ΠΡΙΝ μερικές μέρες, το μυαλό
μου έχει κολλήσει στην εικόνα ενός έφηβου αγοριού από τη Συρία, του
Τζαφάρ, λίγη ώρα πριν ξεκινήσει μία επίθεση αυτοκτονίας, χωμένος μέσα σ’ ένα
άρμα μάχης γεμάτο πυρομαχικά.
ΤΟ ΠΑΙΔΙ (διότι παιδί είναι,
και εμείς οι μεγάλοι που βιαζόμαστε να τα μεγαλώσουμε αποκόπτοντάς τα από την
φυσιολογική αθωότητα και καθαρότητα της ηλικίας τους, συνειδητά εγκληματούμε),
πείστηκε από τους τζιχαντιστές να οδηγήσει το άρμα και να ανατιναχτεί με αυτό
επάνω σε «εχθρικό στόχο», που ήταν ένα χωρίο, προς χάριν του Αλλάχ.
ΕΜΦΥΣΗΣΑΝ στο παιδί την
έννοια του μάρτυρα, που εκείνοι όμως κιότεψαν να αναλάβουν. Ακόμα και ο πατέρας
του, που το αγκάλιαζε σφιχτά πριν το αποχωριστεί, αλλά του’δινε και κουράγιο,
υπενθυμίζοντάς του ότι ο θάνατός του, που δεν ξέρω και πόσους άλλους θα
προκαλούσε, είναι δώρο στον θεό του.
ΤΟ φυσιολογικό κλάμα του
παιδιού, λίγο πριν κλείσει πάνω από το κεφάλι του η καταπακτή του άρματος,
είναι εικόνα που δεν θα φύγει ποτέ από το μυαλό και τη καρδιά μου. Κι είναι
τόσο δυνατή, που όσες λέξεις κι αν επιστρατεύσω να την περιγράψω, λίγες θάναι.
ΜΕΤΑΦΟΡΙΚΑ, σκέφτομαι ότι
μπορεί και εμείς, που ζούμε σε ένα άλλο περιβάλλον, να κάνουμε πράξεις που
μετατρέπουν και τα δικά μας παιδιά σε αχρείαστους ήρωες, όπως τον Τζαφάρ. Αυτό
το «για το καλό σου, παιδί μου», με το οποίο αποχαιρέτισε ο Σύριος πατέρας τον
έφηβο γιό του λίγο πριν τον στείλει στον θάνατο, είναι πολλές φορές – και το
ξέρουμε – μια πράξη απελπιστικής ουτοπίας και άκρατου εγωισμού.
ΠΟΣΕΣ φορές δεν τόπαμε στα
παιδιά μας; Ίσως όχι για να αυτοκτονήσουν για κάποιον θεό, αλλά για άλλους
λόγους.
ΔΕΝ είναι άραγε
«κατευθυνόμενος» ο τρόπος που πολλές φορές μεγαλώνουμε τα παιδιά μας, βάζοντάς
τα σε μία πορεία που δεν επιθυμούν τα ίδια, και που ισοδυναμεί, σίγουρα, με μια
«αποστολή αυτοκτονίας»;
ΠΟΣΕΣ θεωρίες και «αλήθειες»
δικές μας δεν τους έχουμε φυτέψει στη καρδιά και στο μυαλό τους; Μίση, πάθη, οικογενειακές
και ταξικές έριδες, αντιπαλότητες;
ΟΠΩΣ και με τον Τζαφάρ, έχουμε
από τους νέους την απαίτηση ακόμα και να θυσιαστούν για την πατρίδα, χωρίς όμως
να τους έχουμε πρώτα μάθει να την αγαπούν στ’ αληθινά. Μα πως μπορεί κάποιος να
θυσιαστεί για κάτι που δεν αγαπά; Υγιώς, από μόνος του, και όχι με επιβολή.
ΚΑΙ τι άλλο, άραγε, μπορεί να
σημαίνει αυτή η «αγάπη» για την πατρίδα, από το να κατέχεις την Ιστορία της, να
αναζητάς την αλήθεια με γνώση και όχι με συνθήματα και παπαγαλίες, να
προσπαθείς για χάρη της να γίνεις καλύτερος άνθρωπος, να είσαι δημιουργικός
κρίκος του κοινωνικού της ιστού, να βοηθάς, να συμπαραστέκεσαι, να προσφέρεις,
να συμμετέχεις;
TI να έχει εισπράξει άραγε στον βραχύβιο βίο του ο καημένος
ο Τζαφάρ, από όλους αυτούς (δασκάλους, πολιτικούς και θρησκευτικούς ηγέτες,
γονείς) που του ζήτησαν να θυσιαστεί για τη πατρίδα και τον θεό;
ΤΟ κλάμα του, καθώς έκλεινε
από πάνω η καταπακτή, δεν ήταν από φόβο, είμαι σίγουρος. Ήταν, που
συνειδητοποίησε τις απαντήσεις στο πιο πάνω ερώτημα…
Συγκλονιστικό.........
ReplyDelete