Sunday, June 16, 2024

Μπαμπά;

 

Οι άνθρωποι αποφεύγουν να μιλούν για τον θάνατο, ιδίως όταν αυτός δεν

τους έχει χτυπήσει τη πόρτα.

Ένας ιεράς μου έλεγε πριν από χρόνια ότι ακόμα και εκείνοι που στις κηδείες

σπρώχνουν για να βρεθούν μπροστά-μπροστά την στιγμή της ταφής, το

κάνουν για να ανακουφιστούν ότι εκείνοι είναι ακόμα εν ζωή.

Για μένα, που τον βρήκα μπροστά μου τον άτιμο από τα παιδικά μου χρόνια, η

πιο βαριά επίπτωσή του δεν είναι τόσο πολύ ότι αναγκάζεσαι να συνηθίσεις

την απουσία ενός αγαπημένου σου προσώπου, όσο όταν συνειδητοποιείς ότι

η μνήμη, τελικά, δεν αποθηκεύει εκείνα που έχεις πραγματική ανάγκη:

Την αίσθηση ενός αγγίγματος τη στιγμή που το χρειάζεσαι. Τον τόνο της

φωνής, σε καλές και άσχημες στιγμές. Ένα χαμόγελο που καμιά, ποτέ,

φωτογραφία δεν μπορεί να αποτυπώσει. Ένα νεύμα, που είναι αρκετό να σε

διαβεβαιώσει ότι «όλα θα πάνε καλά, μη στενοχωριέσαι».

Με συγκλόνισαν, θυμάμαι, τα λόγια που είπε ο Θανάσης Βέγγος σε μία

τηλεοπτική εκπομπή, όπου τον κάλεσαν για να τον βραβεύσουν, ένα-δύο

χρόνια πριν πεθάνει:

«Έπρεπε να γεράσω, αγόρι μου, για να μάθω τι είναι ευτυχία. Τελικά ευτυχία

είναι ένα ζευγάρι χέρια, δύο χέρια. Αυτά που θα σε αγκαλιάσουν, θα σε

κρατήσουν, θα σε κοιμίσουν, θα σε περιποιηθούν, θα σου μαγειρέψουν, θα σε

χαϊδέψουν και στο τέλος θα σου κλείσουν τα μάτια. Τα πολλά χέρια απλά σε

κατσιάζουν. Χάσιμο χρόνου. Θα το δεις κι εσύ όσο μεγαλώνεις».

Σήμερα, είμαι μπλεγμένος κι εγώ στα πολλά χέρια που απλά με κατσιάζουν.

Και μου λείπει εκείνο το ένα, που πάντα έκανε τη καρδιά μου να φτερουγίζει.

Ο Ηράκλειτος έλεγε: «Στην αναζήτηση της αλήθειας, να είσαι έτοιμος για το

απροσδόκητο, επειδή είναι δύσκολο να τη βρεις και σε συγκλονίζει όταν την

ανακαλύψεις».

Είναι λόγια που τα βρίσκω στην εισαγωγή ενός βιβλίου που με κράτησε

ξάγρυπνο τρεις νύχτες, και θάθελα να το μοιραστώ μαζί σας, όσο κι αν το

θέμα του, ο θάνατος και η μοναξιά, μοιάζει, και είναι, στενάχωρο.

Τιτλοφορείται «Η Επινόηση της Μοναξιάς», είναι γραμμένο από τον Αμερικανό

συγγραφέα Paul Auster, και κυκλοφορεί στα ελληνικά από τις εκδόσεις

«Μεταίχμιο» σε μετάφραση Σταυρούλας Αργυροπούλου. Ξεκινάει έτσι:

