Monday, January 3, 2011

ΚΥΚΛΩΜΑ ... ΜΟΝΟΜΕΡΕΣ, ΔΕΝ ΥΠΑΡΧΕΙ


Πριν από μερικές μέρες, άγνωστοι μπήκαν στο κτίριο της Διεύθυνσης Προμηθειών του Δήμου Αθηναίων, και έκλεψαν 7 ηλεκτρονικούς υπολογιστές που περιείχαν στοιχεία για τις προμήθειες του Δήμου. Η αστυνομία, σύμφωνα με δημοσιογραφικές πληροφορίες, στρέφει τις έρευνές της προς άτομα, τα οποία σχετίζονται, λέει, «με το κύκλωμα των προμηθειών».

Κυνηγάει, λοιπόν, για να το πούμε έτσι απλα, ανθρώπους που συναλλάσσονται με τον Δήμο, και γενικώς με το Δημόσιο. Ανθρώπους οι οποίοι έχουν ένα προϊόν, ή μία υπηρεσία, και το πωλούν ή την πωλούν στο Κράτος. Αυτή η αγοραπωλησία δεν γίνεται με καθαρούς, νόμιμους όρους. Γίνεται κάτω από το τραπέζι. Και επωφελούνται απο αυτην και τα δύο μέρη. Αυτός που πουλάει το προϊόν ή την υπηρεσία, διότι παίρνει τη δουλειά που ίσως να μην έπαιρνε εάν οι διαδικασίες ήταν καθαρές και τίμιες, και αυτός που το αγοράζει το προϊόν, δηλαδή ο κρατικός αξιωματούχος-υπάλληλος, διότι «λαδώνεται».

Το «κύκλωμα», λοιπόν, των προμηθειών, που μια ζωή κυνηγάει η Ελληνική Αστυνομία, δεν είναι ένας άνθρωπος, ή ένας κύκλος κακών ανθρώπων, που παίρνουν δουλειές από το Δημόσιο. Είναι και ένας άλλος, ή ένας κύκλος άλλων, που δίνουν τις δουλειές αυτές, και που επίσης θησαυρίζουν.

Οι κρατικοί αξιωματούχοι-υπάλληλοι, είναι «σύνολο πεπερασμένο», όπως λέγαμε στα μαθηματικά. Είναι γνωστοί, συγκεκριμένοι, έχουν όνομα, τηλέφωνο και διεύθυνση. Άρα, είναι όλοι δυνάμει ύποπτοι. Και σίγουρα, είναι εύκολο να τους βρουν, να τους παρακολουθήσουν και να τους ελέγξουν.

Εάν, λοιπόν, κάποιοι προμηθευτές έκαναν βρώμικες δουλειές με τον Δήμο Αθηναίων, ας ψάξουν πρώτα οι αρμόδιες αστυνομικές και εισαγγελικές αρχές μέσα στον Δήμο – είναι ευκολότερο από το να βγουν έξω, και να κυνηγούν … αόρατα κυκλώματα. Ποια έργα ανατέθηκαν; Σε ποιους; Ποιοι υπέγραψαν; Ποιοι ενέκριναν; Ποιες διαδικασίες τηρήθηκαν; Ποιες όχι; Ποιοι είναι οι προμηθευτές; Πώς πήραν τις δουλειές;

Ακόμα και αν έχουν εξαφανιστεί και καταστραφεί παραστατικά (by the way, δεν έχει ακουστά κανένας, σ’ αυτό το γ….μένο ελληνικό κράτος τι σημαίνει back-up?), η ενδελεχής και συστηματική έρευνα και ανάκριση, από σοβαρούς ανθρώπους, μπορούν να βγάλουν αποτέλεσμα.

Τους σιχαίνομαι αυτούς τους μουλωχτούς προμηθευτές του Δημοσίου. Πιο πολύ, όμως, σιχαίνομαι το κύκλωμα των αξιωματούχων-υπαλλήλων που τους συντηρεί, και που βγάζει χρήματα από αυτούς. Υπάρχουν σε κάθε χώρα, σε κάθε κρατική μηχανή. Αλλά είναι εξαίρεση. Εδώ, όχι.

ΥΓ: Στην Ελλάδα, τα Δημαρχεία είναι από τις μεγαλύτερες, πλέον, εστίες απάτης και διαφθοράς. Όποια "δημοτική πέτρα" κι αν σηκώσεις, βρωμια θα βρεις από κάτω...

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ

Γεώργιος Σουρής (1853-1919)


Ποιός είδε κράτος λιγοστό
σ' όλη τη γη μοναδικό,
εκατό να εξοδεύει
και πενήντα να μαζεύει;


Να τρέφει όλους τους αργούς,
νά 'χει επτά Πρωθυπουργούς,
ταμείο δίχως χρήματα
και δόξης τόσα μνήματα;


Νά 'χει κλητήρες για φρουρά
και να σε κλέβουν φανερά,
κι ενώ αυτοί σε κλέβουνε
τον κλέφτη να γυρεύουνε;


Όλα σ' αυτή τη γη μασκαρευτήκαν
ονείρατα, ελπίδες και σκοποί,
οι μούρες μας μουτσούνες εγινήκαν
δεν ξέρομε τί λέγεται ντροπή.


Σπαθί αντίληψη, μυαλό ξεφτέρι,
κάτι μισόμαθε κι όλα τα ξέρει.
Κι από προσπάππου κι από παππού
συγχρόνως μπούφος και αλεπού.


