Δυό λόγια εισαγωγής:
Κάποιοι θα χαρακτηρίσουν την ιστορία αυτή γλυκανάλατη. Θα την πουν "αμερικανιά", απ' αυτές που συχνά συναντάμε στο Διαδίκτυο. Το πιθανότερο είναι πως δεν είναι καν αληθινή. ο βέβαιο, όμως, είναι ότι θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν. Την έλαβα στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο σήμερα το πρωί από τον φίλο μου Κυριάκο από την Κύπρο. Αισθάνθηκα αμέσως αυτό που αισθάνθηκε κι ο ίδιος. Όπως πολλοί πατεράδες, αλλά και μαμάδες, που μπαίνουν στο σπίτι κάθε απόγευμα, ή και βράδυ, "σκοτωμένοι" από τη δουλειά, και με τις ίδιες, προκατασκευασμένες ερωτήσεις στα χείλη για τα παιδιά τους.
-- Πως πήγε το σχολείο σήμερα;
-- Διάβασες για αύριο;
-- Έφαγες;
Ως εδώ!
Κι όλα αυτά, βεβαίως, "για το καλό σου".
Έναν τέτοιο, γλυκύτατο πατέρα, γνώρισα και εγώ. Αλλά μόνο στα 15 χρόνια της ζωής μου. Ένα απόγευμα, έπαθε ανακοπή καρδιάς και έφυγε.
Έκτοτε, δεν πέρασε ούτε μέρα της ζωής μου που να μην σκεφτώ "αν ήταν σήμερα εδώ;", που να μην ένοιωσα την ανάγκη να του πω πράγματα που μου συνέβαιναν, καλά ή άσχημα, και δεν ήταν εκεί. Τον ευγνωμονώ απ' τα βάθη της καρδιάς μου για όσα πρόλαβε να αφήσει στη μάνα μας, στα αδέρφια μου και μένα. Αν τα βγάλαμε πέρα τον πρώτο καιρό της οδυνηρής απουσίας του, αν κάναμε καλές σπουδές, αυτός έβαλε τα θεμέλια και μας τα άφησε. Αλλά, εμείς τον θέλαμε ακόμα εδώ, ιδίως τώρα, όχι για να στηρίξει υλικά, αλλά για να πει εκείνη τη κουβέντα παρηγοριάς που θα δώσει δύναμη, να είναι παρών και καλά. Να μην ρωτά μόνο "πως πήγαν τα μαθήματα;" και αν "φάγατε σήμερα;". Αυτα, τα ρωτάνε και οι Φιλιπιννέζες!
Ένας πατέρας γυρίζει σπίτι από την εργασία αργά, κουρασμένος και εκνευρισμένος, για να βρει τον πέντε ετών γιο του να τον περιμένει στην πόρτα.
Γιος: «Μπαμπά, μπορώ να σε ρωτήσω κάτι;»
Πατέρας: «Ναι βεβαίως, τι είναι;»
Γιος: «Μπαμπά, πόσα κερδίζεις από τη δουλειά σου σε μια ώρα;»
Πατέρας: «Αυτό δεν είναι δική σου δουλειά. Γιατί ρωτάς ένα τέτοιο πράγμα;» ρώτησε θυμωμένα.
Γιος: «Θέλω ακριβώς να ξέρω. Παρακαλώ πες μου, πόσα παίρνεις σε μια ώρα;»
Πατέρας: «Εάν πρέπει να ξέρεις, παίρνω 50€ την ώρα.»
Γιος: «Ωχ, απάντησε το παιδί, με το κεφάλι του σκυμμένο.
Γιος: «Μπαμπά σε παρακαλώ μπορείς να μου δανείσεις 25€;»
Ο πατέρας εξαγριωμένος: «εάν ο μόνος λόγος που ρώτησες είναι για να δανειστείς κάποια χρήματα και να αγοράσεις ένα ανόητο παιχνίδι ή κάποιες άλλες αηδίες, τότε να πας κατ’ ευθείαν στο δωμάτιό σου και στο κρεβάτι σου. Σκέψου πόσο εγωιστής είσαι. Δεν εργάζομαι σκληρά καθημερινά για τέτοιες παιδαριώδεις επιπολαιότητες.»