«Τη μία μέρα υπάρχει ζωή. Ένας άνθρωπος, για παράδειγμα, με θαυμάσια

υγεία, ούτε καν γέρος, χωρίς ιστορικό ασθενειών. Όλα είναι όπως ήταν, όπως


θα είναι πάντα. Εκείνος ζει από μέρα σε μέρα, νοιάζεται μονάχα για τη δουλειά

του, ονειρεύεται μονάχα τη ζωή που απλώνεται μπροστά του. Και έπειτα,

ξαφνικά, υπάρχει θάνατος. Ο άνθρωπος αφήνει έναν αναστεναγμό,

σωριάζεται στην καρέκλα του κι έρχεται ο θάνατος. Το αιφνίδιο του πράγματος

δεν αφήνει περιθώρια για σκέψεις, δεν δίνει στο μυαλό την ευκαιρία να

αναζητήσει μια λέξη που θα μπορούσε να προσφέρει παρηγοριά. Μένουμε

μονάχα με τον θάνατο, το αδιαμφισβήτητο γεγονός της θνητότητάς μας».

Έμαθα τα νέα για τον θάνατο του πατέρα μου, κάποια χρόνια πριν, τέτοιες

μέρες, όταν το πρωί κάναμε μπάνιο στην Αμμόχωστο και το απόγευμα, που

έκανα βόλτα με τους φίλους μου κάποιος μου φώναξε «τρέχα!».

Μπαμπά;


ΥΓ: Σήμερα, η Παγκόσμια Ημέρα του Πατέρα. Το κε΄λιμενο δημοσιεύεται αύριο Δευτέρα, στον Φιλελεύθερο Κύπρου


https://youtu.be/P6zaCV4niKk?si=LTLP6WAj3iHB57dq

Μαζί στη ζωή, μαζί και στον θάνατο...

 



IN MEMORIAM - Μπεν Βοτιέ, 88, (φωτό), Γάλλος καλλιτέχνης, ευρύτερα γνωστός για τα έργα ζωγραφικής του που χαρακτηρίζονται από «ειρωνικά σλόγκαν με πινελιές», δεν άντεξε τον θάνατο της γυναίκας του που λάτρευε και έθεσε τέλος και στη δική του ζωή. Η Άνι Βοτιέ, σύντροφός του για 60 χρόνια, πέθανε την περασμένη Δευτέρα από εγκεφαλικό επεισόδιο. Ο Μπεν, όπως καθιερώθηκε να τον λένε, δίχως επώνυμο, «αποφάσισε να φύγει και αυτός για να μην αφήσει μόνη την μητέρα μας», είπαν σε κοινή δήλωση τα δύο τους παιδιά Εύα και Φρανσουάζ.

Ο Μπεν γεννήθηκε στην Νάπολι το 1935, και μετοίκισε στην Νίκαια στα 14 του χρόνια. Εκεί πέρασε το υπόλοιπο της ζωής του.

Όπως γράφει η Γκάρντιαν, ο καλλιτέχνης σχετίστηκε με  το κίνημα Fluxus, που ήταν μια διεθνής, διεπιστημονική κοινότητα καλλιτεχνών, συνθετών, σχεδιαστών και ποιητών κατά τη διάρκεια των δεκαετιών του 1960 και του 1970, που συμμετείχαν σε πειραματικές καλλιτεχνικές παραστάσεις, δίνοντας έμφαση  που έδιναν έμφαση στην καλλιτεχνική διαδικασία επάνω στο τελικό αποτέλεσμα.

« Όλα είναι Τέχνη», συνήθιζε να λέει, και αντί για παραδοσιακά έργα τέχνης, αυτός έκανε «χειρονομίες», όπως έλεγε ο ίδιος: στεκόταν στο παράθυρο μιας γκαλερί και φώναζε μέχρι να χάσει τη φωνή του, οργάνωνε θεατρικές παραστάσεις που δεν ανέβαιναν ποτέ, ή και ρεσιτάλ πιάνου όπου κάποια στιγμή ο πιανίστας σηκωνόταν και τρεπόταν σε φυγή.

