, πήγε Αμερική, όπου έκανε μεταπτυχιακό στο Τεχνολογικό Πανεπιστήμιο του Γούστερ Tech. Κατασκευαστικό Μάνατζμεντ.
Επέστρεψε στην Ελλάδα το 1982 και το 1986, αλλά «πάλι το μέλλον φαινόταν ζοφερό», και έφυγε ξανά για Αμέρικα, όπου εργάστηκε για 2,5 χρόνια στο Νιου Χέιβεν, Κονέτικατ, σε μία τεχνική εταιρεία. Δηλαδή, έφυγε 2 φορές από την Ελλάδα όταν τα πράγματα δεν πήγαιναν καλά. Τώρα, που είναι πολύ χειρότερα τα πράγματα, δεν φεύγει ξανά, «γιατί μεγαλώσαμε λιγάκι και η επόμενη αναχώρησή μου θα είναι για τον άλλον κόσμο» λέει πικρογελώντας.
Τότε που έφυγε, όμως, και πήγαινε και τόσο καλά στην Αμερική, και μάλιστα μόνο οι ιατρικές εξετάσεις τού έλειπαν για να βγάλει Πράσινη Κάρτα, γιατί ξαναγύρισε; «Τα παιδιά -αφού στο μεταξύ είχε γεννηθεί και ο Τάσος- πήγαιναν στο σχολείο. Και όταν συνειδητοποιήσαμε ότι τα παιδιά μας μιλούσαν μόνο αμερικάνικα εκεί τα βάλαμε κάτω και αποφασίσαμε να γυρίσουμε στην πατρίδα».
Κι όμως, τα 'φερε έτσι η τύχη που, χρόνια αργότερα, ο γιος του ξαναγύρισε στην Αμερική, και εργάζεται εκεί, του αρέσει, καταγίνεται με το Ιντερνετ, έχει και την υπηκοότητα, και η κόρη του είναι στις Βρυξέλλες, παντρεμένη πια. «Μας λείπουν πολύ τα παιδιά, αλλά είμαστε ανακουφισμένοι που κάνουν αυτό που θέλουν, και ότι είναι μακριά από τη σημερινή Ελλάδα» λέει ο κ. Φραντζολάς.
Οταν γύρισαν από την Αμερική, έκανε δική του εταιρεία εδώ και ειδικεύτηκε στη συναρμολόγηση μεταλλικών κτιρίων προκάτ, τα οποία έφερνε από το εξωτερικό. Εκανε, κυρίως, μεγάλα σουπερμάρκετ, αποθήκες για ελληνικές και πολυεθνικές εταιρείες. Το «καμάρι» του, λέει, είναι η στέγη του Ολυμπιακού Γυμναστηρίου Γαλατσίου. Οι δουλειές σήμερα είναι μηδαμινές. Τζίρος ελάχιστος και το προσωπικό συρρικνωμένο. Αναγκάστηκε, λέει, «ξάγρυπνος πολλές νύχτες», να χάσει υπαλλήλους και συνεργάτες με τους οποίους ήταν μαζί πολλά χρόνια. Η «χρυσή του εποχή» ήταν η δεκαετία 1995-2005. Και μέσα σ' εκείνη τη «μεγάλη ευφορία», μπόρεσε και έγραψε το βιβλίο του. Αλλο κεφάλαιο...
Μαγειρική. Πάθος, που το κληρονόμησε από τη μάνα του, σε πολύ νεαρή ηλικία. Για 6 μήνες παράτησε τη δουλειά και αφοσιώθηκε ψυχή τε και... στόματι στο να μαγειρεύει, να δοκιμάζει, να διορθώνει, να φωτογραφίζει, να φτιάχνει το layout, ώστε να δει να γεννιέται το 200 σελίδων βιβλίο του «Γεύσεις της Θάλασσας» (εκδόσεις Πατάκη), με συνταγές για ψάρια και θαλασσινά, που έχει ήδη πουλήσει 10.000 αντίτυπα, και έχει τιμηθεί με το Prix Litteraire Gastronomique από την L'Academie Internationale De La Gastronomie, τον Μάιο του 2006, και το Honourable Mention for the Best Fish and Seafood Cookbook in the World, από το Gourmand World Cookbook Awards, τον Φεβρουάριο του 2005.
Ο πατέρας του είχε και αυτός σχέση με τη διατροφική αλυσίδα, όπως λέμε. Ηταν έμπορος ελαιολάδου στη Σοφοκλέους. Εξ ου και το άλλο πάθος του Βασίλη «για το ευλογημένο αυτό προϊόν των Ελλήνων, που εμείς οι ίδιοι υποτιμούμε και προσβάλλουμε όταν χρησιμοποιούμε σπορέλαια και άλλα επικίνδυνα λάδια στα φαγητά μας».