Tο μικρό παιδί πήγε ήσυχα στο δωμάτιό του και έκλεισε την πόρτα.
Ο μπαμπάς κάθισε σκεπτόμενος την ερώτηση του παιδιού και νευρίαζε περισσότερο. Πώς τόλμησε να υποβάλλει τέτοια ερώτηση για να πάρει μόνο κάποια χρήματα;
Μετά από μια περίπου ώρα, ο μπαμπάς είχε ηρεμήσει και είχε αρχίσει να σκέφτεται:
Ίσως είναι κάτι που πρέπει πραγματικά να αγοράσει ο μικρός με τα 25€ και δεν ζητάει χρήματα πολύ συχνά. Πήγε στην πόρτα του δωματίου του παιδιού και άνοιξε την πόρτα.
«Κοιμάσαι γιε μου;» Ρώτησε.
«Δεν κοιμάμαι » απάντησε το αγόρι.
«Σκεφτόμουν ότι ίσως ήμουν πάρα πολύ σκληρός μαζί σου νωρίτερα» είπε ο μπαμπάς.«Ήταν μια μεγάλη ημέρα και έβγαλα την κούραση μου σε σένα. Εδώ είναι τα 25€ που μου ζήτησες.»
Το παιδί έτρεξε κατ’ ευθείαν επάνω του χαμογελώντας. «Σε ευχαριστώ μπαμπά!» φώναξε. Κατόπιν, πάει στο μαξιλάρι του και βγάζει από κάτω κάποια τσαλακωμένα χαρτονομίσματα.
Ο πατέρας, μόλις βλέπει ότι το παιδί έχει ήδη κάποια χρήματα, αρχίζει να νευριάζει.
Το μικρό παιδί αρχίζει να μετράει σιγά τα χρήματά του, και κοιτάζει τον μπαμπά του.
«Γιατί ζήτησες περισσότερα χρήματα αφού έχεις ήδη μερικά;» ο πατέρας του γκρινιάζει.
«Επειδή δεν είχα αρκετά, αλλά τώρα έχω», απάντησε το μικρό παιδί.
«Μπαμπά, έχω 50€ τώρα. Μπορώ να αγοράσω μια ώρα του χρόνου σου;
Σε παρακαλώ έλα νωρίς αύριο σπίτι . Θα ήθελα πολύ να φάμε μαζί."
Ο πατέρας συντρίφθηκε. Αγκάλιασε τον μικρό γιο του και ζήτησε συγνώμη.
Είναι ακριβώς μια σύντομη υπενθύμιση σε όλους μας που εργαζόμαστε τόσο σκληρά στη ζωή. Δεν πρέπει να αφήσουμε το χρόνο να περνάει από τα χέρια μας χωρίς να περνάμε χρόνο με εκείνους που πραγματικά σημαίνουν κάτι για εμάς , εκείνους που είναι κοντά στις καρδιές μας.
Εάν πεθάνουμε αύριο, η επιχείρηση για την οποία εργαζόμαστε θα μπορέσει εύκολα να μας αντικαταστήσει μέσα σε λίγες ώρες . Αλλά η οικογένεια και οι φίλοι που αφήνουμε πίσω θα αισθανθούν την απώλεια για το υπόλοιπο της ζωής τους.