Φαντάζομαι ότι κάτι παρόμοιο σκέφτηκε, και έκανε, για την  τελευταία πράξη του έργου της ζωής του. Όπως έπαιζε, σηκώθηκε και έφυγε…

 

Saturday, May 25, 2024

Drowning Street!...

 


Και ξαφνικά την Τετάρτη ο Βρετανός Πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ ανακοίνωσε, με διάγγελμά του έξω από την 10 Downing Street, την προκήρυξη πρόωρων εκλογών τον Ιούνιο υπό καταρρακτώδη βροχή. Έγινε μούσκεμα. Η οικονομική εφημερίδα City A.M. είχε τον πιο επιτυχημένο τίτλο, Drowning Street! Mετaτρέποντας την ιστορική οδό που πήρε το όνομά της από τον Λόρδο Τζορτζ Ντάουνινγκ που είχε την κατοικία του εκεί, σε Οδό Πνιγμένη!

Sunday, May 19, 2024

Οι ήρωες και ηρωίδες μου*

 Όταν φτάνεις σε μια ηλικία και μαθαίνεις ότι κάποιος πέθανε, το πιο πιθανό είναι να τον ξέρεις – ακόμα και αν δεν είναι φίλος ή συγγενής. Και πονάει πολύ αυτό. Γιατί είναι κομμάτι της ζωής σου. Υπήρξε. Σε στιγμές που δεν καθορίζονται εύκολα, δεν συνδέονται οπωσδήποτε με συγκεκριμένα γεγονότα. Εμφυτεύονται όμως, εκεί όπου δεν ξέρουμε τι ακριβώς αποτελεί το «είναι» μας, αλλά η παρουσία τους είναι κάτι σαν την αναπνοή, ανεπαίσθητη, ζωογόνος και διαρκής.

 

Η είδηση ότι ένα τέτοιο πρόσωπο δεν υπάρχει πια  αποδυναμώνει όλο αυτό το σύστημα. Η μνήμη επουλώνει, αλλά οι στιγμές που σε συνδέουν με τα πρόσωπα που φεύγουν έχουν σφίξιμο.

 

Εδώ και περίπου δέκα χρόνια, άρχισα να καταχωρώ σε ένα ηλεκτρονικό μου αρχείο τα ονόματα όλων των ανθρώπων «που είμαι ευτυχής που έζησα ή και ζώ ακόμα μαζί τους σ’ αυτόν τον κόσμο».

 

Για παράδειγμα, μεγάλοι ήρωές μου όπως ο Άινσταϊν και ο Γκάντι, δεν συμπεριλαμβάνονται. Ο πρώτος πέθανε 3 χρόνια πριν εγώ γεννηθώ. Ο δεύτερος, δέκα χρόνια πρίν. Όμως «αποζημιώνομαι» με πολλούς άλλους. Να μερικοί, όπως τους κατοχυρώνω ατάκτως:  Nelson Mandela (1918-2013), Lionel Messi (1987), Γιώργος Σεφέρης (1900-1971), Οδυσσέας Ελύτης (1911-1996), Μάνος Χατζιδάκις (1925-1994), Μίκης Θεοδωράκης (1925-2021), Γιάννης Τσαρούχης (1910-1989), Γιάννης Μόραλης (1916-2009), Leonard Cohen (1934-2016), Freddie Mercury (1946-1991), Bruce Springsteen (1949), Λεωνίδας Κύρκος (1924-2011), Μιχάλης Παπαγιαννάκης (1941-2009), Ευάγγελος Βενιζέλος (1957), John Lennon (1940-1980), George Harrison (1943-2001), Michael Jackson (1958-2009), Sir John Gielgud (1904-2000), Rudolf Nureyev (1938-1993), Μάνος Λοΐζος (1937-1982), Διονύσης Σαββόπουλος (1944), Σταύρος Ξαρχάκος (1939 ), Δήμος Μουτσης (1938-2024), Βασίλης Τσιτσάνης (1915-1984), Μάνος Ελευθερίου (1938-2018), Γέροντας Παίσιος (1924-1994), Γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης (1906-1991), Γέροντας Ιάκωβος Τσαλίκης (1920-1991), Bob Marley (1945-1981), Bob Dylan (1941), Roger Federer (1981), Bjorn Borg (1956), Tiger Woods (1975), Philip Roth (1933-2018), David Bowie (1947-2016), Maria Callas (1923 – 1977), Bill Gates (1955), Ειρήνη Παπά (1929-2022, φωτο), Νίκος Γκάτσος (1911-1992), Νίκος Γκάλης (1927), Μίμης Παπαιωάννου (1942-2023), Steve Jobs ( 1955-2011), Julie Andrews (1935), κλπ…

