Saturday, August 31, 2024

CHRISTOS’S PLAYLIST (August 2024)*

 


ALEXANDRA LEAVING – Sharon Robertson (Cover Leonard Cohen)

A THOUSAND KISSES DEEP – Leonard Cohen (With Sharon Robertson)

LITTLE BLUE - Jacob Collier

TRUE LOVE WILL NEVER FADE – Mark Knopfler

COYOTES - Richard Thompson

A BAR SONG (Tipsy) – Shaboozey

ΚΟΥΤΣΗ ΚΙΘΑΡΑΔήμητρα Γαλάνη, Ονειράμα

WHEN I GET LOW, I GET HIGH – Hot Sardines, ft. Alan Cumming

DON’T STOP BELIEVIN’ – Journey

BOTH SIDES NOW – Joni Mitchell

IF I SHOULD FALL BEHIND – Bruce Springsteen with the Sessions Band (Live in Dublin)

THESE ARE THE DAYS – Van Morrison

A VOLTE IL CUORE – Andrea Bocelli

SMILE – Nat King Cole, 1954

BED OF ROSES – Bon Jovi

WHAT’S IN THE TEA? – Calimossa

ΤΟΥ ΕΡΩΤΑ (Της Αγάπης Μαχαιριά) – Χάρης & Πάνος Κατσιμίχας

SEE YOU AGAIN (Wiz Kalifa, ft. Charlie Puth)


*Αρκετοί, που μου κάνουν την τιμή να με ακούνε κάθε μέρα (Δευτέρα-Παρασκευή, 9-10πμ, στην εκπομπή μου Πρώτο Πρόγραμμα της ΕΡΤ, μου ζητάνε κατά καιρούς να τους λέω μερικά από τα τραγούδια που επιλέγω να "παίξω" στον Καθρέφτη μου. Σκέφτηγκα λοιπόν, στο τέλος κάθε μήνα, να συντάσσω και να αναρτώ εδώ, στο blog μου, κάποιες από τις μουσικές επιλογές μου, που αγαπώ ιδιαίτερα. Αρχίζω, λοιπόν, από τον Αυγουστο, που "τελειώνει" σήμερα. Και από αυτήν, την 1η Playlist, ξεχωρίζω το αγαπημένο μου, που είναι το Little Blue του Jacob Collier, που το ανέβασα εδώ.


ΚΑΛΗ ΑΚΡΟΑΣΗ, και αν θέλετε, γράψτε μου εδώ και τις εντυπώσεις σας. 

Saturday, August 24, 2024

Δεν έχει τέλος η τρέλλα στη Γάζα...

 IN MEMORIAM. Καρμέλα Νταν και Νόγια Νταν. Γιαγιά και εγγονή. Η πρώτη θα συμπλήρωνε τα 80 της χρόνια την περασμένη Τρίτη. Η εικονιζόμενη Νόγια, μόλις 12. Τους πήρε ομήρους η Χαμάς στην τρομοκρατική επίθεσή της σε εβραϊκούς οικισμούς την 7η Οκτωβρίου πέρυσι. Λίγες μέρες μετά, οι ισραηλινές Αρχές ειδοποιήθηκαν ότι βρέθηκαν οι σωροί τους. Τις μνημονεύουμε σήμερα, έχοντας μάθει από Έλληνες Εβραίους εδώ στην Αθήνα φρικτές λεπτομέρειες της δολοφονίας τους. Ιδίως της 12χρονης Νόγια, που ήταν και αυτιστική. Κι αυτό που έχει ενοχλήσει και γονατίσει την εδώ εβραϊκή κοινότητα, είναι το γεγονός ότι, σύμφωνα με τον ΟΗΕ, που επέλεξε να αποκλείσει τα ισραηλινά θύματα τρομοκρατίας –που τα στοχεύουν οι Παλαιστίνιοι– από την Έκθεσή τους για την Ημέρα της Τρομοκρατίας, η Νόγια και οι άλλοι Ισραηλινοί που έχασαν την ζωή τους πριν και μετά την 7η Οκτωβρίου, δεν είναι αξιομνημόνευτοι!

