«Μας συγχωρείτε, απουσιάζουμε!»
Υπογραφή: Έλληνες δημοσιογράφοι. Τελεία και παύλα!
Αν θέλουμε, βεβαίως, να χρυσώσουμε το χάπι, εύκολο είναι. Θα βρούμε δυο χιλιάδες βολικές χημικές ουσίες να παραποιήσουν την πραγματική ουσία. Που είναι ότι, εδώ και αρκετά χρόνια, απουσιάζουμε από την πραγματικότητα. (Οι λίγες, λιγοστές εξαιρέσεις, είναι απλώς για να λέμε ότι υπάρχουν και αυτές).
Απουσιάζουμε από την κρίση με την έννοια ότι έξω γίνεται πόλεμος, και εμείς είμαστε σε κάποια γραφεία (μερικοί είναι ακόμα και σε παραλίες…), και κάνουμε κριτική. Κριτική, που βασίζεται εν πολλοίς σε ελλιπείς γνώσεις – στην καλύτερη περίπτωση δε, σε κάτι που μας είπαν άλλοι που ξέρουν καλύτερα από μας, και εμείς απλώς το μεταφέρουμε, και φαινόμαστε εμείς οι παντογνώστες.
Οι πραγματικές ειδήσεις μας έρχονται από έξω. Είναι εισαγόμενες, όπως σχεδόν όλα τα προϊόντα που καταναλώνουμε – συνήθως αμάσητα. Οι ξένοι δημοσιογράφοι, που έχουν ευκολότερη πρόσβαση απ’ ότι εμείς στα κέντρα λήψης αποφάσεων (ακόμα και στην Αθήνα), αλλά και καλύτερη δημοσιογραφική εκπαίδευση από εμάς, είναι οι «τροφοδότες» μας – θα έπρεπε να τους κάνει επίτιμα μέλη η αρτηριοσκληρωτική μας ΕΣΗΕΑ.
Διαβάστε κάθε μέρα τα sites και τις λιγοστές εφημερίδες που απέμειναν. Ό,τι είναι άξιο προς μετάδοση ή δημοσίευση, έρχεται από τις Βρυξέλλες, το Βερολίνο, το Παρίσι, τη Ρώμη, την Ουάσιγκτον. Οι δύο τελευταίοι πρωθυπουργοί μας, ο κ. Παπαδήμος και ο κ. Σαμαράς, σε ξένα μέσα ενημέρωσης έδωσαν τις πρώτες συνεντεύξεις τους. Θα μπορούσαν να κάνουν κάτι ανάλογο ο Ομπάμα ή ο Ολάντ;
Οι ιδιοκτήτες των μέσων, που εξακολουθούν να επενδύουν περισσότερα χρήματα στα «ονόματα» παρά στην ουσία, αγοράζουν ειδήσεις ελληνικές από το εξωτερικό, και βάζουν Έλληνες αναλυτές να τις σχολιάζουν.
Ακόμα και τα «ζωντανά ρεπορτάζ» από την Αθήνα και άλλες πόλεις της Ελλάδος, απ’ έξω γίνονται – πάλι, με λίγες εξαιρέσεις, μία από τις οποίες είναι, θέλω να το πω, η «Καθημερινή». Αυτή ψάχνει, αυτή σκαλίζει, αυτή αναδεικνύει ιστορίες. Αλλά είναι μόνη, και λίγη.
Η δημοσιογραφία στην Ελλάδα, χωρίς να ευθύνονται αποκλειστικά οι δημοσιογράφοι για αυτό, κατήντησε χαμηλού επιπέδου, αφ’ υψηλού! Καλείται από και με το τίποτα, να παράξει το παν. Δεν γίνεται. Όπως λένε και οι Άγγλοι, news is the most expensive commodity in journalism, δηλαδή οι ειδήσεις είναι το πιο ακριβό αγαθό (πείτε το και προϊόν, αν θέλετε) στη δημοσιογραφία. Εμείς, πετσοκόψαμε την ενημέρωση, και χρυσοπληρώσαμε όλα τα σαχλοκούδουνα του λάϊφσταϊλ – πρωινάδικα, μεσημεριανά, και βαρυδυνο-σαββατοκύριακα.