(*) Σε προσεχή ανάρτηση θα "εμφυτέψω" όλη τη λίστα.

Saturday, May 11, 2024

Ο εθνικός μας Αυτιάς...

 


Σε πρόσφατη δήλωσή του, ο δημοφιλής δημοσιογράφος και υποψήφιος τώρα της ΝΔ για το ευρωκοινοβούλιο, Γιώργος Αυτιάς, είπε ότι «αν το αποφασίσει η κοινωνία, η φανέλα της εθνικής με περιμένει».

 Τα συνηθίζει αυτά τα ωραία χωρατά ο Γιώργος. Κάτι που επιτρέπει σε κακεντρεχείς σαν τον αληθινά δικό σας (yours truly), να αντιπαραβάλει το δικό του σαχλό επιχείρημα ότι, ευτυχώς, για την στελέχωση της εθνικής πρέπει να (α) να τόχεις, να ξέρεις καλή μπάλα, και (β) να σε επιλέξει  ο προπονητής, και όχι η κερκίδα.



Monday, May 6, 2024

Η διαφήμιση μας κάνει δυστυχισμένους!...

 


Ο Άντρου Όσβαλντ  και η ομάδα του στο Πανεπιστήμιο του Ουόρικ στην Αγγλία, συνέκριναν στοιχεία από έρευνά τους για την ικανοποίηση της ζωής πέραν των 900.000 πολιτών 27 ευρωπαϊκών χωρών από το 1980 έως το 2011, με επίσημα στοιχεία ετήσιας διαφημιστικής δαπάνης (πάντα σε σχέση με την βιοτική ευημερία), για την ίδια χρονική περίοδο.

Σύμφωνα λοιπόν με την μεγάλη, και εμπεριστατωμένη αυτήν έρευνα, «όσο πιο υψηλή ήταν η διαφημιστική δαπάνη μιας χώρας σε έναν μόνο χρόνο, τόσο λιγότερο ικανοποιημένοι ήταν οι πολίτες της από την ζωή τους έναν ή δύο χρόνια μετά. Όπως λέει και το Harvard Βusiness Review, που παρουσίασε την έρευνα (εδώ: https://hbr.org/2020/01/advertising-makes-us-unhappy), ως συμπέρασμα: Η διαφήμιση μας κάνει δυστυχισμένους!

Sunday, February 4, 2024

Ο Νορβηγός ζογκλέρ*

 


Στο τρένο, Παρασκευή κατά τις 11.30 το πρωί, από Κηφισιά-Μοναστηράκι. Ως το Ηράκλειο είχε γεμίσει το βαγόνι μας. «Ποιοι είμαστε;», θα αναρωτήθηκε ο καθένας από μέσα του. Τι δουλειές κάνουμε; Που πάμε τέτοια ώρα; Γιατί είναι το βλέμμα μας τόσο άδειο;

Στον επόμενο σταθμό, μπήκε ο πρώτος φουκαράς. «Κυρίες και κύριοι, την προσοχή σας ζητώ. Έχω παιδί άρρωστο στο Λαϊκό. Να και πιστοποιητικό από τους γιατρούς…». Η φωνή του έσβησε μέσα στην απάθεια, αλλά και στην βεβαιότητα όλων μας ότι ψεύδεται. Κατέβηκε με άδεια χέρια.

