Wednesday, December 12, 2012

ΧΕΙΜΩΝΑΣ*

Από παιδί θυμάμαι αγαπούσα το χειμώνα.
Απ'το τέλος του καλοκαιριού άρχιζα να στιβάζω ξύλα
Για το τζάκι της φαντασίας μου.
Στην θάλασσα -άγνωστο γιατί- έβλεπα τα όριά της.
Την ανατριχίλα της απεραντοσύνης όμως την ένιωθα
Όταν ακουμπούσα το πρόσωπό μου στο τζάμι
Και κοίταζα σαν αστρονόμος...έξω στην αυλή!
Το σύμπαν είχε εγκατασταθεί στη γειτονιά!
Στην κορυφή ακριβώς του κυπαρισσιού καθόταν ένα σπουργίτι.
Μιά ξεπαγιασμένη τρυφερή απόληξη!
Ο καπνός από τις καμινάδες βεβαίωνε
ότι στο βωμό της ξυλόσομπας γίνονταν θυσίες
Στον θεό της θαλπωρής.
Οι κατακόκκινες μύτες και τ'αυτιά, μοιάζαν
Με σημάδια ντροπής και ήττας της παγωνιάς απ΄τη φωτιά.
Οι ενήλικες ήταν πρόθυμοι να κατηχηθούν
Σ'αυτό το μυστήριο!
Η μπογιά των απλών θαυμάτων περνούσε ακόμα.
Οι γιαγιάδες μας αποκαλούσαν τον χειμώνα <>.
Κέρδιζε έτσι το μερίδιο του σεβασμού που του άξιζε.
Τώρα ο χειμώνας μοιάζει με ανόητη νεότητα
πο κάνει λίφτινγκ γήρατος.
Γι'αυτό και το καλοκαίρι
Είναι μονιμως ...κρυολογημένο


* Του ποιητή, στιχουργού, συνθέτη και, πάνω απ' όλα, εκπαιδευτικού σ' ένα σχολείο της επαρχίας, έξω από την Πάτρα, Περικλή Κυπραίου. Τον "γνώρισα" μέσα από τις "Μεταμορφώσεις" του, ένα CD με 4 ωραιότατα τραγούδια, και "βρεθήκαμε" τυχαία, μια μέρα στον "αέρα" του Δεύτερου Προγράμματος, 103,7. Ο Περικλής, μου κάνει την τιμή να μπορώ να αναρτώ στο filoftero τα ποίηματά του.

No comments:

Post a Comment

Ο Νορβηγός ζογκλέρ*

  Στο τρένο, Παρασκευή κατά τις 11.30 το πρωί, από Κηφισιά-Μοναστηράκι. Ως το Ηράκλειο είχε γεμίσει το βαγόνι μας. «Ποιοι είμαστε;», θα αναρ...