Θέλει ακόμα  -κι αυτό είναι ωραίο-
να παριστάνει τον ευρωπαίο.
Στα δυό φορώντας τα πόδια που 'χει
στο 'να λουστρίνι, στ' άλλο τσαρούχι.


Σουλούπι, μπόϊ, μικρομεσαίο,
ύφος του γόη, ψευτομοιραίο.
Λίγο κατσούφης, λίγο γκρινιάρης,
λίγο μαγκούφης, λίγο μουρντάρης.


Και ψωμοτύρι και για καφέ
το «δε βαρυέσαι» κι «ωχ αδερφέ».
Ωσάν πολίτης, σκυφτός ραγιάς
σαν πιάσει πόστο: δερβέναγας.


Δυστυχία σου, Ελλάς, με τα τέκνα που γεννάς!
Ώ Ελλάς, ηρώων χώρα, τί γαϊδάρους βγάζεις τώρα;

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ - Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2011

Ο Αντιπρόεδρος της τουρκικής κυβέρνησης, κ. Μπουλέντ Αρίτνς, επισκέφθηκε σήμερα το Φανάρι, στην Κωνσταντινούπολη, όπου συζήτησε με τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο, μέλη της Ιεράς Συνόδου και την ηγεσία της Ελληνορθόδοξης μειονότητας της Πόλης. Είναι η πρώτη επίσκεψη Τούρκου Αξιωματούχου στο Φανάρι από το 1952.

Κατατέθηκε από τον Υπουργό Περιφερειακής Ανάπτυξης κ. Μιχάλη Χρυσοχοίδη, τροπολογία στο υπό επεξεργασία αναπτυξιακό νομοσχέδιο, στο οποίο προβλέπεται, ανάμεσα σε άλλα, ότι θα αφαιρείται οριστικώς ή άδεια σε όσους αποδειχθεί ότι κλέβουν στην αντλία καυσίμων.


Πέθανε σήμερα σε ηλικία 64 ετών, σε νοσοκομείο του Σπρόπσαϊρ έπειτα από μακρά αρρώστια, ο σπουδαίος Άγγλος ηθοποιός Πίτ Πόσελθουεϊτ, ο οποίος το 1993 ήταν υποψήφιος για Οσκαρ για τον ρόλο του στην ταινία «Στο Όνομα του Πατρός». Ο διάσημος Αμερικανός σκηνοθέτης Στίβεν Σπίλμπεργκ τον είχε χαρακτηρίσει «καλύτερο ηθοποιό στον κόσμο».

Sunday, January 2, 2011

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ - Κυριακή 2 Ιανουαρίου 2011

Η κυβέρνηση της Σρί Λάνκα, 39 χρόνια μετά την ανεξαρτησία της από την Αγγλία, αποφάσισε να διαγράψει από όλα τα επίσημα κιτάπια της την ονομασία Κευλάνη, που ίσχυε επί αποικιοκρατίας. Το όνομα, όμως, θα μείνει μόνο στις συσκευασίες του τσαγιού, αφού οι μεγαλύτερες εξαγωγές γίνονται στην Αγγλία, και οι Εγγλέζοι είναι αδύνατον να συνηθίσουν τσάι που να μην είναι Made in Ceylon.

Τέθηκε σήμερα σε εφαρμογή στην Ισπανία ο αναθεωρημένος αντικαπνιστικός νόμος, που πλέον θεωρείται από τους αυστηρότερους στην Ευρώπη. Βάσει αυτού, το κάπνισμα απαγορεύεται σε όλα τα μπαρ και εστιατόρια, σε τηλεοπτικές εκπομπές και σίριαλ, και οπουδήποτε κοντά σε σχολεία και νοσοκομεία. Ο βασικός νόμος ισχύει από το 2006, αλλά έδινε τοι δικαίωμα σε ιδιοκτήτες μπάρ, εστιατορίων και καφετεριών να επιλέξουν οι ίδιοι εάν θα απαγόρευαν το κάπνισμά στα μαγαζιά τους. Οι πιο πολλοί, φυσικά, δεν το απαγόρευσαν. Από σήμερα, δεν έχουν επιλογή.

ΥΓ: Στο Ημερολόγιο, που αρχίζουμε να γράφουμε από σημερα, θα συμπεριλαμβάνονται, επιγραμματικά αλλά και περιεκτικά, μόνο οι σημαντικότερες και πιο ενδιαφέρουσες ειδήσεις της ημέρας, στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο.

ΕΝΑ ΠΟΙΗΜΑ ΓΙΑ ΤΗΝ ΗΜΕΡΑ


Θυμάμαι

Κρατούσαμε σφιχτα τα χέρια των παιδιών μας
σαν να εξαρτιόταν από αυτό το κράτημα
ο χτύπος της καρδιάς μας.
Κρατούσαμε σφιχτά το απέραντο αίσθημα
της σιγουριάς που δίνει η παιδική παλάμη.
Δεν τους το είπαμε ποτέ.
Δεν τους είπαμε πόσο μας δυνάμωνε
η αδυναμία τους
πόσο μεγάλωνε μέσα μας την ανάγκη
της αγάπης
πόσο ανάγκη είχαμε αυτή την ανάγκη.

Κώστας Νησιώτης, από την ποιητική συλλογή "Βραδινές Ψιχάλες", Εκδόσεις Ίαμβος.

ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟ - 1η Ιανουαρίου 2011

21 άνθρωποι σκοτώθηκαν, και άλλοι 79 τραυματίστηκαν έπειτα από ισχυρή έκρηξη βόμβας, 20 λεπτά μετα τα μεσάνυχτα, ξημερώνοντας Πρωτοχρονιά του 2011, έξω από χριστιανική κοπτική εκκλησία στην Αλεξάνδρεια, στην Αίγυπτο. Πιστεύεται ότι είναι έργο της τρομοκρατικής οργάνωσης «Ισλαμικό Κράτος του Ιράκ», που συνδέεται με την Αλ Κάιντα, και που έχει δηλώσει στο παρελθόν ότι οι Χριστιανοί της Μέσης Ανατολής αποτελούν στόχο της.

Τα καθήκοντά της ανέλαβε σήμερα η Ντίλμα Ρούσεφ, 63, πρώτη γυναίκα Πρόεδρος της; Βραζιλίας.

Η Εσθονία είναι από σήμερα η 17η χώρα που μπαίνει στην «Ευρωζώνη», και υιοθετεί το Ευρώ ως εθνικό της νόμισμα.

ΥΓ: Στο Ημερολόγιο, που αρχίζουμε να γράφουμε από σημερα, θα συμπεριλαμβάνονται, επιγραμματικά αλλά και περιεκτικά, μόνο οι σημαντικότερες και πιο ενδιαφέρουσες ειδήσεις της ημέρας, στην Ελλάδα και στον υπόλοιπο κόσμο.

Η "σκορποδιασκέδαση"!

Εδω στην Αθηνα, ο Καινούργιος Χρόνος βρήκε εκατοντάδες χιλιάδες πολίτες της σε κάποιο σπίτι με συγγενείς και φίλους, σε κάποιο εστιατόριο η νυχτερινό κέντρο με παρέα. Οταν "γύρισε" ο χρόνος, άρχισε η "σκορποδιασκέδαση". Ο ένας από δω, ο άλλος από κεί, ο τρίτος παραπέρα, και ξανά-μανά το ίδιο, με εναλλασσόμενους ρόλους, όλη τη νύχτα. Να πάμε και στο Γκιουζέλ, άς περάσουμε κι αό το Σέντραλ, να μή δουμε και τι γίνεται στο πάρτι του Τσιλιχρήστου στο Χίλτον; Πήρε η Μαίρη τηλέφωνο, και μας είπε ότι μας περιμένει όλους στον Ρουβά και στη Βίσση, χαμός γίνεται. Εγω, θα πάω αργότερα, γιατί υποσχέθηκα στον φίλο μου τον Ανδρέα να περάσω λίγο από το καινούργιο του το μαγαζί, το Γκασπάρ, στο Νέο Ψυχικό, που μαζέυει, λέει, καλό κόσμο. Ο Δημητράκης και η Φαιδρα έστειλαν μήνυμα ότι γίνεται πανζουρλισμός στο "Ντου", στην Ακαδημίας, όπου παίζουν ρεμπέτικα καί λαικά. Η Ζιζέλ με τον Αντονι, πίνουν ποτά στο Γκάλαξι, και περιμένουν, λέει, να ανοιξει το Βυζαντινό, για να πάνε για μπρέκφαστ. Η Βασιλίσσης Σοφίας, είναι ένα φωταγωγημένο κονβόι. Εμείς, επιστρεφουμε για δευτερη φορά στο Σέντραλ, γιατί η Βίσση ηταν αισχος και φυγαμε. Δεν βρισκουμε, όμως, εκεί την παρέα την άλλη, που την έκανε για Μαζωνάκη, είχε όμως πολύ κόσμο και πάρκαραν στη Βίλα Μερσέντες. Φυγαμε! Πάρε, εν τω μεταξύ την Μελίνα και τον Τάσο, και πές τους ότι εμείς θα πάμε πρώτα στη Μεγάλη Βρετανία για πρωτη δόση μπρέκφαστ, κτα τις 6, και φευγοντας σταματάμε και στο Βυζαντινό που έχει τα φοβερά κρουασάν. Είμαστε χαρούμενοι διότι, παρά την κρίση, έχουμε ακόμα την δυνατότητα να μήν έχουμε χάσει όλες τις παλιές, καλές μας συνήθειες. Στο κάτω-κάτω, ρε πούστη μου, δικαιούμαστε να ξεδώσουμε τέτοια μέρα, αφου φέτος, εννοώντας το 2010, πόσες φορές πήγαμε μπουζούκια; Και Σέντραλ, 2-3 μόνο, και μόνο για ποτό. Αμάν πιά αυτή η κρίση.
Πως να είμαστε, όμως, άραγε, το επόμενο ρεβεγιόν; Ακόμα πιο λίγοι οι αντέχοντες; Που, έτσι κι αλλιώς, λιγότεροι ειμασταν φέτος; Χωρίς κίνηση η Βασιλίσσης Σοφίας, η Πειραιώς, η παραλιακή; Μήπως θα μαζευτούμε νωρίτερα στο σπίτι; Ισως και να καταργηθεί το πατροπαράδοτο μπρέκφαστ στα 5-αστέρων ξενοδοχεία.
Η εξέλιξη της κρίσης, τότε θα φανεί πραγματικά. Τωρα, είμαστε ακόμα στα πρώτα απόνερα. Κάτι περισσεύει ακόμα για τις παλιές, κακιές μας συνήθειες. Τού χρόνου τέτοιο καιρό, στο ρεβεγιόν της πρωτοχρονιάς του 2012, ίσως ξαναγνωριστούμε επιτέλους. Γιατί τώρα, ακόμα χαμένοι είμαστε. Εσύ στο Σέντραλ, εγω στη Μερσέντες, ο άλλος στον Ρουβά, και ή άλλη στον Μαζωνάκη.


Καλή Χρονιά, λοιπόν, και εις το επανειδείν!