Στα 58 του χρόνια, ο Βασίλης Φραντζολάς έκανε μεταπτυχιακό στο Πανεπιστήμιο Σόιτι του Λονδίνου στην «Πολιτική Τροφής», Food Policy που, όπως μας εξηγεί, είναι το πώς διαχειρίζεσαι την τροφή, από το χωράφι, μέχρι και τη στιγμή που το τρως. Καλύπτει θέματα της διατροφής και υγείας, οικονομίας της τροφής, της σίτισης του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου, την αναδιανομή της γης, τα βιοκαύσιμα που χρησιμοποιούμε και άλλα πολλά.
«Ολες οι χώρες της Ευρώπης έχουν Πολιτική Τροφής. Εμείς, όχι. Στην Αγγλία έχουν κάνει το Food Policy Programme για το 2050. Που σημαίνει: Προς τα πού θα κατευθύνουμε τη γεωργία μας και ποια κατανάλωση θα έχουμε από τον πληθυσμό μας, ώστε να έχουμε επάρκεια τροφών αλλά και καλύτερη υγεία. Εδώ, δεν έχουμε αντιληφθεί τη σοβαρότητα της ανεπάρκειάς μας σ' αυτό το θέμα. Μεγαλώνουμε την εξάρτησή μας από τις εισαγόμενες τροφές, κυρίως στα ψάρια και, πιο πολύ στο βοδινό κρέας, όπου το 95% έρχεται απ' έξω».
Θα πει κάποιος: Γιατί είναι τόσο κακό να τρώω μοσχάρι, ας πούμε, από τη Γαλλία και όχι από την Ελλάδα; Η πρώτη, προφανής απάντηση είναι «για να στηρίξουμε την τοπική οικονομία». Η δεύτερη, που δεν την έχει αντιληφθεί καλά ο περισσότερος κόσμος, έχει να κάνει με τα λεγόμενα Food Miles, που δεν είναι τίποτα άλλο από τη σύγκριση της τιμής ενός προϊόντος με τα μίλια που έχει διανύσει μέχρι να φτάσει στο σουπερμάρκετ, στο χασάπικο ή στο μανάβικο. Μας λέει χαρακτηριστικά ο κ. Φραντζολάς, ότι υπάρχουν κρεμμύδια στους πάγκους μεγάλου, πολυεθνικού σουπερμάρκετ στην Ελλάδα, που έρχονται από τη Νέα Ζηλανδία.
Αυτό, κατά την γνώμη του, «είναι εγκληματικό», γιατί πρώτον δεν ενισχύουμε την τοπική οικονομία (σ.σ.: ενδιαφέρον έχει εδώ η επισήμανση ότι τα ελληνικά κρεμμύδια, τα ξερά, είναι ακριβότερα από τα της Νέας Ζηλανδίας), και κατά δεύτερον «διότι γεμίζουμε με τόνους κρεμμύδια ένα καράβι που θα διασχίσει τον ωκεανό, ξοδεύοντας καύσιμα και ρυπαίνοντας ατμόσφαιρα και θάλασσα, για να έρθει ένα προϊόν σε έναν τόπο που παράγει αυτό το προϊόν».
Ενα θέμα που τον απασχολεί, και που τον ενοχλεί πολύ, είναι ότι, όπως λέει, δεν υπάρχει καν ένα κείμενο πολιτικής για τη διατροφή στην Ελλάδα. «Υπάρχει ένα κείμενο που είχε βγει το 2000, το οποίο όμως το εξαφάνισαν επειδή λέει πράγματα που δεν είναι αρεστά. Λέγεται Διατροφικές Οδηγίες Προς Ενήλικους Ελληνες και πρόκειται για ένα καταπληκτικό κείμενο που έπρεπε να διδάσκεται στα σχολείο και να είναι πυξίδα κυβερνητικής πολιτικής για την τροφή».
Και επισημαίνει ότι, «μεταξύ άλλων «ενοχλητικών» για διαφόρους», το κείμενο αναφέρει και τα εξής: Οτι τα σπορέλαια, σε πειράματα που έχουν γίνει έχουν δείξει ότι προκαλούν καρκινογένεση ακόμα και σε ανθρώπους. «Το παράξενο είναι», -λέει ο Β.Φραντζολάς, «ότι από το ελληνικό κείμενο απουσιάζει αυτή η αναφορά σε ανθρώπους. Επίσης ότι η ποσότητα γάλακτος που χρειαζόμαστε οι ενήλικες είναι 2 μικρομερίδες την ημέρα. Αυτό δεν αρέσει στη γαλακτοβιομχανία, ιδίως όσον αφορά τις γυναίκες, για τις οποίες έχει επικρατήσει ότι πρέπει να πίνουν πολύ γάλα, κάτι που δεν είναι αληθές».
ΥΓ.: Δημοσιεύτηκε στην "Κυριακάτικη" Ελευθεροτυπία, στις 5.6.2011.
No comments:
Post a Comment