Η επόμενη δυστυχία είχε γυναικεία μορφή. Η παράσταση ήταν πιο δραματική, ο ρόλος εξίσου τραγικός. Κι’ άλλο άρρωστο παιδί. Αλλά «κι άλλα πέντε στο σπίτι, που δεν έχουν να φάνε». Μας ζήτησε συγγνώμη «για την ενόχληση μέσα στη κρίση, αλλά τη βοήθειά σας εκλιπαρώ για να σώσω το παιδί μου». Ξανά, κοιτάξαμε αλλού. Και όλο το είναι μας βάρυνε πιο πολύ ακόμα…

Ώσπου, στον Άγιο Νικόλαο, μεγάλη η χάρη του, μπήκε στο βαγόνι μας ο Ντάνι, ξανθό αγόρι, όχι παραπάνω από 20. «Από την Νορβηγία, κυρίες και κύριοι», μας αυτοσυστήθηκε στα αγγλικά, και μας ευχήθηκε καλή μέρα. Έπειτα, άρχισε να πετάει έγχρωμα μπαλάκια στον αέρα, όσο ψηλά, δηλαδή, του επέτρεπε το ταβάνι του βαγονιού, υπό τους ήχους μιας χαρούμενης μουσικής του Λιρόϊ Άντερσον – το Pink, Plank, Plunk, τοκαναα Shazam! Έπιανε όσες μπαλίτσες μπορούσε και τις ξαναπέταγε.

Του έπεσαν οι μισές. Οι πιο κοντινοί σε αυτόν επιβάτες έσπευσαν να του τις μαζέψουν. Όλοι στο τέλος του χαρίσαμε ένα πλατύ χαμόγελο (που μάλλον εκείνος μας δώρισε πρώτος), και γεμίσαμε το καπέλο του με όσα ψιλά βρήκαμε. Μας αποχαιρέτισε μ’ ένα thank you, και μια ωραία υπόκλιση.

Σκέφτηκα ότι θα πάει πίσω στη χώρα του και θα πει στους φίλους του back home ότι μέσα στη βαθιά κρίση τους τώρα με τους πολέμους, την ακρίβεια και την αβεβαιότητα, οι Έλληνες έδωσαν σ’ έναν πιτσιρικά από την πλούσια Νορβηγία λίγα ψιλά, και ένα μεγάλο κομμάτι από την ψυχή τους.

Ήταν ο χειρότερος ζογκλέρ που είδα στη ζωή μου. Αλλά ο καλύτερος ψυχοθεραπευτής που μπήκε ποτέ σε αμαξοστοιχία των ΗΛΠΑΠ.

Πήρε από λυγισμένους ανθρώπους ένα μέρος του βάρους τους και τους έκανε ξανά, έστω για έναν-δυο σταθμούς, ανάλαφρους.

Οι άλλοι, οι «θεατρίνοι της δυστυχίας», μας έδειξαν ένα πρόσωπο, ίσως και το δικό μας, που δεν μας αρέσει πια.

Προτιμούμε την αλήθεια του αθώου σφάλματος, παρά το ψέμα της ένοχης ορθότητας! Όχι άλλα ψεύτικα πιστοποιητικά, παρακαλώ…


(*) Κομμάτι μου που δημοσιεύτηκε στο Protagon και στον Φιλελεύθερο Κύπρου. Έτσι, για να σπάσω την μονοτονία των ημερών...

 

Μπαμπά;

  Οι άνθρωποι αποφεύγουν να μιλούν για τον θάνατο, ιδίως όταν αυτός δεν τους έχει χτυπήσει τη πόρτα. Ένας ιεράς μου έλεγε πριν από χρόνια ότ...