Sunday, February 24, 2013

ΚΙ ΑΝ ΠΛΕΙΟΨΗΦΟΥΣΕ ΤΟ ΛΕΥΚΟ;

Εξαιρετικό άρθρο του Χρήστου Αρβανίτη, στον χθεσινό «Φιλελεύθερο» της Κύπρου, ανήμερα του β’ γύρου των προεδρικών εκλογών. Αντίπαλοι, ο Νίκος Αναστασιάδης (γενικότερα από τον χώρο της Δεξιάς), που ήρθε πρωτος με 45% περίπου την προηγούμενη Κυριακή, και ο Σταύρος Μαλάς (γενικότερα από τον Αριστερό χώρο), που συγκέντρωσε μόλις 27% περίπου. Τρίτος, ο ανεξαρτητος Γιώργος Λιλλήκας, έμεινε απέξω. Αλλά οι ψήφοι του, σήμερα, εί ναι περιζήτητοι, κυρίως από τον Μαλά, που έχει πολλά χιλιόμετρα να διανύσει μέχρι να φτάσει το 50% = 1 ψήφο που απαιτείται για να εκλεγεί Πρόεδρος.

Φαίνεται, όμως, ότι ένα σημαντικό κομμάτι του εκλογικού σώματος ή δεν θα πάει καθόλου να ψηφίσει, ή θα ψηφίσει «λευκό». Οι δύο μονομάχοι δαιμονοποιούν και την μία επιλογή, και την άλλη. Παπαγαλίζουν κάτι σαχλαμάρες περί «ιερού καθήκοντος απέναντι στη Δημοκρατία», που είναι πολύ μεγάλη συζήτηση, που μάλλον πρώτους αυτούς δεν συμφέρει να την κάνουμε.

Όπως και ναχει, το ερώτημα που τίθεται, και σε αυτό παίρνει θέση ο αρθογράφος του «Φ», είναι «πώς εφαρμόζεται η απόφαση των πολιτών να μην εγκρίνουν κανέναν υποψήφιο;»
 





ΣΤΑ ΤΕΛΗ της δεκαετίας του ’80, σε κάποιες εκλογές -δημοτικές, νομίζω- στην Αθήνα, είχα σχεδιάσει για τις ανάγκες ενός ρεπορτάζ, στην εφημερίδα που εργαζόμουν τότε, ένα ιδιότυπο ψηφοδέλτιο: Ήταν ολόμαυρο, με δύο ματάκια να προβάλουν και ένα συννεφάκι όπως στα κόμικς να λέει «Και όμως, είμαι λευκό!». Η σκανταλιά μου μάλλον έπιασε τόπο, αφού στις εκλογές που ακολούθησαν δύο μέρες μετά, βρέθηκαν πάρα στις κάλπες πολλά τέτοια μαύρα-που-είναι-λευκά ψηφοδέλτια, όπως μάθαμε, κομμένα απευθείας από την εφημερίδα ή φωτοτυπημένα. Φαίνεται ότι ήταν μια λύση για πολλούς στο πώς να εκφράσουν την απαξίωσή τους... Το θέμα του ρεπορτάζ, αν θυμάμαι καλά, ήταν σχετικό με το πόσο δίκαιο είναι το σύστημα που φέρνει για δεύτερη φορά τους εκλογείς μπροστά στην κάλπη, για να «διορθώσουν» την ψήφο τους. Όταν έχεις αποφασίσει ποιον να ψηφίσεις, ασχέτως αν δεν εκλεγεί, γιατί να υποχρεώνεσαι να αλλάξεις την απόφασή σου και να διαλέξεις κάποιον άλλο ανάμεσα στους δύο που προκρίθηκαν στον τελικό, λες και πρόκειται για τουρνουά φούτσαλ; Επιπλέον, έτσι όπως είναι φτιαγμένο το σύστημα -όχι μόνο στην Κύπρο ή στην Ελλάδα, εννοείται- η αποχή, οι λευκές και οι άκυρες ψήφοι δεν υπολογίζονται. Στην ουσία πριμοδοτούν τον υποψήφιο με τις περισσότερες ψήφους, ενώ οι λευκές, λόγου χάρη, μετράνε σαν «λάθος ψήφοι» ή, ακόμα χειρότερα, λες και αφήνεις άλλους να αποφασίσουν για σένα επειδή δεν έχεις δική σου γνώμη. Άμα πρόκειται για λίγες ψήφους μπορεί να μην έχει πολλή σημασία, τι γίνεται όμως στην περίπτωση που το λευκό πλειοψηφήσει; Πώς εφαρμόζεται τότε η απόφαση των πολιτών να μην εγκρίνουν κανέναν υποψήφιο;

Τη δική του απάντηση στο ερώτημα δίνει ο Ζοζέ Σαραμάγκου στο μυθιστόρημά του «Περί Φωτίσεως»: Στην πρωτεύουσα κάποιας χώρας όπου γίνονται δημοτικές εκλογές, το λευκό βγαίνει πρώτη δύναμη με 70% την πρώτη και με πάνω από 80% τη δεύτερη Κυριακή. Η κυβέρνηση, τα κόμματα και ο συντηρητικός Τύπος το εκλαμβάνουν σαν ανταρσία απέναντι στη δημοκρατία όπως την αντιλαμβάνονται οι ίδιοι, δηλαδή σαν μια εναλλαγή των μεγαλύτερων κομμάτων στην εξουσία, που η
οποιαδήποτε παρέκκλιση απειλεί τα κεκτημένα τους. Η κυβέρνηση και όλος ο κρατικός μηχανισμός εγκαταλείπουν την πόλη, την οποία θέτουν σε κατάσταση πολιορκίας ωσότου συνετιστούν οι στασιαστές και αλλάξουν την ψήφο τους. Ο πληθυσμός αντιστέκεται και «φωτίζεται», κοινωνικές αξίες όπως αυτή της αλληλεγγύης αφυπνίζονται• η εξουσία όμως αντεπιτίθεται με τις μυστικές υπηρεσίες της, τα μέσα που γνωρίζει καλύτερα...

Μπορεί να μην είναι από τα κορυφαία μυθιστορήματα του νομπελίστα Πορτογάλου συγγραφέα, είναι ωστόσο μια εύστοχη αλληγορία που βάζει καίρια ερωτήματα για τα αδιέξοδα και τις στρεβλώσεις των σημερινών δημοκρατιών. Ο Σαραμάγκου πέθανε το 2010, εν μέσω της κρίσης που χτύπησε και τη χώρα του, χωρίς να σταματήσει ώς τον θάνατό του να ασκεί τη βιτριολική του κριτική, είτε μέσα από τα βιβλία του είτε μέσα από το προσωπικό του blog, στους δύο μεγάλους του αντιπάλους: Τους πολιτικούς τύπου Μπερλουσκόνι και την Εκκλησία.

No comments:

Post a Comment

Ο Νορβηγός ζογκλέρ*

  Στο τρένο, Παρασκευή κατά τις 11.30 το πρωί, από Κηφισιά-Μοναστηράκι. Ως το Ηράκλειο είχε γεμίσει το βαγόνι μας. «Ποιοι είμαστε;», θα αναρ...