«Τι είναι αυτό πού μου χαρίζει μια τέτοια τιμή;
Ασφαλώς η προσπάθεια μου να δείξω ότι το Βυζάντιο δεν αποτελεί μόνο θεμέλιο της
ελληνικής υπόστασης, αλλά συστατικό στοιχείο του ευρωπαϊκού πολιτισμού».
Με αυτά τα λόγια έδωσε το ακαδημαϊκό και
προσωπικό της στίγμα η Καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας, Δρ. Ελένη Γλύκατζη-Αρβελέρ,
στον λόγο που εκφώνησε μετά την αναγόρευσή της σε Επίτιμη Διδάκτωρ του Πανεπιστημίου
Αθηνών.
Η σεμνή τελετή πραγματοποιήθηκε σήμερα το πρωί
στην Μεγάλη Αίθουσα των Προπυλαίων, στην οδό Πανεπιστημίου στην Αθήνα, σε μία
ακόμη περίοδο όπου μεγάλες εντάσεις επικρατούν πάλι στα ανώτατα εκπαιδευτικά
ιδρύματα της χώρας.
Μάλιστα η κα. Αρβελέρ, στον επίλογο της ομιλίας της είπε ότι είναι
αλληλέγγυα στην προσπάθεια των πρυτανικών αρχών να επαναπροσδιορίσουν, όπως είπε,
την έννοια του πανεπιστημιακού ασύλου «ως άσυλο ελεύθερης διακίνησης των ιδεών».
Για την αναφορά της σε αυτό το ζήτημα, που ταλανίζει επί χρόνια την
πανεπιστημιακή κοινότητα, με ένα τμήμα της φοιτητικής νεολαίας να μην αποδέχεται
ούτε καν την φύλαξη των κτιρίων θεωρώντας ότι με αυτήν «μπαίνει η αστυνομία στα
πανεπιστήμια», η διαπρεπής ακαδημαϊκός χειροκροτήθηκε θερμά από τους παριστάμενους.
Η βυζαντινολόγος ιστορικός κα Ελένη Γλύκατζη
Αρβελέρ, 88 ετών, ήταν η πρώτη γυναίκα Πρόεδρος του Τμήματος Ιστορίας στο
Πανεπιστήμιο της Σορβόνης, το 1967, αλλά και η πρώτη γυναίκα που εξελέγη, το
1976, Πρύτανης του φημισμένου, Πανεπιστημίου στην 700 ετών ιστορία του.
Εκεί γνωρίστηκε με τον μετέπειτα σύζυγό της Ζακ
Αρβελέρ, ο οποίος ήταν αξιωματικός του γαλλικού στρατού, και με τον οποίο απέκτησαν
μία κόρη.
Στην ομιλία της σήμερα, υπογραμμίζοντας τη
σημασία της μελέτης και ανάδειξης της ιστορίας της βυζαντινής περιόδου, μίλησε
για «ανανεωμένο βυζαντινισμό» και αναφέρθηκε ιδιαίτερα στους άρρηκτους, όπως είπε,
του βυζαντινού κόσμου με τη σημερινή εποχή, την κληρονομιά και τη διαχρονία του
βυζαντινού πολιτισμού.
Στο βιβλίο της «Γιατί το Βυζάντιο;», που
χαρακτηρίζεται ως ¨απόσταγμα, σχεδόν βιωματικό», από την πολύχρονη και αδιάκοπη
μελέτη και διδασκαλία της, η κα. Αρβελέρ απευθύνεται στο ευρύ κοινό με έναν απλό
και κατανοητό τρόπο, «σε όσους από τους Νεοέλληνες ταλανίζονται με το πρόβλημα της
ελληνικής ιστορικής συνέχειας, αλλά και σους ξένους, κυρίως στους Δυτικοευρωπαίους
και τους Αμερικανούς βλαστούς τους, που αρκούνται στην επιλεκτική γνώση του
παρελθόντος της», όπως έχει δηλώσει. Με άλλα λόγια, στο βιβλίο της αυτό, εξηγεί
το «Γιατί» της βυζαντινής πολιτικής εμβέλειας.
Έτσι, κατά την σημερινή ομιλία της, δεν παρέλειψε
να κάνει ιδιαίτερη αναφορά στη σχέση των νεοελλήνων με την Κωνσταντινούπολη και
την Αγία Σοφία, αλλά και στη θέση που κατέκτησαν στην ποίηση, στη λογοτεχνία
και στη λαϊκή παράδοση. «Χρωστάμε – είπε - στο Βυζάντιο την οικουμενικότητα του
μείζονος ελληνισμού. Για τους νεοέλληνες το Βυζάντιο είναι αενάως παρόν».
Ο Πρύτανης του Εθνικού και Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών, κ. Θόδωρος Φορτσάκης, αναπτύσσοντας τους λόγους για τους οποίους απονέμεται η ύψιστη αυτή ακαδημαϊκή διάκριση στην κα. Γλυκάτζη Αρβελέρ, είπε ότι αυτοί «ανάγονται όχι μόνο στην επιστημονική διαδρομή της, αλλά και στο γεγονός ότι με το έργο της και τη δημόσια παρουσία της έχει καταστεί μια προσωπικότητα οικεία».
«Είναι το πρόσωπο του Έλληνα, της Ελληνίδας που
θα θέλαμε να έχει η χώρα και στο εσωτερικό κα στο εξωτερικό. Ακούγοντας την
αισθανόμαστε ότι μετέχουμε κι εμείς στην πορεία της», είπε ο πρύτανης του
Πανεπιστημίου Αθηνών.
«Η επιστημονική της σκέψη, ότι το Βυζάντιο
αποτελεί τμήμα της ευρωπαϊκής ιστορίας, δεν έχει βρει τη θέση που της αξίζει. Η
θέση αυτή παρέχει στην Ελλάδα τη δυνατότητα να αναπτύξει πληθώρα δράσεων,
αλλά η Ελλάδα δεν φαίνεται να αντιλαμβάνεται τη σημασία αυτής της δυνατότητας»,
κατέληξε.