Κάποιοι θα χαρακτηρίσουν την ιστορία αυτή γλυκανάλατη. Θα την πουν "αμερικανιά", απ' αυτές που συχνά συναντάμε στο Διαδίκτυο. Το πιθανότερο είναι πως δεν είναι καν αληθινή. ο βέβαιο, όμως, είναι ότι θα μπορούσε κάλλιστα να ήταν. Την έλαβα στο ηλεκτρονικό μου ταχυδρομείο σήμερα το πρωί από τον φίλο μου Κυριάκο από την Κύπρο. Αισθάνθηκα αμέσως αυτό που αισθάνθηκε κι ο ίδιος. Όπως πολλοί πατεράδες, αλλά και μαμάδες, που μπαίνουν στο σπίτι κάθε απόγευμα, ή και βράδυ, "σκοτωμένοι" από τη δουλειά, και με τις ίδιες, προκατασκευασμένες ερωτήσεις στα χείλη για τα παιδιά τους.
-- Πως πήγε το σχολείο σήμερα;
-- Διάβασες για αύριο;
-- Έφαγες;
Ως εδώ!
Κι όλα αυτά, βεβαίως, "για το καλό σου".
Έναν τέτοιο, γλυκύτατο πατέρα, γνώρισα και εγώ. Αλλά μόνο στα 15 χρόνια της ζωής μου. Ένα απόγευμα, έπαθε ανακοπή καρδιάς και έφυγε.
Έκτοτε, δεν πέρασε ούτε μέρα της ζωής μου που να μην σκεφτώ "αν ήταν σήμερα εδώ;", που να μην ένοιωσα την ανάγκη να του πω πράγματα που μου συνέβαιναν, καλά ή άσχημα, και δεν ήταν εκεί. Τον ευγνωμονώ απ' τα βάθη της καρδιάς μου για όσα πρόλαβε να αφήσει στη μάνα μας, στα αδέρφια μου και μένα. Αν τα βγάλαμε πέρα τον πρώτο καιρό της οδυνηρής απουσίας του, αν κάναμε καλές σπουδές, αυτός έβαλε τα θεμέλια και μας τα άφησε. Αλλά, εμείς τον θέλαμε ακόμα εδώ, ιδίως τώρα, όχι για να στηρίξει υλικά, αλλά για να πει εκείνη τη κουβέντα παρηγοριάς που θα δώσει δύναμη, να είναι παρών και καλά. Να μην ρωτά μόνο "πως πήγαν τα μαθήματα;" και αν "φάγατε σήμερα;". Αυτα, τα ρωτάνε και οι Φιλιπιννέζες!
Ένας πατέρας γυρίζει σπίτι από την εργασία αργά, κουρασμένος και εκνευρισμένος, για να βρει τον πέντε ετών γιο του να τον περιμένει στην πόρτα.
Γιος: «Μπαμπά, μπορώ να σε ρωτήσω κάτι;»
Πατέρας: «Ναι βεβαίως, τι είναι;»
Γιος: «Μπαμπά, πόσα κερδίζεις από τη δουλειά σου σε μια ώρα;»
Πατέρας: «Αυτό δεν είναι δική σου δουλειά. Γιατί ρωτάς ένα τέτοιο πράγμα;» ρώτησε θυμωμένα.
Γιος: «Θέλω ακριβώς να ξέρω. Παρακαλώ πες μου, πόσα παίρνεις σε μια ώρα;»
Πατέρας: «Εάν πρέπει να ξέρεις, παίρνω 50€ την ώρα.»
Γιος: «Ωχ, απάντησε το παιδί, με το κεφάλι του σκυμμένο.
Γιος: «Μπαμπά σε παρακαλώ μπορείς να μου δανείσεις 25€;»
Ο πατέρας εξαγριωμένος: «εάν ο μόνος λόγος που ρώτησες είναι για να δανειστείς κάποια χρήματα και να αγοράσεις ένα ανόητο παιχνίδι ή κάποιες άλλες αηδίες, τότε να πας κατ’ ευθείαν στο δωμάτιό σου και στο κρεβάτι σου. Σκέψου πόσο εγωιστής είσαι. Δεν εργάζομαι σκληρά καθημερινά για τέτοιες παιδαριώδεις επιπολαιότητες.»
