Sunday, October 19, 2014

ΟΝΕΙΡΕΥΟΜΑΙ ΤΟ ΠΑΙΔΙΚΟ ΜΟΥ ΚΟΛΑΤΣΙΟ*



Επειδή το φαγητό, εκτός απ’ όλα τα άλλα που λέμε, ή και που μάθαμε να λέμε, είναι «και αναμνήσεις», λέω να κάνω ποδαρικό εδώ στο bostanistas με κάτι τόσο ευτελές, όσο και μια κούνια ξύλινη σε πάρκο, που Θεός να το κάνει και τέτοιο.

Ήταν, όμως, ο παιχνιδότοπός μου, και το λάτρευα.

Όταν περνούσε δε η ώρα και η μαμά αποφάσιζε ότι είχα πεινάσει, με περίμενε στη κουζίνα το κολατσιό των ονείρων μου.

Ένα γενναίο κομμάτι από χωριάτικο ψωμί, ανοιγμένο στη μέση, αλειμμένο με βούτυρο που μύριζε τέτοιο, και δεν ακουγόταν ούτε σαν excel, ούτε σαν κάτι που προσπαθούν να σου το πασάρουν ως φάρμακο.

Έπειτα, που λέτε, το χωριάτικο με το βούτυρο αγκάλιαζαν μια φέτα κασέρι, κάποτε και κεφαλοτύρι, μαζί με μορταντέλα, μια στρογγυλή φέτα ντομάτας και λίγο αλατοπίπερο.

Τίποτ’ άλλο!

Ο φούρνος, αυτό το ψωμί είχε. Το χωριάτικο. Κι είχε τη στάμπα του στη μνήμη της γεύσης μου. Βάλ’το ανάμεσα στα χιλιάδες που βγήκαν έκτοτε, κλείσε μου τα μάτια, μπούκωσέ μου τα όλα με όποια σειρά θες, και στοιχηματίζω τη ψυχή μου ότι στο χωριάτικο θα δεις πως ζωγραφίζεται χαμόγελο πάνω σ’ ένα πρόσωπο.

Το τυρί και το αλλαντικό μπορεί να ήταν δευτερεύοντα, με την έννοια ότι θα μπορούσες να τα αντικαταστήσεις με ένταμ, ας πούμε, και ζαμπόν, αλλά εμένα ο συνδυασμός κασέρι-μορταντέλα ήταν εκείνος που με απογείωνε.

Μόνο όταν ερχόταν η γιαγιά από τες Αφρικές και έφτιαχνε το δικό της κυπριακό χαλούμι και χοιρομέρι (διαδικασία που έπαιρνε πολλούς μήνες ώσπου να καταλήξουν αμφότερα σε σάντουιτς), ε τότε ο συνδυασμός, πάντα με το χωριάτικο ψωμί, δεν σε απογείωνε απλώς, σε εκτόξευε!



Εδώ, θα σας πω κι ένα μικρό μυστικό, που σε πολλά τέτοια τυρο-αλλαντικά σάντουιτς χωράει ανάμεσα σε αυτά και το βουτυρωμένο ψωμί. Λέγεται Marmite, κατά την αγγλική εκδοχή, και Vegemite κατά την Αυστραλέζικη.

Χαρακτηρίζεται ως yeast extract, δηλαδή εκχύλισμα μαγιάς, και εκτός από αυτό περιέχει εκχύλισμα βύνης κριθαριού, κρεμμυδιού, σέλερι, και άλλων πραγμάτων που δεν θέλετε να ξέρετε, και που κι εγώ δεν μπήκα ποτέ στον κόπο να … διερευνήσω.

Για μένα, υπερέχει σαφώς το αυστραλέζικο. Και δεν με εκπλήττει καθόλου αυτό αφού, ως γνωστόν, οι Βρετανοί πάντοτε ξεπερνιούνται από εκείνους που κάποτε κατέκτησαν, υποδούλωσαν και κυβέρνησαν.

Δείτε στο ράγκμπι, που τους πατάνε οι Αυστραλοί και Νεοζηλανδοί. Δείτε στο κρίκετ όπου τους κάνουν σκόνη οι Ινδοί, οι Σριλανκέζοι και οι Τζαμαϊκανοί. Δείτε τώρα και στο ποδόσφαιρο που, στην ίδια τους την επικράτεια γινήκανε αποικία Ισπανών, Βραζιλιάνων, Πορτογάλων, ακόμα και Ελλήνων. Δείτε και στη ναυτιλία όπου οι Κύπριοι τους πήραν και τα σώβρακα.

Λοιπόν, Vegemite και Marmite. Αμφότερα κατάλληλα και για χορτοφάγους, και πωλούνται εδώ σε μερικά σουπερμάρκετ. Μία απάλειψη σε ψωμί, ειδικά αν είναι και τοσταρισμένο, είναι θεϊκή.

Από τα παιδικά μου χρόνια, έχουν την ίδια συσκευασία, το ίδιο μπουκάλι. Και μετατρέπουν τις γευστικές μου αναμνήσεις και σε οπτικές. Μιαν άλλη φορά, θα σας ανοίξω το pantry μου! Που στην Αφρική ήταν ολόκληρο δωμάτιο – τώρα εδώ, μια μεγάλη ντουλάπα.

Εκεί, είναι τα «απαραίτητά μου». Εκείνα που δεν λείπουν ποτέ. Και το εννοώ το «ποτέ». Υπάρχουν πάντα και τα αναπληρωματικά – ακόμα και όσων δεν βρίσκω εδώ, και τα φέρνω από το εξωτερικό. Είναι το μικρό μου, γαστρονομικό θησαυροφυλάκιο.

Μια φορά, όταν μπήκαν κλέφτες στο σπίτι, εκεί έτρεξα πρώτα να δώ αν κάτι έλειπε. Ευτυχώς, οι διαρρήκτες πεινάνε για άλλα πράγματα.


Αυτά, λοιπόν, για σήμερα. Αρκετά για κολατσιό. Χωριάτικο, και … ξερό ψωμί! Τα ξαναλέμε.

(*) Aρθρο μου που δημοσιεύεται στο bostanistas.gr, γαστρονομικό αδερφάκι του πολιτικού protagon.gr

1 comment:

  1. Σλουρπ,σε καταλαβαινω!
    κι εγω, μεγαλωνοντας σε χωριο,ειχα την τυχη να γευτω τις τροφες με την αυθεντικη τους γευση
    τα φρουτα με τα δικα τους αρωματα ,τις εποχες με τις δικες τους θερμοκρασιες τις γιορτες με
    τις μυρωδιες τους!
    Δεν θα γκρινιαξω για το κακο που εχουν κανει σ'ολα αυτα.Θα κρατησω την επιγευση στη μνημη μου και στη καρδια μου!

    ReplyDelete

Έκλαιγα όλη νύχτα!...

  ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Από έναν δάσκαλο, που πριν από αρκετούς μήνες μου έστειλε ένα μέϊλ.   Δεν θέλω να πω το όνομά του, γιατί ζούμε μέρες αδ...