ΥΓ1: Κλαίω για κάθε ψυχή που χάνεται σ’ αυτόν τον άγριο πόλεμο στην Μέση Ανατολή. Αλλά, δεν ξεχνώ ούτε στιγμή ποιοι τον άρχισαν στις 7 Οκτωβρίου 2023, σφάζοντας κυριολεκτικά 1.189 ανθρώπους, από τους οποίους 815 ήταν άμαχοι, (άνδρες, γυναίκες, μικρά παιδιά και ηλικιωμένοι) και πήραν μαζί τους περίπου 250 όμηρους, ανάμεσά του περίπου 30 παιδιά. Είναι βέβαιο ότι οι τρομοκράτες ήξεραν ποιες θα ήταν οι αντιδράσεις στη βαρβαρότητά τους. Και για αυτό το έκαναν. Εάν ήθελε πράγματι η Χαμάς να σταματήσουν οι βομβαρδισμοί του Ισραήλ κατά της Γάζας, θα το πετύχαινε εάν έδινε αμέσως πίσω τους ομήρους που κρατούσε. Δεν το έκανε όμως.

ΥΓ2: Από τις επιθέσεις του Ισραήλ στη Γάζα και στη Ράφα, που συνεχίζονται και μέχρι τώρα, το υπουργείο Υγείας των Παλαιστινίων, που διοικείται από τη Χαμάς, ανακοίνωσε χθες ότι τουλάχιστον40.000 Παλαιστίνιοι έχουν σκοτωθεί και περίπου 92.500 έχουν τραυματιστεί από την έναρξη του πολέμου.

Από το site του έγκυρου περιοδικού «Nature», επιλέγω αυτήν την παράγραφο από την σχετική ανάρτηση, ως Σκέψη της Ημέρας:

Θερμοκρασίες υψηλότερες από τον μέσο όρο. Χιόνια που έλιωσαν νωρίτερα και χαμηλότερα από τη μέση βροχόπτωση, όλα μαζί ως αποτέλεσμα της κλιματικής αλλαγής, έφεραν τις καταστροφικές πυρκαγιές του περασμένου καλοκαιριού στον Καναδά. Το 2023, οι πυρκαγιές έκαψαν 150.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα – αυτό αντιστοιχεί με 7 φορές πιο πάνω από τον ιστορικό μέσο όρο και αφορά το περίπου 4% των δασών της χώρας. Εκκενώθηκαν περισσότερες από 200 κοινότητες και μεγάλη νέφη με τοξικό καπνό έφτασαν μέχρι και την Ευρώπη. Οι φωτιές στη δύση επιδεινώθηκαν λόγω της παρατεταμένης και μάλιστα για πολλά χρόνια, ανομβρίας. Ενώ στον ανατολικό Καναδά, παρατηρήθηκε το φαινόμενο της «ξαφνικής ανομβρίας», όπως το λένε οι επιστήμονες. Πρόκειται για έναν τύπο ξηρασίας που χαρακτηρίζεται από την ταχεία έναρξή της, τη μεγάλη της ένταση και την επικινδυνότητα μέσα σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα, συνήθως μέσα σε λίγες ημέρες ή εβδομάδες.

Πείτε μου, αν έχετε τον θεό σας: Είναι δυνατόν πρόεδρος ενός κόμματος να ζητεί από τους πολίτες στην Ελλάδα να του κάνουν μία κατάθεση για δώρο γάμου, ή μάλλον για οικονομική ενίσχυση για τον μήνα του μέλιτός του, σε αμερικανικά δολάρια;

Κάποιοι, απαντούν «γιατί όχι;». Προτάσσοντας, μάλιστα, ως επιχείρημα ότι πολλοί μελλόνυμφοι σε Ελλάδα και σε Κύπρο, όπου οι γάμοι τελικά είναι μεγάλη «μπίζνα», αφήνουν σε καταστήματα της επιλογής τους κατάλογο με προϊόντα που θα ήθελαν, κυρίως  για να φτιάξουν το σπιτικό τους, μια παρόμοια «λίστα γάμου».