Η καλή δημοσιογραφία, με πιο απλά λόγια, κοστίζει. Εάν αγοράσεις αγράμματο, και του δώσεις ένα μικρόφωνο να κάνει ρεπορτάζ, οικονομικό πρόβλημα μπορεί να μην αντιμετωπίσεις, αλλά από αξιοπιστία μη γυρεύεις σπουδαία πράγματα. Ό,τι αγοράσεις, παίρνεις. Θέλεις Μενεγάκη; Έχεις Μενεγάκη. Θέλεις Αυτιά; Έχεις Αυτιά. Απλά πράγματα. Επιπλέον όμως, ωρίμασε αρκετά το κοινό – όχι όσο θα θέλαμε, αλλά δεν πειράζει. Και ξέρει, αυτό το κοινό, που το υποτιμούν, σκοπίμως, οι αριθμολάγνοι της αγοράς, ότι το προϊόν που του πλασάρουν οι πλείστοι ιδιοκτήτες μέσων ενημέρωσης, είναι μόνο για φτηνό σαματά, άντε και για ίδιον όφελος. Όταν ένας τηλεθεατής βλέπει χαζές ειδήσεις, ακόμα και αν συνεχίσει να τις βλέπει, ξέρεις ότι είναι χαζές. Η AGB, τόχουμε πει πολλές φορές, κάνει ποσοτικές μετρήσεις. Ποιοτικές, δεν δύναται.
Η Ελλάδα, λοιπόν, περνάει τη χειρότερη οικονομική κρίση στην ιστορία της (κρίση που λαμβάνει πολλαπλές διαστάσεις), και η δημοσιογραφία είναι απελπιστικά απούσα. Για να είμαστε δίκαιοι, όμως, η απουσία αυτή δεν είναι ευθύνη μόνο κάποιων «τρίτων». Πρωτίστως, είναι δικό μας το φταίξιμο. Που, ακόμα και αυτήν την ώρα που ο κόσμος καίγεται, και οι πολίτες διψούν για λίγες σταγόνες αλήθειες, εμείς είμαστε εγκλωβισμένοι στα στενά συνδικαλιστικά μας, θεωρώντας ότι θα λύσουμε ζωτικά προβλήματα του κλάδου με το να βγούμε στους δρόμους και να φωνάξουμε «Όχι», και «Κάτω», ή να διαγράψουμε από την ΕΣΗΕΑ μερικούς συναδέλφους που γράφουν πράγματα που δεν μας αρέσουν.
Ούτε μια στιγμή δεν διεκδικήσαμε το δικαίωμα να βγούμε έξω, στον πραγματικό κόσμο, να βρούμε, να ακούσουμε, να μάθουμε ιστορίες, γεγονότα, αλήθειες, και να τα δημοσιεύσουμε χωρίς παρεμβάσεις.
Ούτε μια στιγμή δεν βάλαμε το επάγγελμα πάνω από τα … επαγγελματικά μας. Ούτε μια στιγμή δεν αναρωτηθήκαμε εάν η επιστημονική κατάρτιση όλων των μελών του σκουριασμένου μας σωματείου είναι πράγματι τόσου υψηλού επιπέδου ώστε να είναι τιμή και πρόκληση για κάποιον να θέλει να ενταχθεί σε αυτό, και όχι «ντε φάκτο κεκτημένο» του.
Ούτε μια στιγμή δεν καταφέραμε, με πράξεις και όχι με λόγια, να κερδίσουμε την εμπιστοσύνη και την στήριξη της κοινωνίας, που χρόνια τώρα γυρεύει μια φωνή ήρεμη, υπεύθυνη και σοβαρή, και παίρνει μόνο κραυγή, ανεύθυνη, και αστεία.
Και ούτε μια φορά δεν πιάσαμε τον παλμό του κόσμου σε όλες τις εκλογικές αναμετρήσεις από το 2009 και μετά, αφήνοντας την επιφανειακή ανάλυσή μας στα ευπαθή ευρήματα των φτωχών δημοσκόπων.
Τα δελτία ειδήσεων της τηλεόρασης, ξεχειλίζουν από δηλώσεις ελάχιστων σχετικών και αμέτρητων ασχέτων, και από αναλύσεις δημοσιογράφων και διαφόρων ειδικών – μερικών αξιόλογων, πολλών όχι. Τα ρεπορτάζ, αυτά δηλαδή που αναδεικνύουν το θέμα, είναι ελάχιστα ή και ανύπαρκτα. Η έρευνα στη δημοσιογραφία έχει σχεδόν πεθάνει. Οι ανθρώπινες ιστορίες, αυτές που συνδέουν την πραγματικότητα με την πολιτική, είναι κραυγαλέα απούσες. Ακούμε νούμερα, δεν ακούμε αληθινές ιστορίες. Βλέπουμε γραφικές παραστάσεις, και συγκεντρώσεις κομματικές ή συνδικαλιστικές, αλλά δεν βλέπουμε πραγματικούς ανθρώπους. Προβάλουμε τις διαφωνίες μεταξύ των ανθρώπων, και δεν αναζητούμε ποτέ τα σημεία στα οποία μπορεί να συμφωνούν.
Αποδεχόμαστε μια Ελλάδα άθλια και μίζερη. Και δεν αναδεικνύουμε ποτέ την Ελλάδα που, ακόμα και μέσα σε όλη αυτή τη μαυρίλα, αντιστέκεται…
No comments:
Post a Comment