Monday, December 27, 2010

Η Ελλάδα κατά λάθος υπάρχει...



Και μερικές γκρίνιες!...


Παραμονή Χριστουγέννων, με καλή παρέα στο μπάρ-εστιατόριο-«και ό,τι άλλο ήθελε προκύψει» Apsendi, που είναι επί της Λεωφόρου Κηφισίας, απέναντι από τα φανάρια του Κολλεγίου.


Ωραίο τα φαγητό, φτωχό το σέρβις – δεν πειράζει, τέτοιες βραδιές δείχνεις ανοχή, αν και σε αντίστοιχα, καλά εστιατόρια στην Ευρώπη, το καλό σερβις το προσέχουν δέκα φορές παραπάνω σε ειδικές επετείους.


Τέλος πάντων, όλα καλά, μέχρι που άρχισαν, ένας-ένας στην αρχή, και ολόκληρος συρφετός μετά, να καπνίζουν. Έκανα το παραπονάκι μου στην μέτρ, όταν έφευγα από τα μαγαζί, και αφού είχαμε στριμωχτεί άγρια, καμιά δεκαριά άτομα, σε έναν «προθαλαμίσκο» στην έξοδο για να βγούμε. Η απάντηση που έλαβα ήταν ότι «ο νόμος δεν έχει εφαρμοστεί ακόμα», και επέμενε σ’ αυτήν μολονότι της εξήγησα ότι έχει περάσει από την Βουλή, είναι νόμος του κράτους, άρα υποχρεούμαι, ως πολίτης, να τον σεβαστώ.


Άδικος κόπος! Στην Ελλάδα, ο καθένας αντιλαμβάνεται τον Νόμο από την δική του οπτική γωνιά, που βεβαίως συσχετίζεται άμεσα με αυτό που τον βολεύει, που τον συμφέρει. Επίσης, αυτό που κάποτε ήταν πράγματι ωραίο, ανθρώπινο και ρομαντικό, δηλαδή το περίφημο «άσ’ το τώρα, κάνε τα στραβά μάτια, δεν πειράζει, φτωχός είναι, γιορτές είναι, αφηρημένος ήταν, σκοτούρες έχει, κλπ», αντί να είναι «κατ’ εξαίρεσιν συμβιβασμός», κατάντησε να είναι …, ετσιθελικός κανόνας.


Πολύ φυσικό είναι, ως εκ τούτου, όχι μόνο να κυριαρχεί παντού η αναρχία, αλλά όποιος αντιδρά σ’ αυτήν να θεωρείται εκείνος ως ο αντιδραστικός, και αυτός να λοιδωρείται.


Στο εν λόγω μαγαζί υπήρχε και ένα άλλο, σοβαρότερο πρόβλημα. Ο κόσμος που ήταν μέσα, ήταν τουλάχιστον 3πλάσιος σε αριθμό από εκείνους που αντέχει το μαγαζί. Και, επιπλέον, δεδομένου ότι, για να μην τους κυνηγήσουν για ηχορύπανση, έφτιαξαν και αυτήν την πατέντα που έχουν οι τράπεζες στο μπες-βγες για να σε εγκλωβίζουν σε έναν «προθαλαμίσκο», εάν ο μη γένοιτο συμβεί κανά κακό, φωτιά, σεισμός, για παράδειγμα, πολλοί άνθρωποι θα σκοτωθούν, κυρίως από τον πανικό.


Το’χω πει κι άλλοτε, πολλές φορές. Ο τόπος αυτός, κατά λάθος υπάρχει! Συμπτώσεις τον κρατάνε, και μάλιστα από μια πολύ λεπτή κλωστή. Ανά πάσα στιγμή μπορεί να συμβεί το κακό. Και ΘΑ συμβεί. Και θα τρέχουμε τότε, όλοι, να γυρεύουμε τους φταίχτες και, προπαντός, να τα βάζουμε με το Κράτος, που πρώτοι όμως εμείς εξευτιλίζουμε, στριμώχνοντας χίλιους στα μαγαζιά μας που έχουν άδεια για 200, ή θεωρώντας ότι «δεν εφαρμόζεται ακόμα», ένας νόμος που έχει ψηφιστεί, έχει δημοσιευτεί και, βέβαια, ισχύει.


Ο Θεός να βάλει το χέρι του…

Υ.Γ.: Αναφέρω το όνομα του μαγαζιού, γιατί εμείς οι δημοσιογράφοι έχουμε πολλές φορές την κακή συνήθεια, εκεί που δεν πρέπει, να λέμε ονόματα και να εκθέτουμε ανθρωπους, και εκεί που πρέπει, να το πηγαίνουμε πλαγίως, του τύπου "εστιατόριο στα βόρεια προάστεια", "υποκατάστημα τραπεζας στην Πατησίων", "γιος γνωστού βιομηχάνου", κλπ. Στην περίπτωση αυτήν, και ιδίως όταν τίθεται σε κίνδυνο η ασφάλεια και η υγεία ανθρωπων, η δημοσίευση του ονόματος του "δράστη" είναι υποχρέωση. και αυτό συμβαίνει σε όλον τον κόσμο.

Τα πιο ωραία κάλαντα από κάτι θεότρελλους, καταπληκτικούς Θεσσαλονικείς

Sunday, December 26, 2010

Ωραία μέρα...