Αν και, ούτε αυτό μου αρέσει (ακριβώς επειδή «είναι πρακτικό», όπως λένε, αλλά ποτέ δεν τα πήγαινα καλά με αυτήν την … συνθήκη!), σίγουρα είναι πολύ πιο διαφορετικό από το να το υιοθετεί ένας πολιτικός, και μάλιστα εκατομμυριούχος.

Κάποτε στην Κύπρο, ένας μεγαλοδικηγόρος που πάντρεψε την θυγατέρα του, έδωσε τραπεζικό του λογαριασμό στο εξωτερικό για να «καταθέσουν» οι καλεσμένοι το … δώρο τους. Διάβασα την είδηση στα σόσιαλ μίντια τότε, αλλά η πρώτη μου αντίδραση ήταν πως είναι fake news. Δεν μπορεί να έχουμε ξεστρατίσει τόσο πολύ, ρε παιδιά!

(*) Κομμάτι μου στην στήλη μου Πρόσωπα & Προσωπεία της κυπριακής εφημερίδας "Φιλελέυθερος", 23.08.2024

Saturday, August 17, 2024

Παραλογοκρατία!...

 


Ineptocracy (in-ept-o-cra-cy) - a system of government where the least capable to lead are elected by the least capable of producing, and where the members of society least likely to sustain themselves or succeed, are rewarded with goods and services paid for by the confiscated wealth of a diminishing number of producers.

Εκ του επιθέτου "inept", που σημαίνει "άτοπο, ανάρμοστο, αταίριαστο", ή και "ανόητος, παράλογος". Στην προκειμένη περίπτωση, απ' όλα αυτά, επιλέγω το "παράλογο", για να συνθέσουμε με αυτό την "άγνωστη λέξη": ΠΑΡΑΛΟΓΟΚΡΑΤΙΑ.

Ο ορισμός της οποίας, σύμφωνα με το αγγλικό πρωτότυπο που έλαβα από φίλο μέσω e-mail, και παρέθεσα στην αρχή της στήλης, είναι:

Παραλογοκρατία - σύστημα διακυβέρνησης στο οποίο οι λιγότερο ικανοί να κυβερνήσουν εκλέγονται από τους λιγότερο ικανούς να παράξουν. Και στο οποίο επίσης, οι κοινωνικές ομάδες που είναι λιγότερο δυνατόν να υποστηρίξουν τον εαυτό τους ή να επιτύχουν, ανταμείβονται με προϊόντα και υπηρεσίες που έχουν πληρωθεί από τον κατησχυμένο πλούτο ενός όλο και μειούμενου αριθμού ανθρώπων που ακόμα παράγουν.

Ο ορισμός, που βεβαίως σηκώνει πολλή συζήτηση, μάλλον είναι βγαλμένος από το Λεξικό του Νεοφιλελευθερισμού...

Παρά το χιουμοριστικό (;) του πράγματος, τον βρίσκω εύστοχο, σε επιμέρους επισημάνσεις του, αλλά δεν τον συμμερίζομαι ούτε "κατ' άρθρον", ούτε "εν συνόλω". Εκμηδενίζει την μία πλευρά, και αποθεώνει την άλλη. Καμία από τις δύο δεν αποτελεί ραχοκοκαλιά της κοινωνίας, που ευτυχώς δεν αποτελείται μόνο από χαραμοφάηδες από την μία, και ικανούς δουλευταράδες από την άλλη.

Ο "μη δυνάμενος", δεν είναι κατ' ανάγκην ανίκανος και ανεπρόκοπος. Υπάρχουν συνάνθρωποί μας που για χίλιους δύο λόγους, απλά δεν μπόρεσαν. Ο βασικότερος, είναι ίσως αυτός που συνδέεται με αυτό που αποκαλούμε "ριζικό". Δεν στάθηκαν τυχεροί. Κάθε τέτοιος άνθρωπος χρειάζεται βοήθεια, λοιπόν, και στήριξη. Όχι φιλανθρωπική, αλλά ουσιαστική. Αλλά να του δοθούν ευκαιρίες και να του εξασφαλιστούν συνθήκες για να πετύχει, και να ζήσει καλά. Όχι απλώς να επιβιώσει.