Tο μικρό παιδί πήγε ήσυχα στο δωμάτιό του και έκλεισε την πόρτα.
Ο μπαμπάς κάθισε σκεπτόμενος την ερώτηση του παιδιού και νευρίαζε περισσότερο. Πώς τόλμησε να υποβάλλει τέτοια ερώτηση για να πάρει μόνο κάποια χρήματα;
Μετά από μια περίπου ώρα, ο μπαμπάς είχε ηρεμήσει και είχε αρχίσει να σκέφτεται:
Ίσως είναι κάτι που πρέπει πραγματικά να αγοράσει ο μικρός με τα 25€ και δεν ζητάει χρήματα πολύ συχνά. Πήγε στην πόρτα του δωματίου του παιδιού και άνοιξε την πόρτα.
«Κοιμάσαι γιε μου;» Ρώτησε.
«Δεν κοιμάμαι » απάντησε το αγόρι.
«Σκεφτόμουν ότι ίσως ήμουν πάρα πολύ σκληρός μαζί σου νωρίτερα» είπε ο μπαμπάς.«Ήταν μια μεγάλη ημέρα και έβγαλα την κούραση μου σε σένα. Εδώ είναι τα 25€ που μου ζήτησες.»
Το παιδί έτρεξε κατ’ ευθείαν επάνω του χαμογελώντας. «Σε ευχαριστώ μπαμπά!» φώναξε. Κατόπιν, πάει στο μαξιλάρι του και βγάζει από κάτω κάποια τσαλακωμένα χαρτονομίσματα.
Ο πατέρας, μόλις βλέπει ότι το παιδί έχει ήδη κάποια χρήματα, αρχίζει να νευριάζει.
Το μικρό παιδί αρχίζει να μετράει σιγά τα χρήματά του, και κοιτάζει τον μπαμπά του.
«Γιατί ζήτησες περισσότερα χρήματα αφού έχεις ήδη μερικά;» ο πατέρας του γκρινιάζει.
«Επειδή δεν είχα αρκετά, αλλά τώρα έχω», απάντησε το μικρό παιδί.
«Μπαμπά, έχω 50€ τώρα. Μπορώ να αγοράσω μια ώρα του χρόνου σου;
Σε παρακαλώ έλα νωρίς αύριο σπίτι . Θα ήθελα πολύ να φάμε μαζί."
Ο πατέρας συντρίφθηκε. Αγκάλιασε τον μικρό γιο του και ζήτησε συγνώμη.
Είναι ακριβώς μια σύντομη υπενθύμιση σε όλους μας που εργαζόμαστε τόσο σκληρά στη ζωή. Δεν πρέπει να αφήσουμε το χρόνο να περνάει από τα χέρια μας χωρίς να περνάμε χρόνο με εκείνους που πραγματικά σημαίνουν κάτι για εμάς , εκείνους που είναι κοντά στις καρδιές μας.
Εάν πεθάνουμε αύριο, η επιχείρηση για την οποία εργαζόμαστε θα μπορέσει εύκολα να μας αντικαταστήσει μέσα σε λίγες ώρες . Αλλά η οικογένεια και οι φίλοι που αφήνουμε πίσω θα αισθανθούν την απώλεια για το υπόλοιπο της ζωής τους.
Φίλτατε Χρήστο.
ReplyDeleteΠαρόμοια ερωτήματα για το τι θα έλεγα με τον εκλιπώντα πατέρα μου περνάνε καί εμένα απο το μυαλό μου το μόνο λοιπόν που θα μπορούσα να κάνω είναι να τον φαντασθώ απέναντι μου να τα λέμε ή ακόμα καλύτερα να σκεφθώ σε παρόντα χρόνο πώς θα βελτιώσω τον ρόλο μου σαν πατέρας απέναντι στο παιδί μου !
Αυτά τα ολίγα .
Φιλικά.
Θοδωρής Αγγελίδης