Καλημέρα σε όλους (ή, μάλλον, στους εκλεκτούς ολίγους, καθότι το "όλοι" θυμίζει μάζα, την οποία δεν ... διαθέτω και, μεταξύ μας, δεν πολυσυμπαθώ!), Χρόνια Πολλά. Θέλω να μοιραστω μαζί σας μερικές στιγμές της σημερινής μέρας - προτου καν ξεκινήσω, μου φαίνεται και ως ολίγον επίδειξη, αλλά καμμιά φορά (έτσι δεν είναι;) έχουμε την ανάγκη, νομίζω, να μοιραζόμαστε και τα ωραία πράγματα που νοιώθουμε.

Λοιπόν, περιμένοντας καλούς φίλους το μεσημέρι για φαγητό, έχω στο φούρνο να ψήνεται, σε αργή φωτιά, ένα μικρό χοιρινό μπουτάκι, περίπου 2,5 κιλών, με χυμό από φρεσκοστημμένα πορτοκάλια. Τίποτ' άλλο. Έπλυνα το μπουτι, το στέγνωσα με χαρτί κουζίνας, το έβαλα σε προθερμασμένο φούρνο, να ψήνεται στους 180 βαθμούς, περιχύνοντάς το, κάθε 30 λεπτά με τον χυμό, και κάθε 15 λεπτά με το ζουμί που κατεβάζει.

Σε κατσαρόλα έχω και ζεσταίνεται μία παραδοσιακή μας καστανόσουπα, συνδυάζοντας μια παλιά συνταγή της μάνας μου, με μιάν άλλη από το Australian Woman's Weekly, που ειναι από τις καλύτερες μαγειθρικές που μπορεί να βρεί κάποιος. (Μερικά τεύχη, άν και όχι πολλά, αλλά και αρκετά ακριβά, υπάρχουν στον "Ελευθερουδάκη", αλλά το Amazon ή/και το Barnes and Noble είναι τα καλύτερα bets!).

Ακούω το υπεροχο Χρισουγεννιάτικο Ορατόριο του Γιόχαν Σεμπάστιαν Μπάχ, με την Χωρωδία Monteverdi, και τον John Elio Gardiner να διευθύνει το σύνολο The English Baroque Soloists. Συγκλονιστικό! Το CD είναι της εταιρείας ARCHIV.



Το ίδιο συγκλονιστικό είναι και το Cabernet Sauvignon του 2005, του Κτήματος Χατζημιχάλη - κατα τη γνώμη μου ένα από τα "μεγαλύτερα" κρασιά αυτής της υπέροχης (και κλασσικής) ποικιλίας, που κυκλοφορούν διεθνώς. Δεν θα κάνω τον έξυπνο να αραδιάσω όλα τα αρώματα που μου βγάζει (άλλωστε, στα μαθήμτα που κάνω, αραιά, αραιότατα και που, στου Δημήτρη Χατζηνικολάου, είμαι ακόμα λίγο πιο πάνω από τα τσικό...), αλλά η γευση ειναι μεστή, αναγνωρίζω σίγουρα (;) μέλι και κανέλλα, και δεν μου αφήνει αυτήν την πικρή μεταγεύση, το τάγγιασμα που λέμε, που σου αφήνουν πολλά άλλα κρασιά.


Το δυσκολότερο (ή μάλλον το πιο μπελαλίδικο, αλλά ταυτόχρονα και το πιο σημαντικό) μέρος της ετοιμασίας της σούπας, είναι να βράσεις τα κάσταν, αφού πρώτα τα έχεις ξεφλουδίσει και καθαρίσει, και να φτιάξει έπειτα με αυτά το λεγόμενο chestnut puree. Περνάς τα κάστανα από το sieve (αυτό είναι το επίπονο), και έπειτα προσθέτεις σ' αυτά λίγη φρέσκα κρέμα, περίπου 1/4 του ποτηριού σε 500 γρ κάστανα, 50γρ βούτυρο (το καλύτερο, by far, είναι το γαλλικό και το βέλγικο), και αλατοπιπρώνεις κατα το γούστο σου. Κατόπιν, σε άλλη κατσαρόλα, τσιγαρίζεις πολύ ελαφρά, σε λίγο ακόμα βούτυρο, γυρω στα 30 γρ., ένα ψιλοκομμένο, μέτριο κρεμμύδι, μία ψιλοκομμένη σκελίδα σκόρδου, δύο λωρίδες μπέικον, και αυτές ψλοκομμένες, ένα καρότο, ένα "ξύλο" celery, μία πατάτα μέτρια, όλα ψιλοκομμένα. Οταν μαλακώσουν, προσθέτουμε το πουρέ κάστανου, και περίπου 2 λίτρα ζωμό κότας, που να το έχετε φτιάξει εσείς, ποτέ κύβο! Βράζουμε στη κατσαρόλα, σκεπασμένη, σε σιγανή φωτιά, για περίπου 30 λεπτά. Τα κάστανα που χρησιμοποιώ, είναι τα τυποποιημένα, γάλλικά, Marrons cuits a la vapeur, της Ponthier, που τα βρίσκεις σε καλά σουπερμάρκετ και ντελικατέσεν. Υπέρτερα, βεβαίως, είναι τα φρέσκα κάστανα, αλλά ενώ μερικές φορές, όταν τα έβρασα και έφτιαξα τον καστανοπουρέ, ηταν εξαιρετικά, άλλες φορές ηταν λίγο πικρά. Τα τυποποιημένα έρχονται σε συσκευασία των 500γρ, με τα οποία φτιάχνεις περίπου 6 μερίδες σουπας.