Το σύστημα στο οποίο έχουμε μεγαλώσει, δυστυχώς έχει εκθρέψει ψηφοφόρους- επαίτες, στους οποίους αρκεί να πετάξεις ένα κομμάτι ψωμί και λίγα ψίχουλα  ιδεολογίας, συνήθως μπαγιάτικης,  για να τους πάρεις, εκτός από την ψήφο, αλλά και την ψυχή τους. Μιλώ σαφέστατα για τους ψηφοφόρους-πρόβατα.

Από την άλλη, "ο κατησχυμένος πλούτος εκείνων που εργάζονται και παράγουν", είναι ... μεγάλη ιστορία. Σηκώνει τόνους συζήτησης. Υπάρχουν, ασφαλώς, εκείνοι που πληρώνουν δυσανάλογα με όσα προσφέρουν. Σε πολλές χώρες όμως (ή δική μας είναι ίσως από τα τις κλασσικότερες περιπτώσεις), υπάρχουν όχι ολίγοι, που δεν πληρώνουν "τίποτα" σε σχέση με όσα παράγουν και εισπράττουν.

Η "παραλογοκρατία" υφίσταται, συνεπώς, ως σύστημα που ευνοεί το παράλογο, και καταδικάζει το λογικό. Είναι το ίδιο σύστημα που έχει επικρατήσει στο νεοελληνικό αλλά και στο νεοκυπριακό κράτος στο οποίο, επί παραδείγματι, αρκούν μόλις δύο χρόνια (μερικές φορές ούτε κάν τόσα), για να αποδειχθεί μία κυβέρνηση καταστροφικότερη της προηγούμενης, και ο περισσότερος κόσμος να πειστεί ότι είναι προς το συμφέρον του να επαναφέρει, δια της ψήφου του, την προηγούμενη κυβέρνηση ξανά στην εξουσία, παρά το γεγονός ότι γνωρίζει πολύ καλά ότι ο Μανωλιός απλώς άλλαξε ρούχα.

Η θεωρητική αυτή προσέγγιση των πραγμάτων, δεν υποτιμά και σίγουρα δεν διαγράφει επί μέρους επιτεύγματα. Το γενικό αποτέλεσμα όμως είναι εκείνο που δίνει την πιο ξεκάθαρη εικόνα. Αλλοίμονο εάν δεν είχαμε προχωρήσει ως κράτος και κοινωνία. Πόσο όμως; Υπάρχει αξιοκρατία; Υπάρχει ποιότητα λόγου και υπηρεσιών; Υπάρχουν δομικές αλλαγές ποιοτικής διάστασης; Από τα σχολεία μας βγαίνουν παιδιά με κριτική σκέψη η μόνο με βαθμούς στο απολυτήριο; Και, πάνω απ’ όλα, έχουμε βάλει και εμείς χεράκι στην μη επίλυση του εθνικού μας θέματος, ή φταίνε για αυτό μόνο οι άλλοι;

 Για όλες τις εύλογες λοιπόν απαντήσεις σε τούτα τα ερωτήματα, επέλεξα σήμερα με καθαρή συνείδηση να μιλήσω για «παραλογο- κρατία»!  

 (*) Αυτά που διέφυγαν της προσοχής μας, που υποτιμήθηκαν ειδησεογραφικά, που ίσως να πέρασαν απαρατήρητα, ή που αξίζει να αναδείξουμε πιο πολύ

Friday, August 16, 2024

Ο χρόνος που μετράει… (ή ο διαλεκτικός εκτροχιασμός της εποχής!)



Κομμάτι μου στο Protagon.gr (official), παρασυρμένος από τα βιβλία που πήρα μαζί μου για μια εβδομάδα, δύο από τα οποία διέκοψα.:

Επέστρεψα χθες βράδυ, με λιγότερο βάρος στη βαλίτσα. Τα έδωσα σε παλαιοβιβλιοπωλείο στη Σύρο. Βγαίνοντας από το πλοίο, αντίκρυσα φωτιές στα μέρη μου. Άχ καλοκαίρι! Δεν ήσουν τόσο δύσκολο στα παλιότερά μου χρόνια...

Η σχεδόν αναγκαστική, άμεση ανταπόκριση σε ό,τι συμβαίνει, σε ό,τι «τρέχει» (όπως οι ειδήσεις, ας πούμε!), είναι ο... διαλεκτικός εκτροχιασμός της εποχής. Η «υποχρέωση» να μην αφήνεις τίποτα στη μέση, τίποτα ατελείωτο, συμβαδίζει με αυτήν τού να σχολιάζεις ένα γεγονός πριν καν το επεξεργαστείς, πριν καν το καταλάβεις Πηγή: Protagon.gr

«Κάθομαι στην αποβάθρα ενός κόλπου Βλέποντας το κύμα να έρχεται και να φεύγει Απλώς κάθομαι εκεί, σπαταλώντας χρόνο…» — Οτις Ρέντινγκ (Sittin’ on The dock of the Bay) 

Από παιδί μικρό διαβάζω βιβλία. Εχω τόσο πολλά ανέγγιχτα στη βιβλιοθήκη μου, που συνεχώς αυξάνονται γιατί αγοράζω ή μου στέλνουν εκδότες και συγγραφείς, να ’ναι καλά, που ξέρω ότι δεν θα προλάβω να διαβάσω – όχι μόνο σε αυτή τη ζωή…  Προσπαθώ, όμως. Γιατί άλλαξα μια βασική αναγνωστική συνήθεια που είχα από παιδί: όσο βαρετό και αν ήταν ένα βιβλίο, όσο κι αν δεν μου άρεσε καθόλου, έπρεπε να το τελειώσω. Ελπίζοντας ίσως ότι σε κάποια επόμενη σελίδα θα «συνέβαινε» κάτι ωραίο και θα το ρουφούσα ως το τέλος.

Πολύ σπάνια γινόταν αυτό όμως. Μια-δυο φορές μόνο. Αλλά και πάλι δεν ενθουσιάστηκα. Δεν ένιωσα εκείνη τη μαγεία του τέλους, όπου παίρνεις μια βαθιά αναπνοή και κάνεις ένα σύντομο πλέι-μπακ σε ό,τι κράτησες.  

Τώρα πια, έστω και αργά, άλλαξα. Οταν νιώθω ότι «δεν βγαίνει», αντλώ τεράστια ικανοποίηση λέγοντας στον εαυτό μου «αρκετά πια». Πάμε παρακάτω… Αυτή η μικρή (μεγάλη όμως για μένα) αποκάλυψη, άρχισε σιγά σιγά να εφαρμόζεται και σε πολλά άλλα πράγματα στη ζωή μου τα οποία, παρόμοια με ένα βαρετό βιβλίο, πάσχιζα να ξεφορτωθώ. 

Το κομμάτι αυτό το εμπνεύστηκα από ανάλογη «εξομολόγηση» της Κάλουμ Μπέινς στον Guardian, και σε πολλά σημεία ταυτίστηκα μαζί της. Εχω βρει την ειρήνη μου αφήνοντας πίσω μου τη μανία να τελειώνω κάτι που άρχιζα. Κατάλοιπο της πειθαρχίας που μας επέβαλε από τα παιδικά μας χρόνια το αυστηρό αγγλοσαξονικό εκπαιδευτικό σύστημα στο οποίο μεγάλωσα. Δεν μπορούσες να σηκωθείς από το τραπέζι εάν δεν έτρωγες όλο το φαγητό σου – και δεν τέλειωναν το δικό τους και τα άλλα παιδιά. Ταυτόχρονα σηκωνόμασταν. Ταυτόχρονα αποχωρούσαμε.