Οταν λοιπόν βράσει καλά η σουπα και μαλακώσουν τα λαχανικά, την αφήνεις λίγο να κρυώσει, την κτυπάς έπειτα στο blender σε δόσιες, και τη ξαναβάζεις στη κατσαρόλα όπου προσθέτεις ακόμα λίγη φρέσκα κρέμα, άν χρειάζεται (εμένα συνήθως μου αρκεί η ποσότητα που έχω βάλει για να φτιάξει το πουρέ), αλάτι, πιπέρι, και είσαι έτοιμος. Σερβίρεις σε μικρά, βαθιά μπόλ, με φρεσκοκομμένα chives για γαρνιτούρα αλλά και γεύση. ΔΕΝ τρωγεται με croutons, ΔΕΝ τρωγεται με ψωμί. Τρωγεται σκέτη, και τη συνοδεύεις με ένα ωραίο κρασί Αλσατίας.


Αυτα, περί μαγειρικής. Αργότερα θα ενημερώσω για το χοιρινό μπουτι, που το έβγαλα κιόλας από το φούρνο, αφαίρεσα την πέτσα του, καί το άλειψα με ένα μείγμα από καφέ ζάχαρι ανακατεμένη καλά με μουστάρδα Dijon. Επάνω σ' αυτό το μείγμα πρόσθεσα πολύ λεπτοκομένες φέτες από πορτοκάλι, τις οποίες "κάρφωσα" επάνω σο κρέας με γαρύφαλο ολόκληρο (cloves), άν θέλετε μπορείτε και με οδοντογλυφίδες. Επειτα, ανεβάζω τη θερμοκρασία του φούρνου στους 200 βαθμούς, περιχύνω το μπουτι με τη σάλτσα από το ταψί, και ψήγνω για άλλα περίπου 35-45 λεπτά, μεχρι να καραμελώσει ωραία το "πορτοκαλένιο σκέπασμά" του. Στο τέλος, αφου βγάλω το κρέας από το ταψί, θα το βάλω, το ταψί επάνω στη κουζίνα για να τελειώσω, με τα ζουμιά, την σάλτσα του. Προσθέτω στο ταψί λίγο χυμό φρέσκου πορτοκαλιού ακόμα, 2-3 κουταλιές σουπας λικέρ Grand Marnier, και λίγο μοσχοκάρδυ. Ανακατευω μέχρι να γίνει ωραία παχύρρεσυστη σάλτσα, και bon appetit!

Η μόνη ελπίδα, η καταστροφή!