Ο χρόνος περίμενε εμάς. Οχι το αντίστροφο. Το σύστημα εκείνο, όμως, που ανθούσε στα σχολεία-οικοτροφεία όπου υποχρεωτικά φοιτούσαμε, είχε μανία με το να «τελειώνεις» πράγματα, να μην αφήνεις τίποτα στη μέση, όχι μόνο το φαγητό σου. Να μη μένει τίποτα στη μέση. «Μην αφήνεις για αύριο κάτι που μπορείς να κάνεις σήμερα», μας έλεγε η πρώτη μας διευθύντρια, στο Lilfordia, το πρώτο ιδιωτικό δημοτικό σχολείο σε ένα τεράστιο αγρόκτημα, στη μεσοδυτική Ροδεσία, τότε, τώρα Ζιμπάμπουε.

Κάποια στιγμή, πέρυσι συγκεκριμένα, όπως γράφει και η Μπέινς, συνειδητοποίησα επιτέλους ότι η συνήθειά μου να θέλω να τελειώνω κάτι που αρχίζω, ενείχε και «τεράστιο χάσιμο χρόνου».  Αυτό το «αξίωμα της ολοκλήρωσης», μεταξύ άλλων, σου αφαιρεί ή σου αποδυναμώνει και το δικαίωμα της απόρριψης. Επίσης, σου στερεί και την υπέροχη εκείνη στιγμή που σταματάς ή «κλείνεις», για να πάρεις μια απόσταση από τα πράγματα. Γιατί; Πολλοί είναι οι λόγοι. Αλλά ο πιο χρήσιμος για μένα είναι «γιατί έτσι»!..  

Αυτή η σχεδόν αναγκαστική, άμεση ανταπόκριση σε ό,τι συμβαίνει, σε ό,τι «τρέχει» (όπως οι ειδήσεις, ας πούμε!), είναι για μένα ο… διαλεκτικός εκτροχιασμός της εποχής. Η «υποχρέωση» να μην αφήνεις τίποτα στη μέση, τίποτα ατελείωτο, συμβαδίζει με αυτήν τού να σχολιάζεις ένα γεγονός πριν καν το επεξεργαστείς, πριν καν το καταλάβεις. Τα social media πολλαπλασιάζουν αυτήν την τρέλα της… αμεσότητας. Βλέπεις κάτι, ακούς κάτι, διαβάζεις κάτι, σκέφτεσαι κάτι, και αστραπιαία σε κυριεύει η ανάγκη (ή και υποχρέωση) να ανταποκριθείς στιγμιαία.  Τα συμπτώματα μοιάζουν ανώδυνα, αλλά δεν είναι.  

Οπως συμβαίνει και με τον μαζοχισμό του να τελειώνεις ένα βιβλίο που δεν σου αρέσει, προτού καν ζυγίσεις μέσα σου το ερώτημα «πόσο σημαντικό είναι αυτό;», και «πόσο, στ’ αλήθεια, με αφορά;», υπάρχει, και φωλιάζει μέσα σου ένα κενό, που θεωρείς απαραίτητο να το γεμίσεις αμέσως.  Στην καθημερινή δουλειά μου κρέμεται μονίμως πάνω από το κεφάλι μου η υποχρέωση (;) να είμαι «ενημερωμένος για όλα».  Και μάλιστα, σε τέτοιο βαθμό που να μπορείς (ή να νομίζεις ότι μπορείς), να καταλάβεις, να βγάλεις άκρη και –πάνω απ’ όλα– να καταλήξεις σε άποψη. Τέτοια δε, που στις πιο πολλές περιπτώσεις είναι ανεπεξέργαστη. Αρα και ελλιπής.

Δεν ξέρω, επίσης, πόσο χρόνο (και ψυχική ηρεμία) έχω χάσει παρακολουθώντας μια σειρά στην τηλεόραση –ιδίως τώρα με τα διάφορα -flix– που δεν με πολυενθουσιάζει αλλά συνεχίζω, αγκομαχώντας, να τραβάω την ανηφόρα! Πάντα, με την προσμονή-ελπίδα ότι κάποια στιγμή θα γίνει ένα κλικ στην υπόθεση και θα αρχίσω να ενθουσιάζομαι. 