Η Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ προσπαθεί να μετακινηθεί σε μια πόλη νεκρή και λέει ότι έχει παραλύσει «σ' αυτό το παρόν». Νιώθει πως δεν υπάρχει. Ενα ξέσπασμα μιας από τις σημαντικότερες ποιήτριές μας
ΤΟ ΡΑΝΤΕΒΟΥ ΜΑΣ ήταν για τις 12 το μεσημέρι στο «Φίλιον» -παλιό κι αγαπημένο της στέκι. Φτάσαμε και οι δύο με καθυστέρηση. Εκείνη έκανε 40 λεπτά απ' το σπίτι της, στην Ασκληπιού, για να φτάσει στη Σκουφά. Απεργούσαν πάλι οι εργαζόμενοι στα μέσα συγκοινωνίας. Η Αθήνα και οι δύσμοιροι πολίτες της βίωναν μία ακόμη ημέρα ασφυξίας. «Τι πράγμα είν' αυτό;» διαμαρτυρήθηκε μόλις συστηθήκαμε. «Μα δεν καταλαβαίνουν, επιτέλους, αυτοί που απεργούν κλείνοντας τους δρόμους ότι τους συνανθρώπους τους χτυπάνε, όχι το σύστημα; Τι τους φταίνε οι καημένοι καταστηματάρχες που, μέσα σ' αυτήν την κρίση, περιμένουν πώς και πώς αυτές τις λίγες μέρες να εισπράξουν δυο δεκάρες;»
Ομολογώ πως δεν περίμενα να άρχιζε έτσι η πρώτη μου κατ' ιδίαν γνωριμία με την κ. Κατερίνα Αγγελάκη-Ρουκ, μια από τις σημαντικότερες εν ζωή ποιήτριές μας, που το 'χα χρόνια καημό και λαχτάρα να τη συναντήσω και να της κάνω χίλιες-δυο ερωτήσεις. Για τον Ρουκ. Για τον νονό της, τον Νίκο Καζαντζάκη. Για τις λέξεις που γεννά «στον άγλωσσο τούτο κόσμο». Τα γαλλικά, τη ρωσίδα νταντά της, τις μεταφράσεις της. Για το παρθεναγωγείο. Για τα προβλήματα με την υγεία της, τις εγχειρήσεις, τα κοσμοπολίτικα και σοσιαλιστικά της χρόνια. Για τη ζωή που τώρα νιώθει ότι της φεύγει...
«Μ' αρέσει να υπάρχω, αλλά τώρα πια δεν βρίσκω τίποτα το ορεκτικό στην ύπαρξη» μου λέει, πίνοντας μία ακόμη γουλιά από την μπίρα της, προαναγγέλλοντας με αυτήν τη φοβερή, για μένα, κατάθεση, την κυκλοφορία, τον ερχόμενο Φεβρουάριο, της καινούριας ποιητικής συλλογής της «Η ανορεξία της ύπαρξης». Τρώει ελάχιστα. Τρεις μπουκιές είναι όλο της το φαγητό. Θα πιει δυο ποτήρια κόκκινο κρασί το μεσημέρι. Ισως ένα ουζάκι το βράδυ. Και στη βόλτα, όποτε τύχει, καμιά μπιρίτσα. Παλιά, έπινε περισσότερο. Δεν την πείραζε ποτέ, λέει. Τον άνδρα της, όμως, πολύ. Εφυγε πριν από 5 χρόνια...
Σαράντα τρία χρόνια μαζί. Ηταν και οι δύο 24 ετών όταν γνωρίστηκαν, το 1963, σε μια αθηναϊκή ταβέρνα. Ο Ρόντνι Ρουκ ήταν κλασικός φιλόλογος, απόφοιτος του Κέμπριτζ, με ειδικότητα βιβλιοθηκάριου. Ερχόταν κάθε καλοκαίρι στη χώρα μας, λάτρης και προσκυνητής της αρχαίας Ελλάδας. Τρεις μήνες μετά τη γνωριμία τους σ' εκείνο το καπηλειό, παντρεύτηκαν.
«Ποτέ δεν θα πάψω να επαναλαμβάνω πόσο τυχερή αισθάνομαι γιατί είχα αυτόν τον τέλειο σύζυγο. Φοβερά μορφωμένος, όλο το κεφάλι του ήταν μια βιβλιοθήκη. Ανθρωπος ευαίσθητος, πολύ χαμηλών τόνων, ταπεινός. Γενναιόδωρος. Οσο πιο πολύ συνηθίζω στην απουσία του, πιο πολύ μου λείπει. Και αυτό με τρελαίνει».
Η ποίηση, βέβαια, τη βοηθάει πολύ. Είναι, λέει, «ο πιο μεγάλος νοσοκόμος μου». Πέρασε αρκετός καιρός από τον θάνατο του Νίνο, όπως τον αποκαλούσε, για να μπει και πάλι σε ρυθμούς δημιουργίας. Δεν γράφει πολύ για τον θάνατο. Εκείνο όμως που την απασχολεί, λέει, «είναι το τέλος της ζωής». Η στιγμή που ο άνθρωπος φεύγει. Τώρα στα 71 της χρόνια, αυτή «η αίσθηση του τέλους» είναι έντονη μέσα της και δηλώνει ότι δεν μπορεί να την αντιμετωπίσει. Εκείνο που τη δυσκολεύει πιο πολύ είναι που το μυαλό της είναι «καθαρό όσο ποτέ», και παρ' όλ' αυτά δυσκολεύεται να συλλάβει «αυτό το τέλος».
Νιώθω το πρόσωπό μου σφιγμένο και προσπαθώ να μην το δείξω. Βλέπω το δικό της ήρεμο, με μια γλύκα απερίγραπτη. Δεν φοβάται; αναρωτιέμαι. «Χρωστάω τη ζωή μου στον φόβο» γράφει «Στον ουρανό του τίποτα με ελάχιστα». Στον κόσμο τον δικό της, έχει φτιάξει μια δική της χώρα που τη λέει Λυπιού. «Είναι μια χώρα που έφτιαξα για να 'μαι πάντα ένα μ' αυτά που 'χω χάσει».
Ο Νίνο της την έλεγε «Mouse», δηλαδή «Ποντικάκι». Ξανακοιτάω το πρόσωπό της και χαμογελάω, γιατί μου φαίνεται ακριβώς αυτό. Βγαίνουμε έξω για φωτογραφία και κάνει «όχι» όταν πάω να τη βοηθήσω στο περπάτημα. «Είμαι κουτσή, αλλά όχι ανίκανη» λέει. «Από μικρή, δεν είχα κανένα κόμπλεξ. Ετρεχα, έκανα γυμναστική, δεν ένιωσα ποτέ μου ανάπηρη, παρά μόνο όταν έφυγε ο Ρόντνι».
Περνάει πολλές ώρες στο σπίτι. Οταν δεν εργάζεται και δεν βγαίνει για κάποια βόλτα, βλέπει τηλεόραση. Ειδήσεις και τούρκικα σίριαλ, μετά μανίας. Τα λατρεύει. Της θυμίζουν «την ελληνική οικογενειοκρατία του '60». Ο μπαμπάς, η επιχείρηση. Η κόρη. Ο γαμπρός. Το σόι.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1939. Ο πατέρας της ήταν απ' τη Μικρά Ασία, δικηγόρος διαπρεπής, αριστερός. Ελεγε πάντα ότι «μία ιδιοκτησία μας αρκεί, δεν χρειαζόμαστε άλλες». Η ιδιοκτησία αυτή ήταν ένα παλιό σπίτι, κτισμένο το 1840 στην Αίγινα, σε ένα κτήμα με 200 φιστικιές. «Αυτός ήταν ο παράδεισός μας. Περνούσαμε εκεί όλα μας τα καλοκαίρια». Σπούδασε στην Αθήνα, στη νότια Γαλλία και στην Ελβετία.
Είναι διπλωματούχος της Σχολής Μεταφραστών και Διερμηνέων (αγγλικά, γαλλικά, ρωσικά). Εχει μεταφράσει Ντίλαν Τόμας, Σέξπιρ, Μαγιακόφσκι, Πούσκιν και άλλους. Μετράει περίπου 15 ποιητικές συλλογές.
Γράφει από 7 ετών. Δεν θυμάται τον εαυτό της να μη γράφει. Το πρώτο ποίημά της που δημοσιεύθηκε είχε τίτλο «Μοναξιά». Το διάβασε πρώτα ο νονός της, Νίκος Καζαντζάκης, και ενθουσιάστηκε. Εστειλε επιστολή στον συγγραφέα, διευθυντή και ιδρυτή του λογοτεχνικού περιοδικού «Καινούργια Εποχή», Γιάννη Γουδέλη, προτρέποντάς τον να το δημοσιεύσει γιατί «είναι το ωραιότερο ποίημα που διάβασα ποτέ».
Σάν στα 17 της έγραψε το πρώτο της, δημοσιευθέν, ποίημα με τίτλο «Μοναξιά», σήμερα, στα «ανάποδα» ακριβώς χρόνια, 71, στον καιρό της μεγάλης δυστοκίας μας, πώς θα το τιτλοφορούσε; «Απελπισία. Τι άλλο να πει κάποιος γι' αυτήν την κρίση; Δεν θυμάμαι ποτέ άλλοτε τον τόπο μας σε τέτοια, καταθλιπτική κατάσταση. Εγώ έχω παραλύσει. Δεν είναι μόνο οι απεργίες και όλες οι ταλαιπωρίες. Είναι ότι κανένας δεν ξέρει τι θέλει ακριβώς, τι θέλει να κερδίσει, τι έχει κερδίσει, ποια είναι ακριβώς η κατάσταση την οποία θέλει να βελτιώσει; Χάος! Η μόνη λέξη που μπορώ να βρω είναι αυτή. Χάος! Ζω σ' έναν πανικό που δεν τον είχα ποτέ. Ξυπνώ κάθε πρωί και δεν ξέρω τι θα συμβεί».
Στα ποιήματα που γράφει τώρα το μόνο που πραγματικά την ενδιαφέρει είναι «να καθρεφτίζει ακριβώς αυτό που αισθάνομαι». Η μόνη της ελπίδα, για να βγούμε απ' όσα σήμερα μας πνίγουν, είναι η καταστροφή. «Δεν βλέπω κάτι άλλο ικανό να μας αναγεννήσει. Κάπου έχει κολλήσει το πράγμα. Για μένα, στο πασιφανές, από τότε που γίναμε λάτρεις του καινούριου μονοθεϊσμού, που είναι το χρήμα. Ούτε η Αριστερά εξαιρείται από αυτήν την κατάσταση. Απλώς λέει περισσότερα "μπλα-μπλα" από τους άλλους. Εχει να προτείνει τίποτα η κ. Παπαρρήγα; Τίποτα δεν έχει. Τίποτα. Κανείς δεν έχει όραμα, εκτός από κόλπα για να ακουμπήσει το χρήμα».

«Αναρωτιέμαι τι άλλους συνδυασμούς
θα εφεύρει η ζωή
ανάμεσα στο τραύμα της οριστικής εξαφάνισης
και το θαύμα της καθημερινής αθανασίας»

                                  *********
Το κομμάτι αυτό δημοσιεύτηκε στην "Κυριακάτικη" Ελευθεροτυπία που κυκλοφόρησε χθες, Παρασκευή 24 Δεκεμβρίου 2010.

Η κ. Αγγελάκη-Ρουκ ήταν για μένα, μόλις την αντίκρυσα να κάθεται σ' ένα τραπεζάκι στο "Φίλιον", μέσα, κοντά στο τζάμι, αυτό ακριβώς που έβλεπα μέσα από τα ποιήματά της: ένας άνθρωπος εντελώς αποσπασμένος από αυτό που φαίνεται. Αρχίσαμε να μιλάμε γιά "πράγματα και καταστάσεις" προτού κάν συστηθούμε. Κι όπως κυλούσε η συζήτηση, από μόνες τους έβρισκαν θέση οι ... συστάσεις.

"Οι περιπέτειες με την υγεία μου ευθυνονται αποκλειστικά που ειμαι κοσμοπολίτισσα."

"Και μένα το μεγάλωμά μου στην Αφρική, για τις φοβίες μου".

"Εγω, φοβόμουν μόνο μη μείνω μόνη. Ηθελα κόσμο γύρω μου"

"Εγω, πάλι, πνιγόμουν στη πολυκοσμία. Οταν είχαν τραπέζι σπίτι οι δικοί μου, τρύπωνα και κρυβόμουν στη κρεβατοκάμαρη".

"Ετοιμαζόμουν να πάω στη Γαλλία, να γνωρίσω από κοντά τον νονό μου, τον Νίκο Καζαντζάκη. Μία εβδομάδα πρίν φύγω πέθανε. Και έτσι έχασα την ευκαιρία να τον συναντήσω, να πάμε κάπου να πιούμε καφέ μαζί και να μιλήσουμε".

"Εγω έχασα τον πατερα μου στα 15, όταν μόλις είχα αρχίσει να τον γνωρίζω. Ως τότε, εσώκλειστος σε σχολείο στην Αφρική, δεν τον ήξερα σχεδόν. Πέθανε το δειλινό μιας μέρας που παίζαμε μαζί, στη θάλασσα, τρείς ώρες".

Καί συνεχίσαμε έτσι...

Το κείμενο γράφτηκε υπό τη γνωστή πίεση του αμείλικτου δημοσιογραφικού χρόνου. Στις 3 το μεσημέρι φύγαμε από το "Φίλιον", ώς τις 8 το βράδυ έπρεπε να παραδώσω το κομμάτι. Αν είχα άλλη μιά μέρα μπροστά μου, θα ηταν πολύ διαφορετικό - έτσι συμβαίνει με πολλές συνεντεύξεις-features. Γι' αυτό και φυλάω το "ακατέργαστο υλικό", για να το αναπλάσω σε χρόνο και σε μέσο διαφορετικό...

Πρόβα στην Ερμούπολη*

  Ένας παχύς, μελαγχολικός και αξιολύπητο άνθρωπος, κάθεται αμήχανος και ετοιμόρροπος σε μια αίθουσα στην Ερμούπολη, όπου μέλη μιας ορχήστρα...