Ομοια με την Μπέινς, ξόδεψα άπειρες ώρες της εφηβείας μου αναγκάζοντας τον εαυτό μου, όχι απλώς να ακούσω, αλλά και να αποδεχτώ κιόλας όλα τα έργα του μουσικού Φρανκ Ζάπα. Μπας και… 

Στα δε φοιτητικά μου χρόνια εδώ, όπου ο πολιτικός προσανατολισμός μου με ενέταξε αυτομάτως στους κουλτουριάρηδες, ό,τι «έντεχνο» υπήρχε, τρέχαμε και το καταβροχθίζαμε αχόρταγα. Ασχέτως αν δεν καταλαβαίναμε ούτε τα μισά του κινηματογραφικού έργου, ούτε και «τι θέλει να πει ο ποιητής». Δεν φτάνει που φεύγαμε από το «έντεχνο σινεμά» με ένα κεφάλι καζάνι, πηγαίναμε μετά στην καφετέρια ή στο μπαράκι και το αναλύαμε κιόλας το έργο. Που δεν είχαμε καταλάβει. Δεν κάναμε τους ξερόλες. 

Σκοπός μας ήταν απλώς να αρέσουμε στο αντίθετο φύλο. Ο,τι, και καλά, ήμασταν κουλτουριάρηδες! Ωραία ήταν αυτά, δεν λέω. Και σίγουρα κάτι θα άφησαν. Τον δε χρόνο που δαπανούσαμε, δεν τον θεωρούσαμε χαμένο, ούτε άσκοπο. Μας άρεσε να τον δαπανούμε χωρίς λόγο, όπως λέει ο Ρέντινγκ. Και σίγουρα δεν μας πείραζε γιατί σε εκείνες τις ηλικίες δεν περνούσε ποτέ από το μυαλό σου ότι λιγοστεύει. 

Κάποια στιγμή, όμως, φυσιολογικά, συμπτύσσεται ο άπειρος χρόνος σου. Ερχεται η φάση της αναγκαστικής ή και επιβεβλημένης διαχείρισής του. Ο καθένας όπως μπορεί. Αλλά τα «πρέπει» δεν σε εγκαταλείπουν ολότελα. Αυτά τα ψυχαναγκαστικά σύνδρομα – όπως π.χ. να τελειώνεις ένα βιβλίο που δεν σου αρέσει, μάλλον θα έχουν κάποια ρίζα, θα πει κάποιος. Από αυτές τις άπειρες που διαμορφώνουν, όπως λένε, το DNA σου. Τρίχες!  

Κάποια στιγμή πρέπει να κοπεί αυτή η ρίζα, όχι από κάποιον ή κάποια shrink, αλλά μόνο από σένα. Απλό είναι, πιστέψτε με…

Προσπαθώ πολύ, κατά καιρούς, να τηρώ ένα πρόγραμμα. Εκτός από τα αυτονόητα, σου δημιουργεί και τον απαραίτητο χώρο και χρόνο που θέλεις. Δεν τα καταφέρνω πάντα. Γιατί το μυαλό μου είναι αδέσποτο, και συχνά χάνεται. Αποδέχομαι, αν και όχι αγόγγυστα, τις καταληκτικές προθεσμίες – αυτές που οι Αγγλοσάξονες αποκαλούν deadlines, που βεβαίως είναι απαραίτητες. Εκτός από τη δεδομένη πίεση που έχουν όλες οι προθεσμίες, φοβάμαι την αγγλική λέξη επειδή εμπεριέχει και το dead. Νεκρό!..  

Για αυτό και δεν είμαι συνεπής με την τακτική αρθρογραφία μου στο Protagon, που τόσο αγαπώ! ΥΓ.: Καλό υπόλοιπο καλοκαιριού. Και αν το βιβλίο που κρατάτε δεν σας αρέσει, μην το τελειώσετε. Πάρτε το άλλο… 

Έκλαιγα όλη νύχτα!...

  ΜΙΚΡΗ ΙΣΤΟΡΙΑ: Από έναν δάσκαλο, που πριν από αρκετούς μήνες μου έστειλε ένα μέϊλ.   Δεν θέλω να πω το όνομά του, γιατί ζούμε μέρες αδ...